Η Cambridge Analytica, η εταιρεία πολιτικών συμβούλων που βρίσκεται στο επίκεντρο του σκανδάλου προσωπικών δεδομένων που «μαστίζει» το Facebook, κλείνει.
Η εταιρεία κατηγορείται πως απέκτησε παράνομα προσωπικά δεδομένα χρηστών του Facebook για σκοπούς που είχαν να κάνουν με πελάτες της. Σύμφωνα με το Facebook, δεδομένα μέχρι και 87 εκατομμυρίων χρηστών συλλέχθηκαν μέσω μιας εφαρμογής κουΐζ και κατέληξαν στην εταιρεία.
Όπως σημειώνει το BBC, το κοινωνικό δίκτυο ανέφερε ότι η δική του έρευνα πάνω στο ζήτημα θα συνεχιστεί. «Αυτό δεν αλλάζει τη δέσμευση και την αποφασιστικότητά μας να κατανοήσουμε ακριβώς τι συνέβη και να διασφαλίσουμε πως δεν θα συμβεί ξανά» δήλωσε εκπρόσωπος και πρόσθεσε: «Συνεχίζουμε την έρευνά μας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές».
Ο Κλάρενς Μίτσελ, εκπρόσωπος της Cambridge Analytica, αναφέρει σε δήλωση στην ιστοσελίδα της εταιρείας τα εξής: «Μέσα στους τελευταίους μήνες, η Cambridge Analytica έχει αποτελέσει στόχο πολλών αβάσιμων κατηγοριών και, παρά τις προσπάθειες της εταιρείας… έχει κακολογηθεί για δραστηριότητες που όχι μόνο είναι νόμιμες, αλλά και ευρέως αποδεκτές ως στάνταρ πρακτικές online διαφήμισης, τόσο στον τομέα της πολιτικής όσο και της εμπορικής δραστηριότητας».
«Παρά την ακλόνητη πεποίθηση της Cambridge Analytica πως οι εργαζόμενοί της ενήργησαν ηθικά και νόμιμα… η πολιορκία των ΜΜΕ έχει απομακρύνει πρακτικά όλους τους πελάτες και προμηθευτές της εταιρείας. Ως αποτέλεσμα, αποφασίστηκε πως δεν είναι πλέον βιώσιμο να συνεχίσει να λειτουργεί η επιχείρηση».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, σε διαδικασίες πτώχευσης προχωρά και η «συγγενική» SCL Elections.
Σημειώνεται πάντως ότι η υπόθεση δεν φαίνεται ότι θα λάβει τέλος σύντομα: Ενδεικτικό είναι το ότι πρώην εργαζόμενος της Cambridge Analytica, μιλώντας στους Financial Times, εξέφρασε βεβαιότητα ως προς το ότι η εταιρεία θα επανεμφανιστεί «σε κάποια άλλη “ενσάρκωση” ή “μεταμφίεση”».
Το χρονικό της υπόθεσης
Η Cambridge Analytica ιδρύθηκε το 2013 και παρουσιάζεται ως εταιρεία καταναλωτικών ερευνών, στοχευμένης διαφήμισης και άλλων υπηρεσιών που έχουν να κάνουν με δεδομένα, απευθυνόμενη σε πελάτες των χώρων των επιχειρήσεων και της πολιτικής.
17 Μαρτίου: Ο Observer και οι NY Times δημοσιεύουν αναφορές του Κρίστοφερ Γουάιλι, πρώην εργαζομένου της εταιρείας, σύμφωνα με τις οποίες περισυνελέγησαν στοιχεία από 50 εκατ. λογαριασμούς χωρίς τη σχετική άδεια.
23 Μαρτίου: Η αρμόδια βρετανική αρχή λαμβάνει ένταλμα για έρευνες στα γραφεία της Cambridge Analytica.
27 Μαρτίου: Ο Κρίστοφερ Γουάιλι εμφανίζεται ενώπιον επιτροπής Βρετανών βουλευτών.
4 Απριλίου: Το Facebook αναφέρει πως εκτιμά ότι δεδομένα 87 εκατομμυρίων χρηστών αποκτήθηκαν χωρίς σχετική άδεια από την Cambridge Analytica.
10 Απριλίου: Ο ιδρυτής του Facebook, Μαρκ Ζάκερμπεργκ, εμφανίζεται ενώπιον επιτροπής Αμερικανών γερουσιαστών για το σκάνδαλο.
17 Απριλίου: Ο Αλεξάντερ Νιξ, πρώην επικεφαλής της Cambridge Analytica, αρνείται να εμφανιστεί ενώπιον Βρετανών βουλευτών.
26 Απριλίου: Η αρμόδια βρετανική κοινοβουλευτική επιτροπή προειδοποιεί ότι θα εκδώσει επίσημη κλήση προς τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ για να εμφανιστεί ενώπιόν της την επόμενη φορά που θα βρεθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο.
2 Μαΐου: Η Cambridge Analytica ανακοινώνει ότι κλείνει.
Σύμφωνα με το Facebook, τα επίμαχα προσωπικά δεδομένα συνέλεξε από το Facebook ένας Βρετανός ακαδημαϊκός, ο Αλεξάντρ Κόγκαν, που δημιούργησε μια εφαρμογή στην πλατφόρμα την οποία κατέβασαν 270.000 άτομα, παρέχοντας πρόσβαση όχι μόνο στα δικά τους προσωπικά δεδομένα, αλλά και των φίλων τους. Το Facebook υποστηρίζει πως ο Κόγκαν παραβίασε τις πολιτικές χρήσης του δίνοντας αυτά τα δεδομένα στην Cambridge Analytica, και ότι, όταν το έμαθε και ήρθε σε επαφή με την εταιρεία, πληροφορήθηκε ότι τα δεδομένα αυτά είχαν διαγραφεί. Ο Κόγκαν, από πλευράς του, υποστηρίζει πως χρησιμοποιείται ως «αποδιοπομπαίος τράγος».
Η θέση της Cambridge Analytica είναι πως τα δεδομένα διαγράφηκαν, όπως ενημερώθηκε το Facebook, και ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο των προεδρικών εκλογών του 2016 στις ΗΠΑ. Ωστόσο, πολλοί το αμφισβητούν αυτό.