Η απελευθέρωση λύκων στα Χάιλαντς της Σκωτίας θα επέτρεπε την επέκταση των γηγενών δασικών εκτάσεων γεγονός που σύμφωνα με τους θιασώτες του εγχειρήματος θα μπορούσε να οδηγήσει σε οδηγήσει σε αύξηση της απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα κατά ένα εκατομμύριο τόνους φέρνοντας τη Βρετανία πιο κοντά στο στόχο μηδενικών εκπομπών ρύπων.
Ερευνητική ομάδα με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Ecological Solutions and Evidence» εξέτασε πώς οι γκρίζοι λύκοι, που εξαφανίστηκαν από τη Σκωτία πριν από αιώνες θα κυνηγούσαν και θα σκότωναν κόκκινα ελάφια, τα οποία καταβροχθίζουν τα δενδρύλλια και βλάπτουν τα ηλικιωμένα δέντρα απογυμνώνοντάς τα από το φλοιό.
Οι υπολογισμοί τους που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Ecological Solutions and Evidence», υποδηλώνουν ότι περίπου 170 λύκοι θα ήταν αρκετοί για να μειώσουν τους πληθυσμούς των ελαφιών σε επίπεδο που θα επέτρεπε στα νεαρά δέντρα να εγκατασταθούν και στα δάση των χάιλαντς να εξαπλωθούν.
Οι υπολογισμοί
Τα νέα δέντρα θα απορροφούν περίπου ένα εκατομμύριο τόνους διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα κάθε χρόνο, εκτιμούν οι ερευνητές περίπου το 5 τοις εκατό του στόχου αφαίρεσης άνθρακα που έχει τεθεί για δασικές εκτάσεις να φτάσουν στο καθαρό μηδέν μέχρι το 2050. Η Βρετανία απελευθερώνει περίπου 400 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως.
Οι επιστήμονες αναγνωρίζουν ότι η επανεισαγωγή του λύκου αντιμετωπίζει σφοδρή αντίθεση από τους κτηνοτρόφους και τους κυνηγούς ελαφιών. Ωστόσο, υποστηρίζουν ότι το αρπακτικό έχει επιστρέψει στην Ολλανδία, μια χώρα πολύ πιο πυκνοκατοικημένη από τη Σκωτία, και ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη τα πιθανά οφέλη.
Τα επίσημα αρχεία δείχνουν ότι ο τελευταίος Σκωτσέζος λύκος σκοτώθηκε από τον Σερ Ιγουεν Κάμερον το 1680 αν και υπάρχουν αναφορές για θεάσεις λύκων στον 18ο αιώνα. Η εξαφάνισή τους άφησε τα κόκκινα ελάφια χωρίς φυσικά αρπακτικά, επιτρέποντας στους πληθυσμούς να αυξηθούν. Παρά τη σφαγή και το κυνήγι ο αριθμός των κόκκινων ελαφιών στη Σκωτία έχει αυξηθεί σημαντικά και οι τελευταίες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πληθυσμό 400.000 ελαφιών.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι κάθε λύκος θα συνεισέφερε σε μια ετήσια μείωση του διοξειδίου του άνθρακα κατά περίπου 6.000 τόνους. «Υπάρχει μια αυξανόμενη αναγνώριση ότι οι κρίσεις του κλίματος και της βιοποικιλότητας δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μεμονωμένα. Πρέπει να εξετάσουμε τον πιθανό ρόλο των φυσικών διεργασιών, όπως η επανεισαγωγή ειδών για την ανάκτηση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων μας και αυτές με τη σειρά τους μπορούν να αποφέρουν συν-οφέλη για την ανάκαμψη του κλίματος και της φύσης» λέει ο Ντομινίκ Σπράκλεν καθηγητής περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, επικεφαλής της μελέτης.
Η Σκωτία έχει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα γηγενών δασικών εκτάσεων στην Ευρώπη αφού μόνο το 4 τοις εκατό της χώρας καλύπτεται. Η φυσική αναγέννηση των δέντρων περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό σε περιοχές όπου τα ελάφια αποκλείονται με περίφραξη. Η πιο εντατική διαχείριση ελαφιών σε ορισμένες τοποθεσίες βοήθησε και εμφανίστηκαν περισσότερα σπορόφυτα όταν μειώθηκαν οι αριθμοί κόκκινων ελαφιών.
Ο πληθυσμός των λύκων στη δυτική Ευρώπη υπερβαίνει πλέον τις 12.000 και καταλαμβάνουν περίπου τα δύο τρίτα της ιστορικής ευρωπαϊκής εμβέλειάς τους. Επέστρεψαν στην Ολλανδία το 2019 αφού κυνηγήθηκαν μέχρι εξαφάνισης εκεί τη δεκαετία του 1870. Οι ερευνητές αναφέρουν και άλλα οφέλη της παρουσίας των λύκων που περιλαμβάνουν τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων που σχετίζονται με ελάφια, τη μείωση της νόσου του Lyme που σχετίζεται με τα τσιμπούρια που μεταφέρονται από ελάφια και τη μείωση του κόστους των θανάτων ελαφιών.
Naftemporiki.gr