Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Antiquity» ερευνητική ομάδα αρχαιολόγων παρουσιάζει τα ευρήματα τους από τη μελέτη αποχαρακτηρισμένων απόρρητων εικόνων ενός εκ των πρώτων κατασκοπευτικών δορυφόρων των ΗΠΑ. Εντόπισαν το πεδίο της ιστορικής μάχης ανάμεσα στην προϊσλαμική αυτοκρατορία του Ιράν και τον αραβικό μουσουλμανικό στρατό.
Μετά την ανάλυση των εικόνων, οι οποίες ελήφθησαν το 1973 από ένα δορυφορικό σύστημα των ΗΠΑ με το όνομα KH-9 η ερευνητική ομάδα εντόπισε τα απομεινάρια ενός οικισμού 1,400 ετών. Αυτό τους βοήθησε να ταιριάξουν την τοποθεσία με τη χαμένη τοποθεσία της Μάχης του al-Qadisiyyah που έλαβε χώρα το 636 μ.Χ. ή το 637 μεταξύ του αραβικού μουσουλμανικού στρατού και της αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, η οποία κυβέρνησε την περιοχή που είναι τώρα το Ιράν μεταξύ 224 και 651 μ.Χ.
Η Αυτοκρατορία των Σασσανιδών, η οποία διαδέχθηκε την Παρθική Αυτοκρατορία, υπήρξε από τις μεγαλύτερες δυνάμεις στη Δυτική και Κεντρική Ασία, μαζί με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και μετέπειτα τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, για μια περίοδο μεγαλύτερη των 400 ετών. Η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Γουίλιαμ Ντέντμαν αρχαιολόγος στο βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham δεν είχε αρχικά στόχο να βρει το χαμένο σημείο μάχης.
Χρησιμοποιώντας τις δορυφορικές εικόνες του 1973 εξέταζαν τη διαδρομή προσκυνήματος του Χατζ στο Darb Zubaydah ως μέρος της θεώρησής του ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Σύμφωνα με την UNESCO, το Darb Zubaydah συνέδεσε την πόλη Κούφα του Ιράκ με τη Μέκκα της Σαουδικής Αραβίας και ήταν η πιο σημαντική διαδρομή Χατζ μεταξύ 750 και 850 μ.Χ., κατά τη διάρκεια του Χαλιφάτου των Αβασσιδών (750-1258 μ.Χ) μιας εποχής που θεωρείται ως «χρυσή» για τον μουσουλμανικό πολιτισμό.
Καθώς οι ερευνητές κοίταζαν τις εικόνες που αποχαρακτηρίστηκαν πρόσφατα, συνειδητοποίησαν ότι μπορεί να είχαν την ευκαιρία να βρουν το χαμένο πεδίο μάχης του al-Qadisiyyah. Τα αρχεία της μάχης είχαν δώσει στοιχεία για την τοποθεσία της. Για παράδειγμα, ανέφεραν ότι υπήρχε ένα τείχος μήκους 10 χιλιομέτρων) που συνέδεε την al-Qadisiyyah με μια γειτονική πόλη και ότι η πόλη ήταν «νότια από ένα υδάτινο σώμα, μεταξύ μιας τάφρου και ενός γεφυρωμένου ρέματος». Χρησιμοποιώντας αυτές τις ενδείξεις οι ερευνητές εντόπισαν μια περιοχή που σήμερα αποτελεί καλλιεργήσιμη άκταση που ταίριαζε με την περιγραφή.
Μια επιτόπια έρευνα επιβεβαίωσε το εύρημα. Οι ερευνητές εντόπισαν το τείχος και την τάφρο βόρεια της πόλης που αναφέρονται στα ιστορικά κείμενα.
«Αυτή η ανακάλυψη παρέχει μια γεωγραφική θέση και ένα πλαίσιο για μια μάχη που είναι μια από τις ιδρυτικές ιστορίες της επέκτασης του Ισλάμ στο σύγχρονο Ιράκ, το Ιράν και πέρα από αυτό» αναφέρει σε δήλωση του ο Ντέντμαν.
Naftemporiki.gr