Τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον του World Wide Web έκρουσε εκ νέου ο ιδρυτής του, Σερ Τιμ Μπέρνερς Λη. Σε ανοικτή επιστολή του που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα, αναφέρει πως το web εξελίχθηκε σε «πλατεία, βιβλιοθήκη, ιατρείο, κατάστημα, σχολείο, στούντιο σχεδιασμού, γραφείο, σινεμά, τράπεζα και τόσα πολλά άλλα», προσθέτοντας όμως πως με κάθε νέο χαρακτηριστικό και ιστοσελίδα το χάσμα μεταξύ αυτών που είναι online και αυτών που δεν είναι μεγαλώνει. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι έχουν δοθεί ευκαιρίες και για απατεώνες και εγκληματίες, καθώς και για αυτούς που διαδίδουν ρητορική μίσους.
«Στον απόηχο ειδήσεων για την κατάχρηση του web, είναι κατανοητό πως πολλοί φοβούνται και νιώθουν αβεβαιότητα σχετικά με το αν το web είναι όντως μια δύναμη καλού. Μα δεδομένου πόσο έχει αλλάξει το web στα τελευταία 30 χρόνια, θα ήταν ηττοπαθές και άνευ φαντασίας να υποθέσουμε πως το web όπως το ξέρουμε δεν θα αλλάξει προς το καλύτερο στα επόμενα 30. Αν παραιτηθούμε ως προς τη δημιουργία ενός καλύτερου web τώρα, τότε δεν είναι το web που θα έχει αποτύχει, αλλά εμείς» γράφει σχετικά.
Συνεχίζοντας, ο Λη παρουσιάζει τρεις πηγές «δυσλειτουργικότητας»:
α) Σκόπιμη, κακόβουλη δραστηριότητα, όπως κυβερνητικό hacking και επιθέσεις, εγκληματική δραστηριότητα και online παρενόχληση.
β) Σχεδιασμός συστημάτων που δημιουργεί «διεστραμμένα» κίνητρα όπου «η αξία του χρήστη θυσιάζεται», όπως μοντέλα εσόδων που βασίζονται σε διαφημίσεις, τα οποία ανταμείβουν το clickbait και τη viral εξάπλωση παραπληροφόρησης.
γ) Μη σκόπιμες αρνητικές συνέπειες καλοπροαίρετου σχεδιασμού, «όπως ο οργισμένος και πολωτικός τόνος και η ποιότητα του online διαλόγου».
Κατά τον δημιουργό του web, η πρώτη κατηγορία δεν μπορεί να εξαλειφθεί πλήρως, αλλά μπορούν να δημιουργηθούν νόμοι και κώδικες που θα ελαχιστοποιούν αυτές τις συμπεριφορές/δραστηριότητες. Η δεύτερη κατηγορία απαιτεί επανασχεδιασμό συστημάτων με τρόπο που αλλάζει τα κίνητρα και η τρίτη απαιτεί έρευνα για την κατανόηση των υπαρχόντων συστημάτων και δημιουργία νέων μοντέλων ή μετατροπή αυτών που υπάρχουν ήδη.
«Δεν μπορείς απλά να κατηγορήσεις μια κυβέρνηση, ένα κοινωνικό δίκτυο ή το ανθρώπινο πνεύμα. Τα υπεραπλουστευτικά αφηγήματα δημιουργούν τον κίνδυνο εξάντλησης της ενέργειάς μας, καθώς κυνηγάμε τα συμπτώματα αυτών των προβλημάτων, αντί να επικεντρώνουμε στα αίτιά τους. Για να το καταφέρουμε αυτό, θα πρέπει να δράσουμε από κοινού, ως μια παγκόσμια δικτυακή κοινότητα» προσθέτει ο Λη, υπενθυμίζοντας την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κ.α και ζητώντας συνεργασία για το νέο «Κοινωνικό Συμβόλαιο για το Web», μια πρωτοβουλία που άρχισε στη Λισσαβώνα, στο πλαίσιο της Συνόδου για το Web.
Όπως τονίζει, οι κυβερνήσεις πρέπει να προσαρμόσουν νόμους και κανονισμούς στην ψηφιακή εποχή, διασφαλίζοντας πως οι αγορές παραμένουν ανταγωνιστικές, καινοτόμες και ανοιχτές και αναλαμβάνοντας την ευθύνη της προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των πολιτών online. Όσον αφορά στις εταιρείες, λέει πως πρέπει να κάνουν περισσότερα για να διασφαλίσουν πως οι επιδιώξεις τους για βραχυπρόθεσμα κέρδη δεν είναι σε βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας, των επιστημονικών δεδομένων ή της δημόσιας ασφαλείας. «Πλατφόρμες και προϊόντα πρέπει να σχεδιαστούν έχοντας κατά νου την ιδιωτικότητα, την ασφάλεια και την ποικιλία. Φέτος, είδαμε έναν αριθμό εργαζομένων σε εταιρείες τεχνολογίας να υψώνουν ανάστημα και να απαιτούν καλύτερες επιχειρηματικές πρακτικές. Πρέπει να ενθαρρύνουμε αυτό το πνεύμα» σημειώνει.
Επίσης, ο Λη υπογραμμίζει ότι οι πολίτες πρέπει να θέτουν τις εταιρείες και τις κυβερνήσεις προ των ευθυνών τους για τις δεσμεύσεις τους και να απαιτούν σεβασμό προς το web ως παγκόσμια κοινότητα. «Αν δεν εκλέγουμε πολιτικούς που υπερασπίζονται ένα ελεύθερο και ανοικτό web, αν δεν κάνουμε αυτό που μας αντιστοιχεί, εγκαταλείπουμε την ευθύνη μας να θέτουμε αυτά τα ζητήματα στην ατζέντα προτεραιοτήτων των κυβερνήσεών μας» σημειώνει ο ιδρυτής του web.
Παράλληλα, μιλώντας στο BBC, ο Τιμ Μπέρνερς Λη τόνισε πως απαιτείται διεθνής δράση για την αντιμετώπιση αυτού που χαρακτήρισε ως «βουτιά προς ένα «δυσλειτουργικό μέλλον», εκτιμώντας ωστόσο πως οι άνθρωποι συνειδητοποιούν πλέον πώς τα δεδομένα τους μπορούν να «χειραγωγούνται» μετά το σκάνδαλο της Cambridge Analytica και κατανοούν καλύτερα τους κινδύνους. Πάντως, εξέφρασε τον έντονο προβληματισμό του σχετικά με προβλήματα όπως την «εξάπλωση της κακίας και της παραπληροφόρησης» online.