Σύμφωνα με την κρατούσα θεωρία η μυστηριώδης σκοτεινή ύλη αντιπροσωπεύει το 85% της μάζας στο Σύμπαν. Παρά τις προσπάθειες των επιστημόνων να βρουν κάποιες άμεσες αποδείξεις της ύπαρξης της αυτό δεν έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Μία ριζοσπαστική νέα θεωρία για την βαρύτητα στην οποία ο χωροχρόνος είναι «ταλαντευόμενος» καθιστά αχρείαστη την ύπαρξη της σκοτεινής ύλης για να είναι ολοκληρωμένο το παζλ της ύπαρξης του Σύμπαντος. Η νέα θεωρία εγείρει την αμφιλεγόμενη πιθανότητα ότι η σκοτεινή ύλη είναι ένας αντικατοπτρισμός που άδικα κυνηγούν οι κοσμολόγοι.
«Παιδιά, κάτι φαίνεται να συμβαίνει. Δείχνουμε ότι η θεωρία μας για τη βαρύτητα μπορεί να εξηγήσει τη διαστολή του Σύμπαντος και τη γαλαξιακή περιστροφή χωρίς σκοτεινή ύλη ή σκοτεινή ενέργεια. Ελλείψει οποιασδήποτε άμεσης απόδειξης για τη σκοτεινή ενέργεια ή τη σκοτεινή ύλη, είναι φυσικό να αναρωτιόμαστε αν μπορεί να είναι περιττά επιστημονικά κατασκευάσματα όπως οι ουράνιες σφαίρες, ο αιθέρας ή ο πλανήτης Vulcan, τα οποία αντικαταστάθηκαν από απλούστερες εξηγήσεις»» λέει ο Τζόναθαν Όπενχάιμ από το University College του Λονδίνου που συνέλαβε αυτή την νέα ιδέα η οποία χαρακτηρίζεται ως «μετακβαντική θεωρία της κλασικής βαρύτητας». Ο καθηγητής του UCL πέρασε τα τελευταία πέντε χρόνια αναπτύσσοντας την προσέγγιση, η οποία στοχεύει να ενώσει τους δύο πυλώνες της σύγχρονης φυσικής που θεωρητικώς τουλάχιστον μοιάζουν ασύμβατοι μεταξύ τους: την κβαντική θεωρία και τη γενική σχετικότητα του Αϊνστάιν
Η θεωρία του Όπενχάιμ οραματίζεται τον ιστό του χωροχρόνου ως ομαλό και συνεχές αλλά εγγενώς ταλαντευόμενο. Ο ρυθμός με τον οποίο οι χρονικές ροές θα κυμαίνονταν τυχαία, όπως ένα ρυάκι που το νερό στροβιλίζεται, ο χώρος θα παραμορφωνόταν τυχαία και ο χρόνος θα είχε αποκλίσεις σε διαφορετικά σημεία του Σύμπαντος. Η θεωρία προβλέπει επίσης μια εγγενή ανάλυση της προβλεψιμότητας.
Ο Οπενχάιμ συνεργάστηκε με τον Αντρέα Ρούσο, υποψήφιου διδάκτορα στο UCL, και διατύπωσαν σε δημοσίευση τους την νέα θεωρία στην οποία
ισχυρίζονται ότι αυτή η άποψη για το Σύμπαν θα μπορούσε να εξηγήσει σημαντικές παρατηρήσεις περιστρεφόμενων γαλαξιών που οδήγησαν στην ιδέα της ύπαρξης της σκοτεινής ύλης. Τα αστέρια στις άκρες των γαλαξιών, όπου η βαρύτητα αναμένεται να είναι πιο αδύναμη με βάση την ορατή ύλη, θα έπρεπε να περιστρέφονται πιο αργά από τα αστέρια στο κέντρο. Αλλά στην πραγματικότητα, η τροχιακή κίνηση των άστρων δεν πέφτει. Από αυτό, οι αστρονόμοι συμπέραναν την παρουσία ενός φωτοστέφανου αόρατης (σκοτεινής) ύλης που ασκούσε βαρυτική έλξη.
Στην νέα προσέγγιση η πρόσθετη ενέργεια που απαιτείται για να κρατηθούν τα αστέρια κλειδωμένα σε τροχιά, παρέχεται από τις τυχαίες διακυμάνσεις του χωροχρόνου, οι οποίες στην πραγματικότητα παρέχουν την απαραίτητη βαρύτητα με την μορφή ενός «βαρυτικού βουητού» όπως το αναφέρουν οι δύο ερευνητές . Αυτό θα ήταν αμελητέο σε μια αλληλεπίδραση υψηλής βαρύτητας, όπως η Γη σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο. Αλλά σε καταστάσεις χαμηλής βαρύτητας, όπως οι παρυφές ενός γαλαξία, το φαινόμενο θα κυριαρχούσε και σωρευτικά θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας στο Σύμπαν.
«Δείχνουμε ότι μπορεί να εξηγήσει τη διαστολή του Σύμπαντος και τις γαλαξιακές καμπύλες περιστροφής χωρίς την ανάγκη για σκοτεινή ύλη ή σκοτεινή ενέργεια οπότε χρειάζονται περαιτέρω υπολογισμοί και σύγκριση με δεδομένα. Αλλά αν ισχύει, φαίνεται ότι το 95% της ενέργειας στο Σύμπαν οφείλεται στην ακανόνιστη φύση του χωροχρόνου, σηματοδοτώντας είτε μια θεμελιώδη κατάρρευση της προβλεψιμότητας της φυσικής, είτε βυθιζόμαστε σε ένα περιβάλλον που δεν υπακούει στους νόμους της κλασικής ή της κβαντικής φυσικής» λέει ο Οπενχάιμ που σίγουρα θα έχει βαρεθεί ειδικά τον τελευταίο καιρό να δέχεται ερωτήσεις σχετικά με το όνομα του και την σχεδόν συνωνυμία του με τον κορυφαίο Αμερικανό θεωρητικό φυσικό Ρόμπερτ Οπενχάιμερ η βιογραφική ταινία του οποίου είναι ανάμεσα στα φαβορί για να αποσπάσει αρκετά Όσκαρ στην φετινή τελετή των βραβείων.
Να σημειωθεί ότι η νέα αυτή θεωρία δεν έχει ακόμη μελετηθεί και αναλυθεί από τους ειδικούς όπως είθισται σε επιστημονικές δημοσιεύσεις αλλά έχει ήδη προκαλέσει μεγάλη συζήτηση στην επιστημονική κοινότητα και αναμένονται σύντομα τα πρώτα σχόλια για αυτή.
Naftemporiki.gr