Είναι γνωστό ότι ο έντονος φωτισμός που δημιουργεί ο ανθρώπινος πολιτισμός μετά την δύση του Ηλίου, ειδικά στις αστικές περιοχές, δημιουργεί ένα πέπλο ακόμη και στον καθαρό από νεφώσεις στον ουρανό εμποδίζοντας την παρατήρηση των άστρων. Οι παρατηρήσεις επαγγελματιών και ερασιτεχνών επιστημόνων σε όλο τον κόσμο κατά τα τελευταία έτη αποκαλύπτουν μια ανησυχητική τάση: τα άστρα στον νυκτερινό ουρανό γίνονται όλο και πιο δύσκολο να παρατηρηθούν εξαιτίας της ταχέως αυξανόμενης φωτορύπανσης.
Πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ότι η αλλαγή στην ορατότητα των άστρων αντιστοιχεί σε μια κατά σχεδόν 10% ετήσια αύξηση στη φωτεινότητα του νυχτερινού ουρανού κατά την τελευταία δεκαετία. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί που γεννήθηκε πριν από 18 χρόνια σε μια περιοχή όπου στον ουράνιο θόλο ήταν ορατά 250 άστρα σήμερα στην ίδια τοποθεσία σήμερα μπορεί να παρατηρήσει το πολύ 100 άστρα, δηλαδή πάνω από τα μισά έχουν γίνει πλέον αόρατα.
O κορυφαίος αστροφυσικός και κοσμολόγος Μαρτιν Ρις, πρόεδρος της Αστρονομικής Εταιρείας της Βρετανίας και πρώην πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρείας (η Εθνική Ακαδημία Επιστημών της Βρετανίας), έκανε ηχηρή παρέμβαση για αυτό το ζήτημα επισημαίνοντας τον άμεσο κίνδυνο που υπάρχει να εξαφανιστούν όλα τα άστρα από τον ουρανό πολύ σύντομα. Ο Ρις συμφωνεί με την πρόβλεψη ότι μέσα στα επόμενα 20 έτη τα άστρα θα… σβήσουν από τον ουράνιο θόλο και αυτό που βλέπουμε το βράδυ όταν σηκώνουμε το κεφάλι μας θα είναι ένα απέραντο σκοτεινό πέπλο.
«Ο νυχτερινός ουρανός είναι μέρος του περιβάλλοντός μας και θα ήταν μεγάλη στέρηση αν η επόμενη γενιά δεν μπορούσε να τον δει ποτέ, όπως θα ήταν αν δεν έβλεπε ποτέ μια φωλιά πτηνών. Δεν χρειάζεται να είσαι αστρονόμος για να σε νοιάζει αυτό. Δεν είμαι ορνιθολόγος αλλά αν δεν υπήρχαν ωδικά πτηνά στον κήπο μου θα είχα μια αίσθηση ότι έχω φτωχύνει» ανέφερε ο Ρις.
Σε πολλές κατοικημένες περιοχές της Γης ο νυκτερινός ουρανός δεν σκοτεινιάζει ποτέ πλήρως, καθώς υπάρχει διάχυτη μια λάμψη τεχνητού φωτός στην ατμόσφαιρα. Αυτή η φωτορύπανση υποσκάπτει τη δυνατότητα παρατήρησης των άστρων τα βράδια. Η εξάπλωση του φωτισμού LED, που εκπέμπει περισσότερο μπλε φως στο οποίο τα μάτια είναι πιο ευαίσθητα, έχει επιδεινώσει την κατάσταση.
Πέραν αυτού, η φωτορύπανση διαταράσσει την φυσική κυκλική μετάβαση από το ηλιακό στο αστρικό φως και αντίστροφα, μια φυσική διαδικασία με την οποία έχουν εξελιχθεί οι βιολογικοί οργανισμοί (μεταξύ άλλων και οι ίδιοι οι άνθρωποι). Μελέτες στο παρελθόν έχουν αναδείξει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του τεχνητού φωτισμού, μεταξύ άλλων για ζώα και έντομα, αλλά και γενικότερα για τα οικοσυστήματα της Γης καθώς επίσης για την ανθρώπινη υγεία.
Naftemporiki.gr