Η Ανταρκτική αποτελεί ένα από τα βαρόμετρα για την παρακολούθηση των επιπτώσεων που έχει η κλιματική αλλαγή στον πλανήτη. Η παγωμένη ήπειρος τα τελευταία 20 χρόνια βιώνει μια πρωτοφανή για αυτή κατάσταση αφού είναι σαφές ότι η Ανταρκτική λιώνει και μάλιστα με επιταχυνόμενο ρυθμό. Γιγάντια κομμάτια πάγου αποκολλώνται συνεχώς από την Ανταρκτική μετατρεπόμενα σε παγόβουνα που προκαλούν ανησυχία για τη ναυσιπλοΐα και για αυτό έχουν επιστρατευτεί δορυφόροι για να παρακολουθούν την πορεία τους.
Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι η Ανταρκτική δεν λιώνει μόνο στην επιφάνεια της εξαιτίας της αύξησης της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας αλλά η αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων προκαλούν το λιώσιμο των πάγων από κάτω προς τα πάνω αποσταθεροποιώντας την ήπειρο συνολικά. Έχουν κάνει μάλιστα την εμφάνιση τους τεράστιες ρωγμές σε διάφορες περιοχές απειλώντας με κατάρρευση τα σημεία στα οποία βρίσκονται.
Δορυφορικές εικόνες αποκαλύπτουν ότι μεταξύ της 14ης και της 16 Μαρτίου κατέρρευσε και πλέει στον ωκεανό μια περιοχή της Ανταρκτικής με έκταση παρόμοια με αυτή της Νέας Υόρκης. Το δυσάρεστο γεγονός δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία για όσα εξελίσσονται στην Ανταρκτική αλλά και τον πλανήτη γενικότερα. Αυτό γιατί η περιοχή που κατέρρευσε βρίσκεται στην περιοχή της ηπείρου που θεωρούνταν η πλέον σταθερή και αυτή που αντιμετωπίζει τα λιγότερα προβλήματα από την κλιματική αλλαγή στην Ανταρκτική κάτι που όπως αποδεικνύεται τελικά δεν ισχύει.
Η περιοχή που κατέρρευσε βρίσκεται στην παγοκρηπίδα Conger στην Ανατολική Ανταρκτική. Η ανατολική πλευρά της Ανταρκτικής χωρίζεται με τη δυτική από τα Υπερανταρκτικά Όρη. Στη δυτική πλευρά οι πάγοι είναι πιο ασταθείς για αυτό και συμβαίνουν εκεί οι περισσότερες καταρρεύσεις και αποκολλήσεις πάγων. Όμως η ανατολική πλευρά αν και δέχεται την πίεση της κλιματικής αλλαγής δεν αντιμετώπιζε ιδιαίτερα σημαντικά προβλήματα σταθερότητας.
Για αυτό και η κατάρρευση της περιοχής αυτής προκαλεί μεγάλη έκπληξη και ανησυχία στους επιστήμονες. Η συγκεκριμένη περιοχή ήταν γνωστό ότι συρρικνωνόταν εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας από τη δεκαετία του 1970 αλλά με πολύ αργό και καθόλου ανησυχητικό ρυθμό. Σύμφωνα με τους ειδικούς τον τελευταίο ένα μήνα υπήρξε μια αναπάντεχη ταχύτατη επιτάχυνση της συρρίκνωσης των πάγων με αποτέλεσμα την κατάρρευση της περιοχής.
Τα στοιχεία όμως που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον γαλλο-ιταλικό ερευνητικό σταθμό Concordia Station που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Ανταρκτικής αποκαλύπτουν την αιτία και το μέγεθος του προβλήματος. Στις 18 Μαρτίου ο σταθμός κατέγραψε θερμοκρασίες -11,8 βαθμών Κελσίου που είναι οι υψηλότεροι που έχει καταγράψει ο σταθμός τον μήνα Μάρτιο στα 17 χρόνια της λειτουργίας του. Μπορεί οι 11,8 βαθμοί Κελσίου να ακούγεται μια ιδιαίτερα χαμηλή θερμοκρασία αλλά στη πραγματικότητα είναι κατά 40 ολόκληρους βαθμούς υψηλότερη από τη μέση θερμοκρασία της περιοχής. Με απλά λόγια από τους μείον 50 βαθμούς Κελσίου η θερμοκρασία ξαφνικά ανέβηκε στους -11 βαθμούς Κελσίου γεγονός που εξηγεί την κατάρρευση.