Από την έντυπη έκδοση
Του Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Πολλοί αστάθμητοι παράγοντες και χαμηλή ορατότητα φέρνει το 2022 στο ελληνικό Χρηματιστήριο. Ο υγειονομικός κίνδυνος λόγω της πανδημίας, οι πληθωριστικές πιέσεις που δημιουργεί η ενεργειακή κρίση, η οποία αυξάνει και το κόστος των επιχειρήσεων, αλλά και η πιθανότητα εκλογών το δεύτερο εξάμηνο του νέου έτους είναι οι καταλύτες που θα επηρεάσουν την πορεία της αγοράς.
Τέσσερα στελέχη της χρηματιστηριακής αγοράς μίλησαν αποκλειστικά στη «Ν», αναλύοντας τις εκτιμήσεις τους για τη νέα χρηματιστηριακή αγορά.
*Λουκάς Παπαϊωάννου, οικονομολόγος της Fast Finance ΑΕΠΕΥ
«Η ελληνική κεφαλαιαγορά το 2022 εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει αυξημένη μεταβλητότητα, κυρίως λόγω των πολλών αστάθμητων παραγόντων που θα συνεχίσουν να επικρατούν στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα και θα επηρεάζουν άμεσα τη ρηχή εγχώρια οικονομική σκηνή.
Παρά τις αισιόδοξες προοπτικές που εκφράζονται μέσω των αυξητικών εκτιμήσεων του ΑΕΠ για το 2022, υπολειπόμεθα κατά 25% από τα προ κρίσης επίπεδα. Το ύψος του δημόσιου χρέους, αλλά και τα υπέρογκα δίδυμα ελλείμματα (προϋπολογισμού & τρεχουσών συναλλαγών) αποτελούν αγκάθια για μια ανέφελη οικονομική πορεία σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων, που αργά ή γρήγορα θα έλθει.
Η δυναμική εμφάνιση έντονων πληθωριστικών πιέσεων, κυρίως μέσω εκτίναξης του κόστους ενέργειας και των πρώτων υλών, θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το 2ο τρίμηνο του 2022, επηρεάζοντας άμεσα τις ελληνικές επιχειρήσεις και επιβαρύνοντας τα αποτελέσματά τους, άγνωστο ακόμα σε ποιο βαθμό. Ο περιορισμός των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, τόσο από τη FED όσο και από την ΕΚΤ, θα ωθήσει αναπόφευκτα τα επιτόκια σε υψηλότερα επίπεδα τόσο στο κρατικό όσο και στο εταιρικό χρέος, αυξάνοντας το κόστος χρήματος και πιέζοντας τις κεφαλαιαγορές. Πολιτικές εξελίξεις στο εγχώριο σκηνικό δεν πρέπει να αποκλείονται, παρά τις κυβερνητικές διαψεύσεις, εντείνοντας την ανησυχία και τη μεταβλητότητα της αγοράς.
Στα θετικά της νέας χρονιάς θα πρέπει να αναφερθούν τα αναμενόμενα πακέτα ανάκαμψης που θα καλύψουν μεγάλο κομμάτι του ελλείμματος των επενδύσεων, αν και η εκτίμησή μας είναι ότι το μεγαλύτερο κομμάτι θα απορροφηθεί από μικρό αριθμό μεγάλων ομίλων και δεν θα διαχυθεί στο σύνολο της οικονομίας.
Επιπλέον ο περιορισμός της πανδημίας, μέσω της επέκτασης των εμβολιαστικών προγραμμάτων μέχρι την έλευση της τουριστικής περιόδου, θα βοηθήσει να επαναληφθεί μια εξαιρετική χρονιά στον βασικότερο κλάδο της ελληνικής οικονομίας, τον τουρισμό.
Συμπερασματικά, παρά τις θετικές εκτιμήσεις και προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, η νέα χρονιά αναμένεται ταραχώδης και με αυξημένη μεταβλητότητα. Αυτή θα καθορίζεται κυρίως από την πορεία του πληθωρισμού τόσο στο εγχώριο όσο και στο διεθνές περιβάλλον, καθώς και από τα μέτρα που θα λαμβάνονται για την αντιμετώπισή του.
Πιθανή είναι η αδυναμία επίτευξης των φετινών υψηλών κερδών και το 2022 για αρκετούς κλάδους, κυρίως όσους είναι ενεργοβόροι και με μεγάλη συμμετοχή εισαγόμενων πρώτων υλών.
Οι 1.080 μονάδες για τον Γενικό Δείκτη μπορεί να είναι ένας εφικτός στόχος σε ένα αισιόδοξο σενάριο, αν δεν ισχύσει “ο νόμος του Murphy” και υπάρξει έγκυρη διάσπαση των 950 μονάδων. Τυχόν πίεση χαμηλότερα των 740 μονάδων θα σηματοδοτήσει περαιτέρω χρονική ταλαιπωρία για την αγορά. Στο ενδιάμεσο εύρος η εκμετάλλευση της μεταβλητότητας συνιστάται με αυστηρά stop loss, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας σε μετοχές με καλά θεμελιώδη μεγέθη, υψηλές ιστορικά μερισματικές αποδόσεις και διοικήσεις που μακροπρόθεσμα δεν έχουν απογοητεύσει. Το 2022 οι αποδόσεις θα βγαίνουν δυσκολότερα και με υψηλότερο αναλαμβανόμενο κίνδυνο».
* Δημήτρης Τζάνας, διεθυντής Επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ
«Το 2021, τα κέρδη του Γενικού Δείκτη (Γ.Δ.) στο Χ.Α., του δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης αλλά και του τραπεζικού δείκτη ήταν λίγο πάνω από το 10%. Αισθητά υψηλότερα ήταν τα κέρδη στη μεσαία κεφαλαιοποίηση (35% περίπου) και στην τεχνολογία (+87%) που υπεραπέδωσε. Με τον Γ.Δ. να συσσωρεύει επί μήνες μεταξύ 830-930 μονάδων, αδυνατώντας να κινηθεί πάνω από τις 900 μονάδες μέχρι τις 10/12, παρά την αισιοδοξία που είχε καλλιεργηθεί νωρίτερα, ιδιαίτερα μετά από μια ικανοποιητική τουριστική περίοδο που συνέβαλε στο +13,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 3ου τριμήνου.
Όμως, ο Νοέμβριος επεφύλασσε άλλη μια μετάλλαξη του Covid-19, την Όμικρον, για την έκβαση της οποίας οι επιστήμονες διατηρούν συγκρατημένη στάση. Παράλληλα, ο επίμονος πληθωρισμός, λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και των ανατιμήσεων των πρώτων υλών με επικεφαλής το φυσικό αέριο, ανάγκασαν τον Τζερόμ Πάουελ να αλλάξει τη ρητορική του και σύντομα και την πολιτική της Fed. Αναπόφευκτα, θα ακολουθήσει και η ΕΚΤ.
Έτσι, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Θα επηρεαστεί η πιθανολογούμενη ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας από την υγειονομική κρίση και την ενδεχόμενη πολιτική ανοδικών επιτοκίων των Κεντρικών Τραπεζών; Το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι ότι η πανδημία θα υποχωρήσει και οι κινήσεις που θα γίνουν από τις Κεντρικές Τράπεζες θα είναι συνετές ώστε να μη διαταραχθεί η οικονομική ανάκαμψη.
Στη χώρα μας, το προσχέδιο του προϋπολογισμού υπολογίζει τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ στο 4,5%, ποσοστό που θα επιτρέψει να συνεχιστεί η βελτίωση της κερδοφορίας των μη τραπεζικών εισηγμένων με διψήφια ποσοστά ανόδου, ενώ ακόμη υψηλότερη μπορεί να είναι εκείνη των τραπεζών που ευνοούνται από την άνοδο των επιτοκίων. Εξελίξεις που προϊδεάζουν για αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για ελληνικούς τίτλους στο ήδη -συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές αγορές- φθηνό ελληνικό χρηματιστήριο. Όλα αυτά προοιωνίζονται μια καλή χρηματιστηριακή χρονιά, στον βαθμό που δεν υπάρξουν άλλοι “μαύροι κύκνοι”, με σημαντικές εξελίξεις, όπως αναβαθμίσεις από τους οίκους πιστοληπτικής ικανότητας και αύξηση των αριθμού εταιρειών στους δείκτες MSCI, να αναμένονται από το 1ο εξάμηνο του έτους».
* Νίκος Χρυσοχοΐδης, διευθύνων σύμβουλος της Ν. Χρυσοχοΐδης ΑΕΠΕΥ
«Η γενική μου εκτίμηση είναι ότι το 2022 θα έχει χαμηλό ορίζοντα για το Χρηματιστήριο Αθηνών. Οι αστάθμητοι παράγοντες είναι οι εξής: 1) Ο υγειονομικός κίνδυνος καθώς οι φόβοι για ενδεχόμενα lockdowns -που δεν φαίνονται προς το παρόν- στην ελληνική αγορά θα διαταράξουν εκ νέου την εφοδιαστική αλυσίδα, αφού θα υπάρξει πρόβλημα στη διάθεση των πρώτων υλών και θα ανέβει ακόμη περισσότερο το ενεργειακό κόστος. 2) Οι πληθωριστικές πιέσεις που θα μας συνοδεύουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους θα αυξήσουν το κόστος χρήματος, αφού οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να μειώνουν την αγορά κρατικών ομολόγων. Η αύξηση του κόστους χρήματος θα επηρεάσει τις εισηγμένες, καθώς την τελευταία διετία η Ελληνική Δημοκρατία κατάφερε να χαμηλώσει την καμπύλη των κρατικών ομολόγων και αυτή η εξέλιξη επέδρασε θετικά στην άντληση κεφαλαίων μέσω εταιρικών ομολόγων από τις εισηγμένες εταιρείες.
Υπάρχουν όμως και θετικές εξελίξεις, όπως θα είναι η αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό, αλλά και η άνοδος των εξαγωγών, που θα συνεχίσουν να στηρίζουν το ΑΕΠ της χώρας. Ουσιαστικά οι 4 κλάδοι στο Χρηματιστήριο που αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην πορεία των μετοχών είναι ο κλάδος των υποδομών, η πληροφορική, η ενέργεια και ο τουρισμός. Το ελληνικό Χρηματιστήριο και το 2022 θα στηριχθεί σε δύο δομικούς άξονες: τον ρυθμό ανάπτυξης της χώρας και την υψηλή μερισματική απόδοση. Οι λογικές αποτιμήσεις που χαρακτηρίζουν τις περισσότερες εισηγμένες θα ωφελήσουν την πορεία των μετοχών για υψηλότερα επίπεδα».
Άμεση επιρροή από τις διεθνείς αγορές
*Σπύρος Κυρίτσης, πρόεδρος ΣΜΕΧΑ
«Το ελληνικό Χρηματιστήριο θα συνεχίσει και το 2022 να επηρεάζεται άμεσα από την πορεία των διεθνών χρηματιστηρίων. Οι εισηγμένες μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια το 2022 μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης εφόσον πληρούν τις προδιαγραφές. Το ίδιο ισχύει και για μη εισηγμένες. Ασφαλώς και θα επηρεάσει την πορεία της αγοράς το περιβάλλον των μηδενικών επιτοκίων, εφόσον δεν αλλάξει δραματικά τους επόμενους μήνες από τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών. Την εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά θα την ωφελήσει και η είσοδος νέων εταιρειών, όπου από ό,τι φαίνεται θα υπάρξει μεγάλο ενδιαφέρον σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξος για την πορεία της αγοράς το 2022 αλλά όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της ελληνικής οικονομίας και εφόσον υπάρξουν πρόωρες εκλογές σίγουρα θα επηρεασθεί η αγορά που συνήθως βάζει χειρόφρενο στις προεκλογικές περιόδους».