Skip to main content

Ο έμπορος του θανάτου είναι νεκρός – ή έτσι νόμιζαν

Μια κληρονομιά που ανατινάχθηκε. Και ξαναχτίστηκε

Ξυπνά και διαβάζει κάτι που κανένας ζωντανός άνθρωπος δεν περιμένει να διαβάσει ποτέ: τον δικό του επικήδειο. «Ο έμπορος του θανάτου πέθανε», γράφει με κυνισμό η εφημερίδα.

Τόπος: Παρίσι. Το ημερολόγιο γράφει 12 Απριλίου 1888. Πρωταγωνιστής, ο Άλφρεντ Νόμπελ. Το άρθρο περιγράφει έναν άντρα που πλούτισε ανακαλύπτοντας τρόπους να σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους, γρηγορότερα από ποτέ. Για τον Νόμπελ, που ζει ακόμη —είναι μόλις 55— η εμπειρία είναι σοκαριστική, σχεδόν μεταφυσική.

Ο νεκρός, βέβαια, δεν είναι εκείνος. Είναι ο αδελφός του, Λούντβιχ, που έχει στην πραγματικότητα πεθάνει. Μα το λάθος είναι αρκετό για να βγάλει στη φόρα όσα ο ίδιος κρύβει χρόνια κάτω απ’ το χαλί: την ενοχή, τη σιωπηλή συνείδηση, τη σφραγίδα του αίματος πάνω στο όνομά του.

Η ανακάλυψη της δυναμίτιδας

Ο Άλφρεντ Νόμπελ είναι χημικός, εφευρέτης, βιομήχανος, ένας άντρας με 355 πατέντες και φήμη διεθνούς βεληνεκούς. Το 1867 εφευρίσκει τη δυναμίτιδα —μια ασφαλέστερη μορφή της εξαιρετικά ασταθούς νιτρογλυκερίνης— και η πατέντα του γίνεται ανάρπαστη. Οι σιδηρόδρομοι, τα τούνελ, οι μεταλλευτικές εταιρείες σπεύδουν να αγοράσουν. Αλλά και οι στρατοί. Σύντομα, η ουσία που προοριζόταν για ειρηνικά έργα αρχίζει να τροφοδοτεί πολέμους.

Κι ο Άλφρεντ, με τα εργοστάσια του Μπόφορς να παράγουν όπλα και πυρομαχικά, γίνεται ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές στρατιωτικών εκρηκτικών στην Ευρώπη.

Σύμβολο πολέμου

«Ο έμπορος του θανάτου». Αυτές οι τέσσερις λέξεις, δημοσιευμένες από λάθος, τον διαλύουν. Για πρώτη φορά, αντικρίζει τον εαυτό του όπως τον βλέπει ο κόσμος: όχι ως εφευρέτη, αλλά ως μηχανισμό μαζικής καταστροφής. Όχι ως άνθρωπο της επιστήμης, αλλά ως σύμβολο του πολέμου. Κι αυτό, δεν μπορεί να είναι η κληρονομιά του.

Σιωπηλά, χωρίς τυμπανοκρουσίες, αλλάζει τη διαθήκη του. Ορίζει πως όλη του η περιουσία —ένα τεράστιο ποσό για την εποχή, 31 εκατομμύρια σουηδικές κορώνες— θα διατεθεί για τη δημιουργία ενός Ιδρύματος που κάθε χρόνο θα απονέμει πέντε βραβεία: στη φυσική, τη χημεία, την ιατρική, τη λογοτεχνία και, πάνω απ’ όλα, στην ειρήνη.

Αφήνοντας μία κληρονομιά που χτίζει

Όταν πεθαίνει το 1896, η οικογένειά του μένει άναυδη. Ο Άλφρεντ τους έχει αποκλείσει από την περιουσία του. Δεν το κάνει από μίσος. Το κάνει από ανάγκη. Θέλει να εξαγνίσει τη μνήμη του. Να αφήσει πίσω του κάτι που θα χτίζει, όχι που θα γκρεμίζει. Κάτι που θα εμπνέει, όχι που θα τρομάζει.

Κι έτσι, ο άνθρωπος που εφηύρε τη δυναμίτιδα, γίνεται ο δημιουργός των Βραβείων Νόμπελ. Ο άνθρωπος που κατηγορήθηκε πως σκότωσε χιλιάδες, γίνεται ο σύμμαχος της ειρήνης. Ο χρηματοδότης που θα αναδείξει τους Γκορμπατσόφ, τους Τούτου, τη Μητέρα Τερέζα, τον Νέλσον Μαντέλα, τον Κόφι Ανάν, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Η ειρωνεία είναι κραυγαλέα: το χρήμα που βγήκε από τον πόλεμο, επενδύεται τώρα στην ειρήνη. Μα κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη δύναμη αυτής της ανατροπής. Ο Άλφρεντ Νόμπελ δεν ήταν άγιος. Ήταν ένας άνθρωπος με αδυναμίες, φιλοδοξία, και μια σχεδόν εμμονική σχέση με τη δουλειά του. Ήταν, όμως, και ένας άνθρωπος που, όταν του δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία —έστω και κατά λάθος— δεν την άφησε να πάει χαμένη.

Πώς θέλουμε να μας θυμούνται

«Σήμερα θα φερθώ σαν να είναι η μέρα που θα με θυμούνται», γράφει δεκαετίες αργότερα ο Dr. Seuss. Ο Άλφρεντ Νόμπελ το κάνει πράξη πολύ νωρίτερα. Και παρότι δεν ζει για να δει την επιτυχία της επιλογής του, η ανάμνηση του σήμερα δεν είναι πια συνδεδεμένη με τη φρίκη. Είναι συνδεδεμένη με τη βράβευση του καλού, με την υπενθύμιση ότι ακόμη κι εκείνος που κρατά στα χέρια του το πιο σκοτεινό εργαλείο, μπορεί να το μετατρέψει σε σύμβολο ελπίδας.

Αν σου έδιναν σήμερα να διαβάσεις τον δικό σου επικήδειο, τι θα έγραφε; Θα σε έκανε περήφανο; Ή θα σε έκανε να ανατριχιάσεις;

Ο Νόμπελ δεν περίμενε τον θάνατο για να απαντήσει. Και γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα, είναι ζωντανός.