Δεν είχε λογαριασμό στην τράπεζα τους. Δεν κάπνιζε πούρα με τους φίλους τους. Δεν χρωστούσε τίποτα σε κανέναν. Μόνο κάτι ερωτήσεις. Κι αυτές τις έκανε δημόσια, με τα φώτα στραμμένα πάνω τους. Τότε ήταν που άρχισαν να «μην θυμούνται».
Το ημερολόγιο γράφει 11 Απριλίου 1933. Σηκώνει τον γιακά του παλτού του καθώς ανεβαίνει τα σκαλιά του Καπιτωλίου. Ο άνεμος της κρίσης φυσάει δυνατά: οι άνεργοι περιμένουν έξω από τα συσσίτια, οι τράπεζες κλείνουν η μία μετά την άλλη. Και οι χρηματιστές της Νέας Υόρκης συνεχίζουν σαν να μη συνέβη τίποτα.
Μέχρι σήμερα. Γιατί ο Φέρντιναντ Πεκόρα σήμερα ξεκινά τη δική του εκδίκηση – όχι για τον εαυτό του, αλλά για μια χώρα πληγωμένη.
Παιδί Σικελών μεταναστών, μεγαλωμένος στα φτωχά σοκάκια του Μανχάταν, ο Πεκόρα δεν είναι ο τύπος που θα βρεις σε ιδιωτικές λέσχες με πούρα και ουίσκι. Έγινε δικηγόρος δουλεύοντας μέρα ως κλητήρας και διαβάζοντας νύχτα. Σκληρός, πεισματάρης, αδέκαστος.
Τώρα επιστρέφει στο προσκήνιο ως επικεφαλής νομικός σύμβουλος της Επιτροπής Τραπεζών και Νομισματικής Πολιτικής της Γερουσίας. Ο στόχος του: να ξεσκεπάσει τη βρωμιά της Wall Street που οδήγησε στο κραχ του 1929.
Δεν είναι έρευνα, είναι συγκάλυψη
Μέχρι τότε, η επιτροπή έχει αποτύχει. Ανούσιες ακροάσεις, αδιάφορα πρακτικά, αόριστες ερωτήσεις. Ο Πεκόρα κοιτά τους φακέλους, απογοητεύεται. Δεν είναι έρευνα αυτό. Είναι συγκάλυψη. Αλλάζει τα πάντα. Ζητά νέα εξουσιοδότηση από τη Γερουσία. Την παίρνει και ξεκινά το σαφάρι.
Δεν στέλνει επιστολές. Δεν ζητά ευγενικά. Ο ίδιος μπαίνει στις τράπεζες, παραδίδει προσωπικά τις κλήσεις και περιμένει επιτόπου να του δώσουν τα έγγραφα. Οι τραπεζίτες ξαφνιάζονται. Δεν έχουν συνηθίσει τέτοια συμπεριφορά. Ποιος είναι αυτός ο μετανάστης με την ιταλική προφορά που τους μιλάει με αυστηρό ύφος και δεν τους κοιτά στα μάτια με δέος, αλλά σαν δικαστής;
Οι ακροάσεις γίνονται αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε “viral”. Η χώρα παρακολουθεί κάθε λέξη του. Ο Πεκόρα δεν φωνάζει, δεν χειρονομεί. Ρωτά ήρεμα, με λέξεις κοφτές σαν λεπίδες.
Οι αποκαλύψεις και η αποδόμηση
Όταν κάθεται μπροστά του ο Τσαρλς Μίτσελ, πρόεδρος της National City Bank – της μεγαλύτερης τράπεζας της Αμερικής – ο Πεκόρα του διαβάζει κατά λέξη τα ποσά των άτοκων δανείων που έλαβαν εκείνος και οι φίλοι του. Εκείνος ψελλίζει: «δεν θυμάμαι».
Όταν αποκαλύπτει ότι ο Αλμπερτ Γουίγκιν πούλησε μετοχές της δικής του τράπεζας στη διάρκεια του κραχ για να κερδίσει από την πτώση, η αίθουσα παγώνει. Ούτε και εκείνος «θυμόταν».
Όταν ο Τζέι Πι Μόργκαν Τζούνιορ παραδέχεται πως δεν πλήρωσε ούτε ένα δολάριο φόρο εισοδήματος το 1931 και το 1932, οι εφημερίδες κυκλοφορούν με κραυγές στις πρώτες σελίδες.
Ο Πεκόρα δεν εκθέτει απλώς πρόσωπα. Αποδομεί έναν ολόκληρο κόσμο: τα «προνομιούχα» επενδυτικά προγράμματα που χάριζαν προνομιακές μετοχές σε δικαστές και πολιτικούς, τα τοξικά ομόλογα που πωλούνταν σαν «ασφαλείς επενδύσεις», τη χειραγώγηση των τιμών με τα λεγόμενα «pools», τις πρακτικές των επενδυτικών τραπεζών που έκαναν τις καταθέσεις παιχνιδάκι για ριψοκίνδυνους.
Ο αμερικανικός λαός βλέπει για πρώτη φορά τις αποδείξεις. Και εξοργίζεται. Οι τραπεζίτες παραιτούνται. Ορισμένοι διώκονται. Οι πολιτικοί δεν έχουν πια περιθώριο να αγνοήσουν την οργή.
Χτίζεται το ρυθμιστικό οικοδόμημα
Ο Φράνκλιν Ρούσβελτ υπογράφει τον νόμο Glass-Steagall Act το 1933, χωρίζοντας τις εμπορικές από τις επενδυτικές τράπεζες και ιδρύοντας τον FDIC. Ακολουθούν οι νόμοι Securities Act του 1933 και Securities Exchange Act του 1934, που γεννούν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC). Ολόκληρο το ρυθμιστικό οικοδόμημα της αμερικανικής χρηματοοικονομικής εποπτείας έχει ως βάση τα ευρήματα ενός ανθρώπου που δεν είχε καμία θέση στο club των εκλεκτών.
Το Time Magazine βάζει τον Πεκόρα στο εξώφυλλο. Τον αποκαλούν “The Hellhound of Wall Street.” Και εκείνος, αφού τελειώνει τη δουλειά του, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη. Δεν εκμεταλλεύεται τη φήμη του. Δεν αναζητά δόξα. Διορίζεται στη συνέχεια δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Πολιτείας. Μετρημένος. Σιωπηλός. Αμείλικτος.
Το όνομά του σήμερα είναι ξεχασμένο για τους πολλούς. Αλλά κάθε φορά που ένας τραπεζίτης σκέφτεται δυο φορές πριν γράψει ψεύτικους ισολογισμούς, κάθε φορά που οι επενδυτές έχουν το δικαίωμα στην αλήθεια, πίσω από αυτό υπάρχει ο απόηχος του Πεκόρα. Ο άνθρωπος που απέδειξε πως, όταν όλα καταρρέουν, ένας και μόνο τίμιος μπορεί να σταθεί απέναντι σε μια αυτοκρατορία.