Παρουσιάζεται στο αμερικανικό κοινό το 1835. Το όνομά της: Τζόις Χεθ. Είναι μια ηλικιωμένη Αφροαμερικανή γυναίκα, τυφλή, σχεδόν παράλυτη, αποστεωμένη.
Στην αφίσα που κυκλοφορεί στους δρόμους της Νέας Υόρκης, το κοινό διαβάζει με δέος: «Η Τζόις Χεθ είναι αναμφισβήτητα το πιο καταπληκτικό και ενδιαφέρον θέαμα στον κόσμο! Είναι η σκλάβα του Ογκουστίν Ουάσιγκτον, ο πρώτος άνθρωπος που έντυσε το βρέφος που έμελλε να οδηγήσει τους πατέρες μας στη δόξα, στη νίκη και στην ελευθερία, τον Τζορτζ Ουάσιγκτον».
Η ηλικία της; Υποτίθεται ότι είναι 161 ετών. Ο άνθρωπος πίσω από αυτή την παράσταση; Ο ανερχόμενος επιχειρηματίας και σόουμαν, Φινέας Τέιλορ Μπάρνουμ.
Το παραμύθι και η σκοτεινή αλήθεια
Ο κόσμος συρρέει κατά χιλιάδες. Πληρώνουν για να δουν με τα μάτια τους τη γυναίκα που υποτίθεται ότι φρόντισε τον ίδιο τον Ουάσιγκτον. Η Χεθ κάθεται σε μια πολυθρόνα, το σκελετώδες σώμα της είναι σκεπασμένο με ένα παλιό σάλι. Ανοίγει τα χείλη της, χωρίς δόντια πια – λέγεται πως ο Μπάρνουμ της τα αφαίρεσε για να φαίνεται πιο γερασμένη – και αφηγείται ιστορίες από τα παιδικά χρόνια του Ουάσιγκτον.
«Τα αγόρια παίζανε στον κήπο… ο μικρός Τζορτζ ήτανε κι αυτός εκεί…» ψιθυρίζει με σπαστή φωνή, κι οι θεατές, κρατώντας την ανάσα τους, καταπίνουν κάθε λέξη.
Η αλήθεια, όμως, είναι πιο σκοτεινή. Κανείς δεν ξέρει ότι αντί για 161 ετών, η γυναίκα μπροστά τους δεν είναι παρά μια ογδοντάρα, εξαντλημένη από μια ζωή σκλαβιάς και ακραίας, απάνθρωπης εκμετάλλευσης. Πριν καταλήξει στα χέρια του Μπάρνουμ, την είχε αγοράσει ο Ρ. Γου. Λίντσεϊ, που πρώτος κυκλοφόρησε την ιστορία περί δεσμού της με την οικογένεια Ουάσιγκτον, αλλά απέτυχε να συγκινήσει το κοινό.
Ο Μπάρνουμ όμως ξέρει από θέαμα. Με αστείρευτη ενεργητικότητα και αξεπέραστη εμπορική διορατικότητα, μετατρέπει την Τζόις σε φαινόμενο. Τα έσοδα; 1.500 δολάρια την εβδομάδα – ένα ποσό αστρονομικό για την εποχή.
Καθώς η φήμη της εξαπλώνεται ραγδαία κάποιοι αντιλαμβάνονται ότι αυτό που έχουν μπροστά τους δεν είναι παρά ένα καλοστημένο σόου, από έναν τυχοδιώκτη, που έχει μετατρέψει έναν άνθρωπο σε θέαμα. «Εκμεταλλεύονται μια γριά σκλάβα για κέρδος», φωνάζουν. Ορισμένοι κληρικοί απαγορεύουν στους πιστούς τους να παρακολουθήσουν αυτό που αποκαλούν «τερατώδες θέαμα».
«Θέαμα» και μετά θάνατον
Αλλά ο πολύς κόσμος δεν μπορεί να αντισταθεί στην περιέργεια. Θέλει να πιστέψει. Σε μια Αμερική που παλεύει να διατηρήσει την ενότητα καθώς πλησιάζει ο Εμφύλιος Πόλεμος, η εικόνα της γυναίκας που «ύψωσε το εθνικό σύμβολο στα χέρια της» μοιάζει παρηγορητική.
Η Χεθ πεθαίνει στις 19 Φεβρουαρίου 1836 στη Νέα Υόρκη. Ο Μπάρνουμ δεν σταματά εκεί. Θέλει να βγάλει χρήματα και μετά τον θάνατό της. Ανακοινώνει λοιπόν δημόσια αυτοψία. Ήταν σαν σήμερα, 22 Φεβρουαρίου 1836, όταν 1.500 άνθρωποι πλήρωσαν 50 σεντς έκαστος για να δουν τον δρ. Ντέιβιντ Ρότζερς να ανοίγει το άψυχο σώμα της.
Το συμπέρασμα του ιατροδικαστή; «Δεν θα μπορούσε, στην καλύτερη περίπτωση, να είναι πάνω από 80 ετών». Το πλήθος σοκάρεται, αλλά ο Μπάρνουμ αντιδρά ψύχραιμα. Ισχυρίζεται ότι είχε και ο ίδιος εξαπατηθεί. Ούτως ή άλλως ποιος νοιάζεται; Το θέαμα έχει ήδη πουλήσει.
Με την πάροδο του χρόνου, ο κόσμος θα θυμάται την υπόθεση της Τζόις Χεθ όχι μόνο ως το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίστηκε η καριέρα του Μπάρνουμ, αλλά και ως σύμβολο της ανθρώπινης εκμετάλλευσης.
Μια γυναίκα μετατρέπεται σε έκθεμα, το σώμα της σε εισιτήριο, η ιστορία της σε παραμύθι για να ικανοποιήσει την περιέργεια ενός έθνους. Η αξιοπρέπεια και η ψυχή ενός ανθρώπου θυσιάζονται στον βωμό της «ψυχαγωγίας» και του κέρδους.