Η φράση του τίτλου ανήκει στον Τζον Νανς Γκάρνερ, τον συντηρητικό αντιπρόεδρο του Φράνκλιν Ρούσβελτ. Και την είπε σαν σήμερα, 16 Φεβρουαρίου, 1954, ενώ άρχιζε η σύγκρουσή του με τον πρόεδρο.
Ο Γκάρνερ ήταν μια από τις πιο ασυνήθιστες φιγούρες που έφτασαν ποτέ τόσο κοντά στην εξουσία.
Γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1868 σε μια ξύλινη καλύβα κοντά στο Ντιτρόιτ του Τέξας. Ήταν το πρώτο από τα δεκατρία παιδιά του Τζον Νανς και της Σάρα (Γκεστ) Γκάρνερ. Από μικρή ηλικία εργάστηκε σε διάφορες δουλειές και έπαιξε ημιεπαγγελματικό μπέιζμπολ προτού φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ στο Τενεσί. Ωστόσο, προβλήματα υγείας τον ανάγκασαν να επιστρέψει στο Τέξας, όπου σπούδασε νομικά και έγινε δεκτός στο δικηγορικό σύλλογο το 1890.
Λίγο αργότερα, διαγνώστηκε με φυματίωση και μετακόμισε στο Ουβάλντε του Τέξας, όπου το ξηρό κλίμα θεωρούνταν ωφέλιμο για την υγεία του. Εκεί ξεκίνησε την καριέρα του ως δικαστής της κομητείας και εξελέγη μέλος της πολιτειακής νομοθετικής συνέλευσης το 1898.
«Όποιος προκόβει το κάνει μόνος του»
Το 1902 κέρδισε μια θέση στη Βουλή των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών. Με μια δυνατή, τραχιά φωνή και ένα στιλ που συνδύαζε τη λαϊκή σοφία με την πολιτική πονηριά, έγινε ένας από τους πιο ισχυρούς παίκτες του Κογκρέσου, το οποίο υπηρέτησε για 15 συνεχόμενες θητείες.
Υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων πριν γίνει αντιπρόεδρος το 1933, όταν ο Ρούσβελτ τον επέλεξε για να εξασφαλίσει τη στήριξη των Νοτίων Δημοκρατικών. Ήταν ένας πολιτικός που δεν μάσαγε τα λόγια του – περιέγραψε τη θέση του αντιπροέδρου ως «έναν κουβά με ζεστά ούρα», δείχνοντας ξεκάθαρα τη δυσαρέσκειά του για τον ρόλο.
Αν και αρχικά συμμάχησε με τον Ρούσβελτ, σύντομα ήρθε σε σύγκρουση μαζί του, αντιτιθέμενος στις πιο ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του New Deal. Πίστευε σε μια λιτή κυβέρνηση και στο δόγμα του «όποιος προκόβει, το κάνει μόνος του».
Η ήττα και το τέλος
Όταν ο Ρούσβελτ επιδίωξε μια άνευ προηγουμένου τρίτη θητεία, ο Γκάρνερ εξεγέρθηκε, διεκδικώντας ο ίδιος το χρίσμα των Δημοκρατικών το 1940. Ηττήθηκε πανηγυρικά, γεγονός που σηματοδότησε το τέλος της πολιτικής του καριέρας.
Αποσύρθηκε στο Τέξας, όπου έζησε μέχρι τα 98 του χρόνια, παραμένοντας πάντα ευθύς και ατακαδόρος. Η ιστορία τον θυμάται ως έναν πολιτικό με σκληρό ρεαλισμό, που δεν δίστασε να διαφωνήσει με έναν από τους πιο εμβληματικούς προέδρους της Αμερικής.
Και ίσως, αν είχε διαφημίσει τον εαυτό του λίγο περισσότερο – όπως έλεγε το μότο του – να είχε φτάσει ακόμα πιο μακριά.