Skip to main content

Η λαίδη και ο αλήτης: Ο «γάμος» των δισεκατομμυρίων που σόκαρε (και άλλαξε) τη Wall Street

Μία μεγάλη επενδυτική τράπεζα αποφάσιζε να «νυμφευτεί» έναν εκπρόσωπο της λιανικής τραπεζικής. Ήταν δύο διαφορετικοί κόσμοι

To αμφιθέατρο ασφυκτικά γεμάτο και η ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη. Οι πιο ισχυροί άνθρωποι της Wall Street, δημοσιογράφοι, αναλυτές και επενδυτές περιμένουν με ανυπομονησία. Αυτό που θα ακούσουν θα σοκάρει την αγορά. Αλλά μετά το πρώτο σοκ, ακολουθεί ενθουσιασμός.

Στη σκηνή, τρεις άντρες με πλατύ χαμόγελο κρατούν στα χέρια τους… πιστωτικές κάρτες. Είναι η στιγμή που ο Richard Fisher και ο John Mack της Morgan Stanley, μαζί με τον Philip Purcell της Dean Witter, ανακοινώνουν την πιο απροσδόκητη – τότε – ένωση στον χρηματοοικονομικό κόσμο. Το ημερολόγιο γράφει 7 Φεβρουαρίου 1977 όταν ανακοινώνεται το ιστορικό, όπως αποδείχθηκε, deal, που δημιουργούσε έναν αμερικανικό γίγαντα 21 δισ. δολαρίων με υπό διαχείριση ενεργητικό άνω των 270 δισ. δολαρίων.

Για δεκαετίες, η Morgan Stanley ήταν ένας κολοσσός της επενδυτικής τραπεζικής, με δύναμη στις αγορές κεφαλαίων και στις συναλλαγές θεσμικών επενδυτών. Από την άλλη, η Dean Witter είχε δημιουργήσει ένα πανίσχυρο δίκτυο λιανικών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, με χιλιάδες υπαλλήλους και την πανταχού παρούσα Discover Card.

Οι δύο εταιρείες ήταν διαφορετικοί κόσμοι. Ποτέ άλλοτε ένας κολοσσός της επενδυτικής τραπεζικής δεν είχε επιχειρήσει να μπει στα χωράφια της λιανικής τραπεζικής – καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, ασφάλειες, λογαριασμούς μετοχών και ομολόγων για μικροεπενδυτές. Αλλά η Morgan Stanley το τόλμησε. Και σε μια εποχή κατά την οποία οι αγορές μετασχηματίζονταν ραγδαία, η στρατηγική ενοποίησή έφερνε το φαινομενικά παράδοξο «ζευγάρι», πιο κοντά στο…μέλλον.

Class meets Mass

Για να αποδώσει τον χαρακτήρα της συνένωσης αυτής, ανάμεσα στην ελίτ της Wall Street και τη δύναμη της μαζικής αγοράς, το Business Week έγραψε: «Class meets Mass». Μία «λαίδη» (Morgan Stanley) στεκόταν στο πλευρό ενός «αλήτη». Οι μετοχές των δύο εταιρειών εκτοξεύθηκαν σχεδόν 25% μέσα σε λίγες ημέρες. Για πολλούς, αυτό ήταν το προμήνυμα μιας νέας εποχής στον τραπεζικό κλάδο, όπου η εξειδίκευση της επενδυτικής τραπεζικής και η προσβασιμότητα των λιανικών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών θα έπρεπε να συνυπάρχουν.

Αλλά δεν ήταν όλα ρόδινα. Η Morgan Stanley ήταν μια εταιρεία που βασιζόταν σε παραδόσεις, όπου τα μεγάλα deals, οι αυστηροί κώδικες δεοντολογίας και οι ελίτ της Wall Street είχαν τον πρώτο λόγο. Η Dean Witter, από την άλλη, ήταν ένας οργανισμός με κουλτούρα λιανικών πωλήσεων, προσανατολισμένος στον πελάτη και με μια αμεσότητα που διέφερε από την ψυχρή, αυστηρή προσέγγιση των επενδυτικών κολοσσών. Οι πολιτισμικές διαφορές μεταξύ των δύο οργανισμών φάνηκαν αμέσως. Οι traders της Morgan Stanley αποκαλούσαν τους brokers της Dean Witter «ταξιδιωτικούς πράκτορες», ενώ οι υπάλληλοι της Dean Witter έβρισκαν εκείνους της Morgan Stanley αλαζονικούς και αποκομμένους από τον πραγματικό κόσμο.

Παρά τα εμπόδια αυτά, η ενοποίηση προχώρησε. Ο Philip Purcell ανέλαβε ως CEO της νέας εταιρείας, ενώ ο John Mack ανέλαβε τη θέση του προέδρου. Η νέα εταιρεία είχε τεράστια δυναμική: το μεγαλύτερο δίκτυο χρηματιστών, ισχυρή επενδυτική τραπεζική και μια από τις πιο αναγνωρίσιμες πιστωτικές κάρτες στην αγορά. Η φιλοδοξία του Purcell ήταν ξεκάθαρη: «Σήμερα, είμαστε η κορυφαία εταιρεία πιστωτικών καρτών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύντομα, θα γίνουμε η κορυφαία σε όλο τον κόσμο».

Το διαζύγιο

Η συγχώνευση έφερε αναταραχές αλλά και καινοτομίες. Το νέο σχήμα φαινόταν για ένα διάστημα να αποκαλύπτει πως οι δύο κόσμοι, παρά τις διαφορές τους, δεν ήταν αναγκαστικά ασύμβατοι, αλλά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως συμπληρωματικά στοιχεία μιας νέας τραπεζικής πραγματικότητας. Οι θεσμικοί επενδυτές της Morgan Stanley μπορούσαν πλέον να αξιοποιούν τα δεδομένα και τη βάση πελατών της Dean Witter, ενώ οι πελάτες λιανικής είχαν πρόσβαση σε πιο εξελιγμένα προϊόντα και επενδυτικές ευκαιρίες.

Αλλά η ευτυχία δεν θα κρατούσε για πολύ. Το 2005 εν μέσω «ασυμφωνίας χαρακτήρων» ο Purcell τελικά αποχώρησε, και η εταιρεία αφαίρεσε το όνομα «Dean Witter» από την επωνυμία της, επιστρέφοντας στο απλό «Morgan Stanley». Η ιστορία του «γάμου» αυτού είναι μια υπενθύμιση ότι ακόμη και τα μεγαλύτερα deals δεν κρίνονται μόνο στα χρηματιστήρια, αλλά και στα γραφεία, στα «πολιτισμικά σοκ» και στις εσωτερικές ισορροπίες ισχύος. Αλλά παρά το γεγονός ότι κατέληξε σε «διαζύγιο», ήταν ένα deal που άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονταν οι μεγάλοι παίχτες του χρηματοοικονομικού τομέα.