Skip to main content

«Έλιωσα τα παντελόνια μου να παρακαλάω γονατιστός τους τραπεζίτες»: Η ιστορία ενός πανίσχυρου δισεκατομμυριούχου

Ο γυρολόγος πατέρας, η αγάπη για τα μαθηματικά και το κέρδος, η ευκαιρία του πετρελαίου και η δημιουργία ενός κολοσσού

Γεννήθηκε το 1839 στο Ρίτσφορντ της Νέας Υόρκης, περίπου στη μέση της απόστασης μεταξύ του Μπίγχαμπτον και της Ίθακα. Είχε τις βάσεις για μία καλή μόρφωση και ζωή, αλλά τίποτα δεν προμήνυε ότι θα γινόταν ο πλουσιότερος και ισχυρότερος άνδρας της εποχής του.

Η οικογένειά του Τζον Ντ. Ροκφέλερ δεν ήταν φτωχή, αλλά ούτε και πλούσια. Ο πατέρας του ήταν ένας γυρολόγος – ψευτογιατρός, που ισχυριζόταν ότι μπορούσε να θεραπεύσει τον καρκίνο και χρέωνε έως και 25 δολάρια ανά θεραπεία.

Ο πατέρας του Έιβερι Ροκφέλερ έλειπε για μήνες, ταξιδεύοντας στη Δύση από πόλη σε πόλη, και επέστρεφε όπου κι αν ζούσε η οικογένεια με σημαντικά χρηματικά ποσά. Η μητέρα του, Ελίζα Ντέιβισον Ροκφέλερ, ήταν πολύ θρησκευόμενη και αυστηρή. Δίδαξε στον Τζον την αξία της εργασίας, της αποταμίευσης και της φιλανθρωπίας.

Όταν χορήγησε το πρώτο… δάνειο

Μέχρι την ηλικία των 12 ετών, είχε αποταμιεύσει πάνω από 50 δολάρια, δουλεύοντας για γείτονες και μεγαλώνοντας γαλοπούλες για τη μητέρα του. Με την παρότρυνση της μητέρας του, δάνεισε 50 δολάρια σε έναν τοπικό αγρότη με επιτόκιο 7% ετησίως. Όταν ο αγρότης του επέστρεψε τα χρήματα με τόκο την επόμενη χρονιά, ο Ροκφέλερ εντυπωσιάστηκε και το 1904 είπε: «Μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι είναι καλό το χρήμα να είναι υπηρέτης μου και όχι εγώ σκλάβος του..».

Από το 1852, φοίτησε στην Ακαδημία Owego στη Νέα Υόρκη, όπου η οικογένειά του είχε μετακομίσει το 1851. Ο Ροκφέλερ διέπρεψε στα μαθηματικά και μπορούσε να λύσει δύσκολες αριθμητικές πράξεις νοητικά – μια ικανότητα που του ήταν εξαιρετικά χρήσιμη στην επιχειρηματική του καριέρα. Σε άλλα μαθήματα ήταν μέτριος, αλλά το επίπεδο εκπαίδευσης ήταν υψηλό.

Το 1853, η οικογένεια μετακόμισε στο Κλίβελαντ του Οχάιο και ο Τζον φοίτησε στο λύκειο από το 1853 έως το 1855. Ήταν εξαιρετικός στα μαθηματικά, ενώ συμμετείχε και στην ομάδα του debate. Το σχολείο ενθάρρυνε τη δημόσια ομιλία, και παρόλο που ο Ροκφέλερ ήταν μέτριος σε αυτό, η δεξιότητα αποδείχθηκε πολύτιμη.

Oscar White/Wikimedia Commons

Τα πρώτα επαγγελματικά βήματα

Την άνοιξη του 1855, ο Ροκφέλερ φοίτησε για 10 εβδομάδες στο Εμπορικό Κολέγιο Folsom, όπου διδάχθηκε λογιστική, εμπορική ιστορία, τραπεζικές συναλλαγές και εμπορικά ήθη. Από τον πατέρα του είχε ήδη μάθει πώς να συντάσσει οικονομικά έγγραφα.

Τον Αύγουστο του 1855, στα 16 του, άρχισε να ψάχνει δουλειά ως λογιστής στο Κλίβελαντ. Αν και η οικονομία της πόλης ήταν σε ύφεση, συνέχισε να προσπαθεί, επισκεπτόμενος τις ίδιες επιχειρήσεις πολλές φορές. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1855, τελικά προσελήφθη ως βοηθός λογιστή στην εταιρεία Hewitt & Tuttle.

Εντυπωσίασε γρήγορα τους εργοδότες του με τη σοβαρότητα και την τιμιότητά του. Είχε αυστηρή επαγγελματική ηθική και δεν δεχόταν να εκδώσει ψευδή παραστατικά. Επιπλέον, φρόντιζε να εισπράττει τα χρέη της εταιρείας, όντας επίμονος αλλά ευγενικός. Ό,τι χρήματα κέρδιζε, ένα μέρος το έδινε πάντα στην εκκλησία και σε φιλανθρωπίες.

Το 1858, ανέλαβε περισσότερες ευθύνες στην εταιρεία, διαχειριζόμενος πολύπλοκες μεταφορικές συμφωνίες. Ξεκίνησε και δικές του εμπορικές συναλλαγές, έχοντας πάντα υπολογίσει προσεκτικά τις κινήσεις του πριν ενεργήσει με αποφασιστικότητα. Η ακρίβεια, η ψυχραιμία και η στρατηγική του σκέψη τον έκαναν σεβαστό στην επιχειρηματική κοινότητα του Κλίβελαντ.

Η πρώτη επιχείρηση

Την 1η Μαρτίου 1859, λίγο πριν κλείσει τα 20, ίδρυσε με τον γείτονά του, Μορίς Κλαρκ, την εταιρεία Clark & Rockefeller, που δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο σιτηρών, κρεάτων και άλλων αγαθών. Τον πρώτο χρόνο, είχαν τζίρο 450.000 δολάρια και κέρδη 4.400 δολάρια, τα οποία αυξήθηκαν στα 17.000 δολάρια το 1861.

Κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου, οι δουλειές τους άνθισαν, αλλά ο Ροκφέλερ κατάλαβε ότι το μέλλον της αγοράς στο Κλίβελαντ ήταν περιορισμένο. Θεώρησε ότι η μεταφορά σιτηρών θα γινόταν αποκλειστικά μέσω σιδηροδρόμων, μειώνοντας τη σημασία του Κλίβελαντ ως λιμανιού. Κατάλαβε ότι η πόλη έπρεπε να στραφεί στις βιομηχανικές πρώτες ύλες και είδε τη μεγάλη ευκαιρία στο πετρέλαιο.

Η ευκαιρία του πετρελαίου

Το 1859, ο Έντουιν Ντρέικ ανακάλυψε πετρέλαιο στην Πενσυλβάνια, ξεκινώντας μια πετρελαϊκή φρενίτιδα.

Ο Ροκφέλερ μελέτησε την αγορά και το 1863 ίδρυσε μαζί με δύο συνεταίρους, τους Μόρις Μπ. Κλαρκ και Σάμιουελ Άντριους, την εταιρεία Andrews, Clark & Co., μπαίνοντας στην πετρελαϊκή διύλιση. Η γεωγραφική τοποθεσία του Κλίβελαντ, με πρόσβαση τόσο σε σιδηρόδρομους όσο και σε λιμάνια, του έδινε πλεονέκτημα έναντι του Πίτσμπουργκ.

Καθώς απεχθανόταν τη σπατάλη, επένδυσε στην αύξηση της αποδοτικότητας. Κατασκεύασε δικά του βαρέλια και αγόρασε δάση για ξυλεία, τα οποία αποξήραινε επί τόπου για να μειώσει το κόστος μεταφοράς. Εφάρμοσε αυτό που σήμερα ονομάζουμε «κάθετη ολοκλήρωση».

Η δημιουργία της Standard Oil

Το 1865 συνειδητοποίησε ότι υπήρχε ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι συνεταίροι του δεν συμμερίζονταν τους δικούς του στόχους και φιλοδοξίες. Ο ίδιος ήθελε να κάνει βήματα, στα οποία εκείνοι έθεταν εμπόδια. Έτσι αποφάσισε να εξαγοράσει το μερίδιο του Κλαρκ, για να αποκτήσει πλειοψηφικό έλεγχο. Αλλά χρειαζόταν 72.500 δολάρια σε μετρητά και δεν τα είχε.

Η μόνη λύση ήταν το τραπεζικό δάνειο. Καθώς ήταν μόλις 25 ετών, οι τραπεζίτες ήταν άκρως επιφυλακτικοί στο να του χορηγήσουν τόσο μεγάλη πίστωση. Ο ίδιος ο Τζον Ντ. Ροκφέλερ είχε πει αργότερα σε συνέντευξή του: «Είχα λιώσει τα παντελόνια μου, παρακαλώντας γονατιστός τους τραπεζίτες για ένα τόσο μεγάλο δάνειο σε μετρητά». Τελικά όμως τους έπεισε. 

Το 1866, έφερε τον αδερφό του, Ουίλιαμ, ως συνέταιρο, ανοίγοντας ένα διυλιστήριο στο Κλίβελαντ και ένα γραφείο στη Νέα Υόρκη.

Το 1867, μπήκε στην εταιρεία ο Χένρι Φλάγκλερ, δημιουργώντας την Rockefeller, Andrews & Flagler. Με νέες επενδύσεις, η επιχείρηση αναπτύχθηκε ραγδαία και ως το 1868 είχε γίνει η μεγαλύτερη εταιρεία διύλισης παγκοσμίως. Ο Ροκφέλερ και ο Φλάγκλερ κατάλαβαν ότι για σταθερή κερδοφορία, η επιχείρηση έπρεπε να είναι μεγάλη και να εκμεταλλεύεται όλα τα υποπροϊόντα της διύλισης.

Η στρατηγική αυτή έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία της Standard Oil, της πιο ισχυρής πετρελαϊκής εταιρείας στον κόσμο.