Είναι η ημέρα των γενεθλίων της, αλλά δεν γιορτάζει. Περνάει τα κεντρικά γραφεία των Ναζί στο ξενοδοχείο Metropole στην πλατεία Μόρτσιν της Βιέννης για πολύωρη ανάκριση. Μία ημέρα νωρίτερα είχε συλληφθεί στο καφέ Victoria από τη Gestapo.
Το ημερολόγιο γράφει 23 Ιανουαρίου 1941, όταν η Μαργκαρέτε Σούτε Λιχότσκι, γνωστή ως Γκρέτε, αντιμετωπίζει μαζί με τον συνεργάτη της Έρβιν Πούσμαν (γνωστό ως Γκέρμπερ) τους ανακριτές του ναζιστικού καθεστώτος.
Καταδικάστηκε ως κατάσκοπος σε 15 χρόνια φυλάκισης στη διαβόητη ναζιστική φυλακή του Άιχαχ στη Βαυαρία, ενώ οι άνδρες συνεργοί της, συμπεριλαμβανομένου του Πούσμαν, εκτελέστηκαν. Στις 29 Απριλίου 1945 απελευθερώθηκε από Αμερικανούς στρατιώτες.
Αυτό που ήθελε περισσότερο από κάθε τι επιστρέφοντας στην Αυστρία, ήταν η αρχιτεκτονική της καριέρα. Η ιδιότητά της ως μέλους του Κομμουνιστικού Κόμματος, ωστόσο, έγινε εμπόδιο, καθώς η χώρα βρέθηκε στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου. Αντί να αναγνωριστεί ως ηρωίδα, η Σούτε-Λιχότσκι αποκλείστηκε ουσιαστικά από δημόσια έργα, που ήταν και τα μοναδικά διαθέσιμα στην Αυστρία για πολλά χρόνια.
Χρειάστηκε να περάσουν αρκετές δεκαετίες για να δει την αναγνώριση. Το 1980 ο ρόλος της στην αντίσταση και κυρίως η αρχιτεκτονική της κληρονομιά της χάρισαν το βραβείο Αρχιτεκτονικής της Πόλης της Βιέννης.
Ξαναβρέθηκε στα πρωτοσέλιδα το 1988, όταν αρνήθηκε να τιμηθεί από τον Αυστριακό πρόεδρο Κουρτ Βαλντχάιμ, λόγω του ναζιστικού παρελθόντος του. Μέχρι τα 100ά της γενέθλια το 1997, θεωρούνταν η «Μεγάλη Κυρία»της αυστριακής αρχιτεκτονικής. Και τούτο γιατί ήταν η μητέρα της περιβόητης «κουζίνας της Φρανκφούρτης».
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Τα πρώτα βήματα
Η Μαργκαρέτε Λιχότσκι γεννήθηκε το 1897 στη Βιέννη, σε μία οικογένεια με οικονομική άνεση.
Οι γονείς της ενθάρρυναν τις πνευματικές της αναζητήσεις και της ενστάλαξαν ένα ηθικό καθήκον να βοηθά τους λιγότερο προνομιούχους.
Ήταν η πρώτη γυναίκα που σπούδασε αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης, όπου ήδη έδειχνε ενδιαφέρον για τον σχεδιασμό οικονομικά προσιτών κατοικιών και εσωτερικών χώρων για τη μεσαία και την εργατική τάξη, αντί για την «ελίτ των πλουσίων»
Μέχρι το 1919 είχε ήδη κερδίσει βραβεία για τον σύγχρονο σχεδιασμό κουζίνας από τον Βιεννέζο κατασκευαστή Λομπεγιερ. Μετά την αποφοίτησή της, εργάστηκε δίπλα στον Άντολφ Λος σε ένα φιλόδοξο κυβερνητικό πρόγραμμα που στόχευε στη δημιουργία οικονομικά προσιτής στέγασης για τη μεσαία τάξη στη Βιέννη.
Η Ταξιαρχία του Μάι
Κατά τη διάρκεια αυτής της εργασίας γνώρισε τον Γερμανό αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Έρνστ Μάι, ο οποίος την προσκάλεσε στην ομάδα του για τον σχεδιασμό 15.000 διαμερισμάτων στη Φρανκφούρτη.
Το 1926 μετακόμισε στη Φρανκφούρτη. Η ομάδα, γνωστή ως «Η Ταξιαρχία του Μάι», περιλάμβανε επίσης σημαντικά ονόματα όπως ο Βάλτερ Γκρόπιους, ο Άντολφ Μέγιερ, ο Μπρούνο Τάουτ και ο Μαρ Σταμ.
Κατά τη διάρκεια της θητείας της εκεί, σχεδίασε την περίφημη πλέον «Κουζίνα της Φρανκφούρτης». Έναν χρόνο αργότερα παντρεύτηκε τον συνάδελφό της αρχιτέκτονα Έρβιν Σούτε.
Η Μαργκαρέτε συμμετείχε στον σχεδιασμό σχολείων, νηπιαγωγείων και φοιτητικών εστιών ως μέρος του αναπτυξιακού σχεδίου της πόλης. Ωστόσο, το 1930 έπεσε θύμα της ναζιστικής εκκαθάρισης των γυναικών από την αγορά εργασίας και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το πολεοδομικό γραφείο του Μάι.
Margarete Schütte-Lihotzky (1897-2000) Arquitecta que diseñó una cocina eficiente para el usuario minimizando el número de pasos que necesitaría para llevar a cabo sus tareas. Pensando en el comfort desde la acción. #Fenomenología y #Arquitectura. Hablo de #NeuroArquitectura pic.twitter.com/0tnYTyDTvY
— Ana Mombiedro (@AnukiNuk) October 14, 2020
Από τη Σοβιετική Ένωση στην Κωνσταντινούπολη
Όταν ο Έρνστ Μάι έλαβε πρόσκληση να εργαστεί στη Σοβιετική Ένωση, η Μαργκαρέτε – φλογερή κομμουνίστρια – και ο σύζυγός της τον ακολούθησαν. Για ένα σύντομο διάστημα σημείωσαν μεγάλη επιτυχία, δουλεύοντας σε εκτεταμένα πολεοδομικά έργα σε ολόκληρη τη Ρωσία.
Ωστόσο, μέχρι το 1937 αναγκάστηκαν να φύγουν, καθώς και η Ρωσία είχε υποκύψει στον ολοκληρωτισμό υπό τον Στάλιν. Το 1938 εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, η οποία είχε γίνει καταφύγιο για Ευρωπαίους που διέφευγαν από τον φασισμό και Ρώσους που έφευγαν από τον Στάλιν. Βρήκαν εργασία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της πόλης, δίπλα στον Μπρούνο Τάουτ.
Το 1940, η κομμουνιστική αυστριακή αντίσταση στην Κωνσταντινούπολη χρειαζόταν απεγνωσμένα έναν σύνδεσμο στη Βιέννη για να βοηθήσει στην ανασυγκρότηση του δικτύου της. Η Μαργκαρέτε δέχτηκε την αποστολή.
Μετά από τέσσερα χρόνια εγκλεισμού σε στρατόπεδο φυλάκισης, επέστρεψε σε μια πολύ διαφορετική Βιέννη. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο γάμος της δεν άντεξε και το 1950 χώρισε από τον Έρβιν Σούτε. Αν και εργάστηκε ως αρχιτεκτονική σύμβουλος για αρκετές χώρες του Ανατολικού Μπλοκ, η καριέρα της στην Αυστρία είχε ουσιαστικά τελειώσει λόγω των κομμουνιστικών της δεσμών.
Κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, παρέμεινε ενεργή στην πολιτική, ως πρόεδρος της Αυστριακής Ομοσπονδίας Δημοκρατικών Γυναικών και συμμετείχε σε διάφορα διοικητικά συμβούλια, συμπεριλαμβανομένου του αυστριακού οργανισμού για τα θύματα του ναζισμού και του φασισμού. Απεβίωσε το 2000, λίγες ημέρες πριν από τα 103α γενέθλιά της, στις 24 Ιανουαρίου.
Τι ήταν η Κουζίνα της Φρανκφούρτης
Η Κουζίνα της Φρανκφούρτης ήταν η πρώτη κουζίνα που σχεδιάστηκε για μαζική παραγωγή και η πρώτη που βασίστηκε σε πρότυπα σχεδιασμού.
Οι κουζίνες αυτές προορίζονταν για 15.000 νέες κατοικίες που είχαν στόχο να στεγάσουν εργατικές οικογένειες και πρόσφυγες πολέμου. Έπρεπε να κατασκευαστούν από φθηνά, διαθέσιμα υλικά και να είναι οικονομικά προσιτές για μαζική παραγωγή. Τα πρότυπα σχεδιασμού που δημιουργήθηκαν τότε χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα.
Πριν από την Κουζίνα της Φρανκφούρτης, δεν υπήρχαν πρότυπα σχεδίασης – οι κουζίνες ήταν απλώς ένα άδειο δωμάτιο με έναν νεροχύτη. Οι ένοικοι έπρεπε να αγοράσουν τα δικά τους ντουλάπια και συχνά τη δική τους σόμπα. Η Μαργκαρέτε οραματίστηκε ένα μέλλον όπου οι γυναίκες θα μπορούσαν να έχουν καριέρα και να είναι νοικοκυρές ταυτόχρονα, και πίστευε ότι ο καλός σχεδιασμός μπορούσε να βοηθήσει στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Κάθε Κουζίνα της Φρανκφούρτης διέθετε μια σόμπα αερίου, ένα ενσωματωμένο ράφι στεγνώματος πάνω από τον νεροχύτη, πολλούς αποθηκευτικούς χώρους και πάγκους εργασίας, ακόμη και σιδερώστρα. Η αποθήκευση ήταν άκρως οργανωμένη, με ενσωματωμένα δοχεία για αλεύρι, ψωμί και άλλα αρτοποιήματα.
Αν και αυτά τα χαρακτηριστικά φαίνονται αυτονόητα σήμερα, το 1921 αποτελούσαν καινοτομία, καθώς οι πάγκοι κουζίνας δεν υπήρχαν σε σπίτια της εργατικής τάξης, και τα έπιπλα κουζίνας διατίθεντο σε διαφορετικά ύψη, χωρίς καμία ομοιομορφία.