Με τα βλέμματα όλων να είναι στραμμένα στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία σηματοδοτεί την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο και την έναρξη μίας νέας εποχής, αξίζει να θυμηθούμε την έναρξη της δεύτερης θητείας ενός άλλου προέδρου.
Ήταν ακριβώς 87 έτη πριν, 20 Ιανουαρίου 1937, όταν ορκίστηκε πρόεδρος για δεύτερη φορά ο Φράνκλιν (ή Φραγκλίνος όπως συνηθίζεται στην ελληνική βιβλιογραφία) Ρούζβελτ.
Ήταν η 38η προεδρική ορκωμοσία και σηματοδότησε την έναρξη της δεύτερης θητείας του Ρούζβελτ, ο οποίος κράτησε τα ηνία των ΗΠΑ κατά το μεγαλύτερο διάστημα της Μεγάλης Ύφεσης και του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Θεωρείται από πολλούς ένας από τους σημαντικότερους προέδρους των Ηνωμένων Πολιτειών, μαζί με τους Τζορτζ Ουάσινγκτον και Αβραάμ Λίνκολν. Αναλογιζόμενος την προεδρία του «που οδήγησε τις ΗΠΑ μέσα από την Μεγάλη Ύφεση και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σε ένα ευημερούμενο μέλλον», ο βιογράφος του δήλωσε το 2007, πως «ανυψώθηκε από μια αναπηρική καρέκλα για να σηκώσει το έθνος στα γόνατά του».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν η πρώτη ορκωμοσία που έλαβε χώρα στις 20 Ιανουαρίου σύμφωνα με την 20η Τροποποίηση του Συντάγματος. Και ήταν επίσης η πρώτη φορά που ο αντιπρόεδρος ορκίστηκε στην εναρκτήρια πλατφόρμα και όχι στην αίθουσα της Γερουσίας.
Έβρεχε ασταμάτητα καθόλη τη διάρκεια της ορκωμοσίας, αλλά αυτό δεν πτόησε το πλήθος, που είχε συγκεντρωθεί για να ακούσει τον πρόεδρο.
Η ομιλία
Μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος των ΗΠΑ τόνισε:
«Στην πραγματικότητα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, κάναμε την άσκηση κάθε εξουσίας πιο δημοκρατική· διότι αρχίσαμε να φέρνουμε τις ιδιωτικές αυταρχικές εξουσίες στην κατάλληλη υποταγή τους στη διακυβέρνηση του λαού. Ο θρύλος ότι ήταν ανίκητες – πάνω και πέρα από τις διαδικασίες μιας δημοκρατίας – έχει καταρριφθεί. Έχουν αμφισβητηθεί και ηττηθεί.
Η πρόοδός μας για την έξοδο από την ύφεση είναι προφανής. Αλλά αυτό δεν είναι όλο που εσείς κι εγώ εννοούμε με τη νέα τάξη πραγμάτων. Η υπόσχεσή μας ήταν να μην κάνουμε απλώς μια πρόχειρη δουλειά με υλικά δεύτερης χρήσης.
Χρησιμοποιώντας τα νέα υλικά της κοινωνικής δικαιοσύνης, έχουμε αναλάβει να χτίσουμε πάνω στα παλιά θεμέλια μια πιο ανθεκτική δομή για την καλύτερη χρήση από τις μελλοντικές γενιές.
Σ’ αυτόν τον σκοπό έχουμε βοηθηθεί από επιτεύγματα του νου και του πνεύματος. Παλαιές αλήθειες έχουν επανεκτιμηθεί· ψευδείς ιδέες έχουν εγκαταλειφθεί. Πάντα γνωρίζαμε ότι η ασύδοτη ιδιοτέλεια ήταν κακή ηθική. Τώρα ξέρουμε ότι κάνει κακό και στην οικονομία.
Από την κατάρρευση μιας ευημερίας, της οποίας οι δημιουργοί καυχιόνταν για την πρακτικότητά τους, γεννήθηκε η πεποίθηση ότι μακροπρόθεσμα η οικονομική ηθική αποδίδει. Αρχίζουμε να εξαλείφουμε τη γραμμή που χωρίζει το πρακτικό από το ιδανικό· και κάνοντάς το, διαμορφώνουμε ένα εργαλείο ανείπωτης δύναμης για τη θεμελίωση ενός ηθικά καλύτερου κόσμου.
Αυτή η νέα κατανόηση υπονομεύει τον παλιό θαυμασμό για την υλική επιτυχία ως τέτοια. Αρχίζουμε να εγκαταλείπουμε την ανοχή μας για την κατάχρηση εξουσίας από εκείνους που προδίδουν για το κέρδος τις στοιχειώδεις ευπρέπειες της ζωής.
Σε αυτή τη διαδικασία, τα κακά πράγματα που άλλοτε γίνονταν αποδεκτά δεν θα συγχωρούνται τόσο εύκολα. Δεν θα δικαιολογείται τόσο εύκολα η αναισθησία. Οδεύουμε προς μια εποχή καλής διάθεσης. Αλλά αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί να υπάρξει εποχή καλής διάθεσης παρά μόνο ανάμεσα σε ανθρώπους καλής θέλησης.
Για αυτούς τους λόγους, δικαιολογούμαι να πιστεύω ότι η μεγαλύτερη αλλαγή που έχουμε δει είναι η αλλαγή στο ηθικό κλίμα της Αμερικής.
Ανάμεσα σε ανθρώπους καλής θέλησης, η επιστήμη και η δημοκρατία μαζί προσφέρουν μια ολοένα πλουσιότερη ζωή και ολοένα μεγαλύτερη ικανοποίηση στο άτομο. Με αυτήν την αλλαγή στο ηθικό μας κλίμα και την επανεξευρεθείσα ικανότητά μας να βελτιώνουμε την οικονομική μας τάξη, οδεύουμε στον δρόμο της διαρκούς προόδου.
Θα σταματήσουμε τώρα και θα γυρίσουμε την πλάτη στον δρόμο που βρίσκεται μπροστά μας; Θα ονομάσουμε αυτό τη γη της επαγγελίας; Ή θα συνεχίσουμε την πορεία μας; Διότι «κάθε εποχή είναι ένα όνειρο που πεθαίνει ή ένα που γεννιέται».