Στο μακρινό 1850 η ιαπωνική κοινωνία ακολουθούσε ένα αυστηρό ταξικό σύστημα: Σαμουράι, Αγρότες, Τεχνίτες και οι Έμποροι. Σε αυτήν την τελευταία βαθμίδα των εμπόρων γεννήθηκε ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας.
Ο πατέρας του, Τοκουσίτσι Νομούρα ο Α’, σε ηλικία μόλις 10 ετών, έγινε μαθητευόμενος σε ανταλλακτήριο νομισμάτων και με τον τρόπο αυτό εισήλθε στη χαμηλότερη και με διαφορά λιγότερο σεβαστή τάξη της Ιαπωνίας. Οι έμποροι ήταν κοινωνικά υποδεέστεροι, παρίες. Και όσοι ασχολούνταν με το χρήμα ήταν οι πιο «δυστυχείς» όλων.
Δεδομένου ότι δεν υπήρχε ενιαίο σταθερό νόμισμα, τα ανταλλακτήρια έπαιζαν βασικό ρόλο σε όλες τις εμπορικές δραστηριότητες. Με τα χρυσά, ασημένια και χάλκινα νομίσματα να κυκλοφορούν σε συνεχώς μεταβαλλόμενες ποσότητες, ήταν εκείνοι που καθόριζαν τις σχετικές αξίες τους ανάλογα με την αγορά. Ήταν οι πρώτοι χρηματιστές.
Οι αλλαγές στην ιαπωνική κοινωνία
Ωστόσο, μετά από μια σειρά νομισματικών μεταρρυθμίσεων και χρηματοοικονομικών καινοτομιών, ο ρόλος τους έγινε εν πολλοίς περιττός. Παρόλα αυτά, όταν ο άνθρωπος για τον οποίο εργαζόταν πέθανε το 1871, ο πατέρας του πρωταγωνιστή μας, ο Τοκουσίτσι Νομούρα ο Α’, άνοιξε το δικό του ανταλλακτήριο νομισμάτων, το Nomura Shoten.
Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που επηρέασαν τους χρηματιστές πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της Μεταρρύθμισης Meiji το 1868, όταν η Ιαπωνία επέστρεψε σε αυτοκρατορική διακυβέρνηση υπό τον Αυτοκράτορα Μουτσουχίτο. Κατά την Περίοδο Έντο (1603–1867), η Ιαπωνία απομόνωνε σκόπιμα τον εαυτό της από τη Δύση λόγω υποψιών για ξένη παρέμβαση και θέλοντας να αποφύγει τις αποικιοκρατικές δυνάμεις αλλά και την διείσδυση του Χριστιανισμού. Οι ξένοι απαγορευόταν να εισέλθουν στην Ιαπωνία, οι Ιάπωνες πολίτες απαγορευόταν να φύγουν και το εμπόριο με τις δυτικές χώρες ήταν παράνομο.
Μετά τη Μεταρρύθμιση Meiji, η Ιαπωνία άνοιξε ξανά στον κόσμο για πρώτη φορά σε 200 χρόνια και άρχισε να εκσυγχρονίζεται για να συμβαδίσει με τη Δύση. Αυτή ήταν η Ιαπωνία στην οποία γεννήθηκε ο Τοκουσίτσι Νομούρα ο Β’ το 1878. Μια Ιαπωνία που επανασυνδεόταν με τη Δύση και εκσυγχρόνιζε ταχέως την οικονομία και τις υποδομές της. Το ίδιο έτος ιδρύθηκαν τα χρηματιστήρια της Οσάκα και του Τόκιο.
Ο Τοκουσίτσι ο Β’ μεγάλωσε σε μια πολύ διαφορετική Ιαπωνία από τον πατέρα του. Ενώ εκείνος είχε βιώσει ένα αυστηρά επιβαλλόμενο ταξικό σύστημα υπό φεουδαρχική διακυβέρνηση, ο ίδιος γεννήθηκε σε μια ιαπωνική κοινωνία που ήταν έντονα επικεντρωμένη στον κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό. Ήταν ένα «παιδί μιας νέας εποχής» όσο και εάν τυπικά γεννήθηκε στην χαμηλότερη τάξη της κοινωνίας.
Τα πρώτα βήματα στον «διαβόητο» κόσμο του χρηματιστηρίου
Σε ηλικία μόλις μόλις 18 ετών εντάχθηκε στην οικογενειακή επιχείρηση, στο πλευρό του πατέρα του. Ωστόσο δεν ήθελε να περιοριστεί στην ανταλλαγή νομισμάτων. Ήθελε να μάθει για το χρηματιστήριο και τις επενδύσεις. Παρά το γεγονός ότι ήταν ο πρώτος στη σειρά για να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση ως ο μεγαλύτερος γιος, ζήτησε από τον πατέρα του να παραδώσει τα ηνία στον μικρότερο αδελφό του.
Παρόλο που απέρριψε αυτό το αίτημα, ο πατέρας του, του επέτρεψε να γίνει μαθητευόμενος στη Yasuhiro Shoten, την εταιρεία εμπορίας μετοχών του γαμπρού του. Εκείνη την εποχή, όσο και εάν η Ιαπωνία εκσυγχρονιζόταν, το μεγαλύτερο μέρος του ιαπωνικού πληθυσμού δεν εμπιστευόταν τους χρηματιστές και είχε δυσμενείς απόψεις για το χρηματιστήριο.
Σύμφωνα με το βιβλίο “House of Nomura”: «Η διαπραγμάτευση στο χρηματιστήριο θεωρούνταν πάντα μια μορφή τζόγου από τους Ιάπωνες… αγνοούνταν από το ευρύ κοινό. Οι αξιοσέβαστοι άνθρωποι δεν σχετίζονταν με τα χρηματιστήρια. Ακόμη και οι πλούσιοι που κατείχαν μετοχές στις λίγες εισηγμένες εταιρείες δεν χρησιμοποιούσαν το χρηματιστήριο για να τις αγοράσουν ή να τις πουλήσουν… Οι χρηματιστές ήταν διαβόητοι για τις δικές τους συναλλαγές εις βάρος των πελατών».
Ωστόσο κατά τη διάρκεια της μαθητείας του, ο Τοκουσίτσι γοητεύτηκε από το χρηματιστήριο. Ήθελε να επενδύσει σε μετοχές και να μάθει πώς λειτουργεί η αγορά, αλλά περιοριζόταν στις συνήθεις αγγαρίες της μαθητείας, όπως το σκούπισμα του πατώματος και το σερβίρισμα τσαγιού στους πελάτες. Ωστόσο, όταν τον έστελναν για θελήματα στην Οσάκα, ο Τοκουσίτσι έπιανε με κουβέντα με χρηματιστές. Και απορροφούσε τις γνώσεις, που του μετέδιδαν, σαν σφουγγάρι.
Η κλοπή και ο στρατός
Τελικά, η επιθυμία του να ασχοληθεί με το χρηματιστήριο έγινε τόσο έντονη που κατέφυγε στην κλοπή. Αφού περίμενε να φύγει ο κουνιάδος και εργοδότης του από το γραφείο της επιχείρησης, άρπαξε κρατικά ομόλογα αξίας 500 γεν από το χρηματοκιβώτιο της εταιρείας και τα χρησιμοποίησε ως εγγύηση για να αγοράσει μετοχές στο χρηματιστήριο. Εκείνη την εποχή τα 500 γεν αντιστοιχούσαν περίπου σε 6 μισθούς. Το σχέδιό του ήταν να κερδίσει αρκετά, ώστε να επιστρέψει τα 500 γεν χωρίς να γίνει αντιληπτός, διατηρώντας τα κέρδη.
Ο Τοκουσίτσι επένδυσε το σύνολο των 500 γεν σε μία μετοχή που ένας χρηματιστής του είχε πει πως θα ανέβαινε. Η συμβουλή αποδείχθηκε λανθασμένη, και οι τιμές των μετοχών κατέρρευσαν, εξαφανίζοντας τα 500 γεν. Όταν η κλοπή του έγινε αντιληπτή προκάλεσε τεράστια ντροπή στην οικογένεια. Μετά την ταπείνωσή του κατετάγη στον ιαπωνικό στρατό για να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία. Αν και εργαζόταν σκληρά, φαίνεται ότι «διασκέδαζε» ακόμα πιο έντονα.
«Η συμπεριφορά του συχνά ξεπερνούσε τα όρια του σωστού στρατιωτικού κώδικα. Κατά τις άδειες του Σαββατοκύριακου, ο Νομούρα εξερευνούσε τον άτακτο κόσμο του Κιότο. Οι κραιπάλες με σάκε και γυναίκες διαρκούσαν τέσσερις ή πέντε ημέρες, τελειώνοντας μόνο όταν ομάδες ανίχνευσης που στέλνονταν από τον λοχία του τον έφερναν πίσω στη βάση», διαβάζουμε στο House of Nomura.
Ο πόλεμος και η πρώτη μεγάλη επένδυση
Το 1902, μετά την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας του, εντάχθηκε στην οικογενειακή επιχείρηση, την Nomura Shoten, ως γενικός διευθυντής. Για τα επόμενα δύο χρόνια, μελετούσε την αγορά και προσπαθούσε να πείσει τους πελάτες της εταιρείας να επενδύσουν σε μετοχές.
Όταν ξέσπασε πόλεμος το 1904 ο Τοκουσίτσι προέβλεψε μια ανάλογη πολεμική άνθηση με αυτή του Πρώτου Σινοϊαπωνικού Πολέμου και παρακάλεσε τον πατέρα του να του επιτρέψει να κατευθύνει την οικογενειακή επιχείρηση προς νέα κατεύθυνση, χρησιμοποιώντας τα οικογενειακά κεφάλαια.
Μετά από αρχική άρνηση, ο Τοκουσίτσι ο Ά ενέδωσε. Το 1904, ο Τοκουσίτσι ο Β’ απέκτησε πρόσβαση στην οικογενειακή περιουσία και ανέλαβε τον έλεγχο της Nomura Shoten.
Η πρώτη μεγάλη επένδυση που έκανε ως επικεφαλής της Nomura Shoten ήταν σε μια κλωστοϋφαντουργική εταιρεία, την Fukushima Boseki, για την οποία κυκλοφορούσαν φήμες ότι βρισκόταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας. Ωστόσο, αυτές οι φήμες ήταν ανυπόστατες. Αφού επισκέφθηκε και συναντήθηκε με τη διοίκηση της εταιρείας, διαπίστωσε ότι η εταιρεία όχι μόνο δεν ήταν χρεοκοπημένη, αλλά στην πραγματικότητα ακμάζουσα. Η διοίκηση του έδειξε τα βιβλία παραγγελιών τους. Ήταν γεμάτα. Και ο νεαρός Νομούρα κατάλαβε ότι οι φήμες περί χρεοκοπίας είχαν διαδοθεί από εκείνους που «σόρταραν» μετοχές για να ωφεληθούν.
Μετά από μια απότομη πτώση της μετοχής της Fukushima Boseki, άρχισε να αγοράζει μετοχές στα 20 γεν. Μέσα σε λίγες ημέρες η τιμή ανέβηκε στα 25 γεν, και συνέχισε να αγοράζει μέχρι να φτάσει στα 30 γεν. Σε αυτό το σημείο, οι πωλητές μετοχών πανικοβλήθηκαν από την άνοδο της τιμής και προσπάθησαν να βγουν από τις θέσεις τους αγοράζοντας πίσω τις μετοχές της εταιρείας. Σύντομα κατάλαβαν ότι ο Τοκουσίτσι κατείχε τις περισσότερες από τις διαθέσιμες μετοχές.
Μέχρι το τέλος του 1905, η τιμή της μετοχής της Fukushima Boseki είχε ξεπεράσει τα 100 γεν, και ο Τοκουσίτσι Νομούρα είχε κερδίσει περισσότερα από τα 20.000 γεν που του είχε δανείσει ο πατέρας του. Παρόλο που πούλησε κάποιες μετοχές, διατήρησε την πλειονότητα της επένδυσής του ως μακροπρόθεσμη επιλογή. Στην πραγματικότητα δεν αποχωρίστηκε ποτέ τη θέση του. Ακόμη και σήμερα η Nomura Asset Management εξακολουθεί να κατέχει το 2,9% της Fukushima Boseki (που πλέον διαπραγματεύεται ως Shikibo).
Το πρωτοποριακό τμήμα ερευνών
Η εμπειρία του με τη Fukushima Boseki ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη της οπτικής του και της προσέγγισής του στις επενδύσεις. Ερευνώντας την εταιρεία, συνομιλώντας με τη διοίκηση και εξετάζοντας τα στατιστικά, συνειδητοποίησε ότι δεν μπορείς απλά να ακολουθείς τις φήμες. Με αυτή την κατανόηση, πήρε μια καινοτόμο απόφαση, πρωτόγνωρη για την εποχή στην ιαπωνική χρηματοοικονομική ιστορία: η χρηματοοικονομική εταιρεία του θα δημιουργούσε ένα τμήμα έρευνας αφιερωμένο στην ανάλυση εταιρειών.
Το 1906, ο Τοκουσίτσι ίδρυσε το τμήμα έρευνας της Nomura Shoten, το οποίο αρχικά αποτελούνταν από λίγα άτομα. Ο σκοπός του ήταν να συλλέγει και να αναλύει δεδομένα για εταιρείες, να συντάσσει αναφορές και να παρέχει ακριβείς προβλέψεις στους πελάτες της εταιρείας. Ήταν ένα πρωτόγνωρο βήμα για την εποχή, καθώς κανείς άλλος στην Ιαπωνία δεν πρόσφερε τέτοιες υπηρεσίες.
Απέδειξε ότι η επιτυχία στις επενδύσεις δεν βασιζόταν στην τύχη, αλλά στην κατανόηση των γεγονότων και των συνθηκών που επηρεάζουν την αγορά. Το τμήμα έρευνας έγινε η βάση της φιλοσοφίας της Nomura: να εξυπηρετεί τους πελάτες με αξιόπιστη και καλά τεκμηριωμένη πληροφόρηση.
Το κραχ του 1907 ως ευκαιρία
Το 1907, η ιαπωνική χρηματιστηριακή αγορά υπέστη σοβαρή κρίση, όταν μια οικονομική ύφεση στις Ηνωμένες Πολιτείες εξαπλώθηκε παγκοσμίως. Πολλές ιαπωνικές χρηματοοικονομικές εταιρείες κατέρρευσαν, αλλά η Nomura Shoten επιβίωσε και μάλιστα ακμάσε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η στρατηγική του να βασίζεται στην έρευνα και την ανάλυση αποδείχθηκε σοφή. Η εταιρεία είχε αποφύγει τις υπερβολικά επικίνδυνες επενδύσεις και κατάφερε να εντοπίσει ευκαιρίες αγοράς σε υποτιμημένες μετοχές, τις οποίες μπορούσε να αποκτήσει σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές.
Η φήμη της Nomura Shoten ως αξιόπιστης και σταθερής εταιρείας αυξήθηκε, και οι πελάτες άρχισαν να την εμπιστεύονται ακόμα περισσότερο.
Το 1917, η Nomura Shoten μετεξελίχθηκε σε ένας ολοκληρωμένος επενδυτικός οίκος. Αυτή η κίνηση ήταν μια ακόμη πρωτοβουλία του Τοκουσίτσι, ο οποίος ήθελε να προσφέρει ένα ευρύτερο φάσμα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στους πελάτες του.
Με το τμήμα έρευνας στο επίκεντρο της στρατηγικής της, η Nomura Bank, όπως μετονομάστηκε, επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμων σχέσεων με τους πελάτες, παρέχοντας επενδυτικές συμβουλές, ανάλυση αγοράς και πρόσβαση σε κεφάλαια.
Η κληρονομιά του
Πέθανε το 1945, αλλά η φιλοσοφία και οι μέθοδοι του συνεχίζουν να καθοδηγούν την εταιρεία που ίδρυσε.
Με σκληρή δουλειά, οξυδέρκεια, προσαρμοστικότητα και την ικανότητα να βλέπει ευκαιρίες εκεί που άλλοι έβλεπαν μόνο προβλήματα, από παρίας έγινε… Σαμουράι των αγορών. Και άφησε πίσω του μια κληρονομιά που εξακολουθεί να επηρεάζει τον χρηματοοικονομικό κόσμο.