Skip to main content

«Πουλάω ενθουσιασμό»: Η επιχειρηματική αυτοκρατορία, οι μπίζνες με τη μαφία και ο έλεγχος της εξουσίας από τον Τεφλόν Ντον

REUTERS/Yara Nardi

Η ζωή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι θυμίζει ταινία - Ήταν ένας πρωταγωνιστής, χαρισματικός όσο και αμφιλεγόμενος, που επιζητούσε πάνω από όλα τη λατρεία του κοινού

Δεν είχε ακόμη εισέλθει στον στίβο της πολιτικής, αν και είχε πολλαπλούς τρόπους να επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις. Ως μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης και ως πρόεδρος ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου που ο ίδιος μεταμόρφωσε σε πανίσχυρο πρωταγωνιστή των ευρωπαϊκών γηπέδων.

Το ημερολόγιο έγραφε 24 Δεκεμβρίου 1988, όταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ιδιοκτήτης της Fininvest (μέσω της οποίας ήλεγχε το 80% της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ιταλία) και της AC Milan, ερωτηθείς από τους Financial Times τι είναι αυτό που προσφέρει στους Ιταλούς, δήλωνε: «Πουλάω ενθουσιασμό». Λίγα χρόνια αργότερα, το 1993 θα έκανε τα πρώτα επίσημα βήματα στην πολιτική, ιδρύοντας το κόμμα Forza Italia. Και έως και τον θάνατό του, έκανε ακριβώς αυτό: πουλούσε ενθουσιασμό.

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο μακροβιότερος ηγέτης της Ιταλίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήθελε πάνω απ’ όλα οι άνθρωποι να τον αγαπούν. Είτε βρισκόταν στη διεθνή γεωπολιτική σκηνή είτε στη σκηνή του κρουαζιερόπλοιου όπου εργάστηκε νέος ως τραγουδιστής, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, που πέθανε πέρυσι σε ηλικία 86 ετών, επιζητούσε την αποδοχή του κοινού.

Παρόλο που ο Μπερλουσκόνι αποχώρησε από την εξουσία τον Νοέμβριο του 2011, παραδίδοντας την παραίτησή του στον Ιταλό Πρόεδρο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο στο Κυρηνάλιο Μέγαρο, εν μέσω πληθώρας σκανδάλων, παρέμεινε εξαιρετικά επιδραστικός έως και τον θάνατό του.

REUTERS/Remo Casilli/File Photo

Ήταν μια πρόταση μομφής ύστερα από κατηγορίες για φορολογική απάτη που οδήγησε στην πτώση του από το πρωθυπουργικό αξίωμα. «Μετά την παραίτησή του, καθόταν σκυφτός στο πίσω μέρος της μαύρης λιμουζίνας του, καθώς ο οδηγός του περνούσε ανάμεσα από ένα πλήθος εξοργισμένο, που είχε παραταχθεί στη διαδρομή προς την πολυτελή του βίλα, την Piazza Venezia. Πέταγαν κέρματα, τον αποκαλούσαν μαφιόζο και κλέφτη. Μια μικρή ορχήστρα έπαιζε τη χορωδία “Hallelujah” από τον «Μεσσία» του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ. Ήταν ένα θέαμα που μόνο οι Ιταλοί θα μπορούσαν να παρουσιάσουν με τέτοια χάρη», σχολίαζε τότε το Foreign Policy.

Είχε προηγηθεί το σκάνδαλο των Bunga Bunga πάρτι και της Ρούμπι το 2010. Ρούμπι ήταν το ψευδώνυμο της τότε 17χρονης χορεύτρια Καρίμα Ελ Μαχρούγκ, την οποία ο Μπερλουσκόνι έβγαλε από ένα αστυνομικό τμήμα του Μιλάνου λέγοντας πως ήταν εγγονή του Αιγύπτιου ηγέτη Χόσνι Μουμπάρακ. Οι γυναίκες που συμμετείχαν στα Bunga Bunga δήλωσαν στα δικαστήρια ότι λάμβαναν φακέλους με χρήματα και μικρά χρυσά μενταγιόν ως πληρωμή. Ωστόσο, το σκάνδαλο με τη Ρούμπι ήταν διαφορετικό, καθώς η ηλικία της έθεσε νομικά ζητήματα.

Ο Μπερλουσκόνι διατήρησε στενές σχέσεις με ηγέτες όπως ο Μουαμάρ Καντάφι, ενώ ανέπτυξε και μια ιδιότυπη σχέση με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Αυτή η σχέση επηρέασε την πολιτική του στάση ακόμα και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

REUTERS/Alessandro Garofalo/

Από τα κρουαζιερόπλοια στην εξουσία

Γεννημένος το 1936, ο Μπερλουσκόνι ξεκίνησε ως πωλητής ηλεκτρικών σκουπών και τραγουδιστής σε κρουαζιερόπλοια, πριν χτίσει μια αυτοκρατορία ακινήτων και μέσων ενημέρωσης. Ως ιδιοκτήτης τηλεοπτικών σταθμών ήταν ο πρώτος που εισήγαγε αμερικανικές σειρές όπως το “Dallas” στην Ιταλία, ενώ παράλληλα διαμόρφωσε μια κουλτούρα τηλεόρασης που συχνά επικρίθηκε για σεξισμό.

Ο Μπερλουσκόνι υπηρέτησε ως πρωθυπουργός τρεις φορές και ήταν με διαφορά ο μακροβιότερος ηγέτης της Ιταλίας (και από τους πλέον δημοφιλείς), παρόλο που η θητεία του σημαδεύτηκε από σκάνδαλα, κατηγορίες για διαφθορά και αμφιλεγόμενες αποφάσεις. Παρά τα προβλήματα υγείας και τις νομικές περιπέτειες, παρέμεινε ισχυρή φιγούρα μέχρι το τέλος, κερδίζοντας μάλιστα μια θέση στη Γερουσία το 2022.

Ωστόσο, για πολλούς, η κληρονομιά του Μπερλουσκόνι θα είναι πάντα συνδεδεμένη με τη … μαφία.

Οι δεσμοί με τη μαφία

Ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους πολιτικούς στον κόσμο συνεργαζόταν με τη μαφία για σχεδόν δύο δεκαετίες. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε πριν από κάποια χρόνια το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρώμης. Ο δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας συνεργαζόταν με την Κόζα Νόστρα, τη Σικελική Μαφία, μέσω του πρώην γερουσιαστή από το Παλέρμο, Μαρτσέλο Ντελ’ Ούτρι, ο οποίος καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση για συνεργασία με τη μαφία.

Απέρριπτε κατηγορηματικά τις φήμες ότι οι διασυνδέσεις του με τη μαφία ήταν πίσω από τις μεγάλες και ασαφούς προέλευσης επενδύσεις που χρησιμοποίησε για να ξεκινήσει τις επιχειρήσεις του στον τομέα των κατασκευών και των μέσων ενημέρωσης τη δεκαετία του 1970 και του 1980.

Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχθηκε τον ισχυρισμό του εισαγγελέα Αουρέλιο Γκαλάσο ότι «για 18 χρόνια, από το 1974 έως το 1992, ο Μαρτσέλο Ντελ’ Ούτρι ήταν ο εγγυητής της συμφωνίας μεταξύ του Μπερλουσκόνι και της Κόζα Νόστρα». Η απόφαση επιβεβαιώνει την ποινή που είχε επιβληθεί στον 72χρονο Ντελ’ Ούτρι από το Εφετείο του Παλέρμο τον Μάρτιο του περασμένου έτους.

«Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μιλάμε για ένα συνεχιζόμενο έγκλημα», είχε υποστηρίξει ο Γκαλάσο. Όπως είπε η συμφωνία μεταξύ της μαφίας και του Μπερλουσκόνι, με τη μεσολάβηση του Ντελ’ Ούτρι, σχηματίστηκε το 1974 και «υλοποιήθηκε εθελοντικά και εν γνώσει».

Ο Μπερλουσκόνι δεν δικάστηκε ποτέ για τις σχέσεις του με τη μαφία, ωστόσο, καθώς το αδίκημα είχε παραγραφεί.

Περίπου 40 πρώην μέλη της μαφίας κατέθεσαν ότι ο πολιτικός και επιχειρηματίας από το Παλέρμο ήταν ο κύριος μεσολαβητής του Μπερλουσκόνι με την Κόζα Νόστρα. Ένας γνωστός πληροφοριοδότης, ο Τζιοβάνι «Το Γουρούνι» Μπρούσκα, είπε στους δικαστές του Παλέρμο το 2010 ότι ο Μπερλουσκόνι έριχνε έως και 600 εκατομμύρια λιρέτες (300.000 λίρες Αγγλίας) τον χρόνο στα ταμεία της Κόζα Νόστρα, ποσό που «συνδεόταν με τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στη Σικελία».