Skip to main content

Altair 8800: Ένα κιτ εμπνευσμένο από το Star Trek που άλλαξε για πάντα τον κόσμο των υπολογιστών

H «σπίθα» που άναψε τη φλόγα μιας Επανάστασης - αυτή των PCs

Δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα εξαιρετικά δύσκολο στη συναρμολόγηση κιτ υπολογιστή. Ουσιαστικά, επρόκειτο για ένα κουτί με μερικές πλακέτες κυκλωμάτων και έναν επεξεργαστή. Δεν περιελάμβανε καν πληκτρολόγιο. Ούτε λόγος για ποντίκι.

Το ημερολόγιο γράφει 19 Δεκεμβρίου 1974 όταν το Altair 8800, ένα do-it-yourself κιτ μικροϋπολογιστή, κυκλοφορεί για πρώτη φορά στην τιμή των 397 δολαρίων. Κατασκευάστρια εταιρεία η MITS από το Αλμπουκέρκι, η οποία δεν γνωρίζουμε εάν είχε αντιληφθεί πως με το προϊόν αυτό θα πυροδοτούσε την επανάσταση των προσωπικών υπολογιστών (PC). Ήλπιζε να βγάλει τα έξοδα της παραγωγής, πουλώντας περίπου 200 Altairs. Μέσα σε 3 μήνες είχε εξασφαλίσει 4.000 παραγγελίες. Τελικά πούλησε πάνω από 10.000 μονάδες. Αν και γνώρισε απροσδόκητη εμπορική επιτυχία στην αρχή, αυτή δεν είχε διάρκεια.

Τι ακριβώς ήταν όμως; Ένα κουτί που τροφοδοτούσε ένας επεξεργαστής Intel 8080 και διέθετε μνήμη 256 byte RAM (ναι, byte, όχι kilobyte). Μπορούσε να συνδεθεί με τηλετυπική γραφομηχανή (λειτουργούσε ως πληκτρολόγιο), συσκευή εκτύπωσης και οθόνη. Τα προγράμματα εισάγονταν και αποθηκεύονταν σε χαρτοταινία.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στις αρχές του 1974, ο Έντ Ρόμπερτς ήταν ένας επιχειρηματίας από το Άλμπουκερκι, Νέο Μεξικό, με αγάπη για την τεχνολογία.

Ονόμασε την επιχείρησή του Micro Instrumentation and Telemetry Systems (MITS). Στο κλασικό βιβλίο μάρκετινγκ «Positioning» των Άλ Ρις και Τζακ Τράουτ, οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι ο συνδυασμός κακής εμπορικής ονομασίας και μη ελκυστικών προϊόντων συνέβαλε στον τελικό θάνατο του Altair, όταν εμφανίστηκε μια εταιρεία με πιο φιλικό και ελκυστικό όνομα (δεν ήταν άλλη από την Apple).

Η σύνδεση με το Star Trek και το πολύτιμο λογισμικό

Η ιστορία θέλει τον Ρόμπερτς να ζήτησε από τη  μικρή κόρη του να του προτείνει πιθανά ονόματα. Εκείνη, φαν του Star Trek, του ζήτησε να το ονομάσει από έναν πλανήτη που επισκεπτόταν το USS Enterprise εκείνη την εβδομάδα — τον Altair.

Ο Ρόμπερτς γνώριζε ότι από τον υπολογιστή του λείπει κάτι πολύ βασικό: ένα λογισμικό, που θα τον καθιστούσε χρήσιμο. Η βοήθεια έφτασε… μέσω ταχυδρομείου, με τη μορφή μιας επιστολής από δύο εξίσου έμπειρους του κόσμου των υπολογιστών, τον Μπιλ Γκέιτς και τον Πολ Άλεν. Τη στιγμή που παρουσιάστηκε το Altair στο Popular Electronics, ο Πολ Άλεν ήταν προγραμματιστής στην Honeywell (όπου ο Γκέιτς είχε εργαστεί κάποια καλοκαίρια) και ο Μπιλ Γκέιτς ήταν δευτεροετής φοιτητής στο Χάρβαρντ.

Σε μια ανατριχιαστική πρόγευση του τρόπου με τον οποίο ο IBM PC θα αποκτούσε τελικά λειτουργικό σύστημα της Microsoft, ο Γκέιτς και ο Άλεν βρέθηκαν στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή: το Altair χρειαζόταν απεγνωσμένα ένα έτοιμο λειτουργικό σύστημα για να γίνει κάτι περισσότερο από διακοσμητική συσκευή. Οι Γκέιτς και Άλεν ήταν οι πρώτοι που το έκαναν πραγματικότητα, τροποποιώντας ένα ήδη υπάρχον λειτουργικό σύστημα.

Η γλώσσα BASIC είχε αρχικά δημιουργηθεί το 1964 στο Dartmouth και χρησιμοποιούνταν σε πολλά mainframes ως μια εύκολη στη μάθηση γλώσσα προγραμματισμού, ιδανική για αρχάριους. Οι Γκέιτς και Άλεν εργάστηκαν ασταμάτητα, σε 24ωρες συνεδρίες, για να προσαρμόσουν τη γλώσσα στις ιδιαιτερότητες του Altair και στη συνέχεια την παραχώρησαν με άδεια χρήσης στη MITS. Λίγο αργότερα, ο Άλεν αποδέχτηκε θέση στη MITS ως Διευθυντής Ανάπτυξης Λογισμικού, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του 1976, όταν μαζί με τον Γκέιτς επανεκκίνησαν τη νεοσύστατη επιχείρησή τους, Microsoft.

Ο κλώνος

Η αρχική απήχηση του Altair είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας κλώνος: το Imsai 8080. Πολλοί χρήστες και των δύο υπολογιστών θεωρούν ότι το Imsai είχε καλύτερο σχεδιασμό, χάρη στη μεγαλύτερη απόδοση του τροφοδοτικού του, στο ανθεκτικό πλαίσιο από ανοδιωμένο αλουμίνιο, και στον πιο λειτουργικό σχεδιασμό του μπροστινού πάνελ. Κυκλοφόρησε στην αγορά στην τιμή των 439 δολαρίων ως κιτ και των 621 δολαρίων συναρμολογημένο.

Οι χρήστες μπορούσαν να προσθέσουν κάρτες Imsai σε ένα Altair, και με τη βοήθεια της δυνατότητας “Memory Sharing Facility” του Imsai, ένας επεξεργαστής Imsai και ένας Altair μπορούσαν να συνυπάρχουν στο ίδιο σύστημα για παράλληλη υπολογιστική.

Παρόλο που το Altair υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή της χρήσης προσωπικών υπολογιστών για το υπόλοιπο της δεκαετίας του ’70, ο χρόνος του ήταν μετρημένος.

Ο Ρόμπερτς πούλησε το όνομα της MITS στην Pertec, έναν κατασκευαστή ταινιών και σκληρών δίσκων για mainframes. Μέχρι τότε, το Apple II, το TRS-80, και άλλοι προσωπικοί υπολογιστές είχαν εισέλθει στην αγορά και είχαν αρχίσει να μειώνουν δραστικά τις πωλήσεις του Altair. Η Pertec δεν θέλησε να διεκδικήσει μερίδιο στα PCs. Απέσυρε το μοντέλο μέσα σε λίγα χρόνια από την εξαγορά.

Όμως, το Altair είχε εκπληρώσει τον αρχικό του σκοπό, αυτόν της σπίθας: Η φλόγα για την επανάσταση των προσωπικών υπολογιστών είχε ανάψει.