Προβάρει την ομιλία του στον καθρέφτη του μπάνιου του. Σκέφτεται ότι κάτι λείπει. Τα όσα συμβαίνουν στις αγορές δεν είναι… κανονικά. Υπάρχει κάτι, που δεν βγάζει νόημα, που δεν εξηγείται από τα δεδομένα. Είναι μία «παράλογη ευφορία».
Ο Άλαν Γκρίνσπαν αποφασίζει να συμπεριλάβει τη φράση αυτή στην ομιλία του στο American Enterprise Institute, λίγες ώρες πριν βρεθεί στη σκηνή του ινστιτούτου στην Ουάσινγκτον, για να παραλάβει το βραβείο Francis Boyer. Δεν το συζητά με λογογράφους, συμβούλους ούτε με συναδέλφους του στη Federal Reserve. Και δεν είναι ότι δεν αντιλαμβάνεται τη βαρύτητα αυτό που πρόκειται να εκστομίσει. Γνωρίζει ότι θα έχει συνέπειες, ότι θα ταρακουνήσει τα χρηματιστήρια. Θέλει οι επενδυτές και οι ρυθμιστικές αρχές να μπουν στη διαδικασία να το σκεφτούν και να ανησυχήσουν.
Η ομιλία, που έμεινε στην ιστορία
Το ημερολόγιο γράφει 5 Δεκεμβρίου 1996 και ο Dow Jones με τα 30 βαριά χαρτιά της Wall Street είχε περάσει μόλις τις 6.400 μονάδες. To σχετικό απόσπασμα από την ομιλία του είναι το ακόλουθο:
«Σαφώς, η διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα συνεπάγεται λιγότερη αβεβαιότητα για το μέλλον, ενώ τα χαμηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου συνεπάγονται υψηλότερες τιμές για τις μετοχές και άλλα περιουσιακά στοιχεία που αποφέρουν έσοδα. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε στην αντιστρόφως ανάλογη σχέση που εμφανίζουν οι δείκτες τιμής/κέρδους και ο ρυθμός του πληθωρισμού. Αλλά πώς γνωρίζουμε πότε η παράλογη ευφορία έχει αυξήσει σε αδικαιολόγητα επίπεδα τις αξίες των περιουσιακών στοιχείων, οδηγώντας τελικά σε απροσδόκητες και παρατεταμένες περιόδους οικονομικής συρρίκνωσης, όπως συνέβη στην Ιαπωνία την τελευταία δεκαετία; Και πώς ενσωματώνουμε αυτή την εκτίμηση στη νομισματική πολιτική;
Δεν είναι δουλειά των κεντρικών τραπεζιτών να ελέγχουν αν το να σπάσει μία χρηματιστηριακή φούσκα θα απειλήσει την πραγματική οικονομία, την παραγωγή, την απασχόληση και τη σταθερότητα των τιμών. Πράγματι, η απότομη πτώση του χρηματιστηρίου το 1987 είχε περιορισμένες αρνητικές συνέπειες στην πραγματική οικονομία. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να επαναπαυόμαστε και να υποτιμούμε την πολυπλοκότητα των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των αγορών και της οικονομίας. Συνεπώς, η αξιολόγηση των μεταβολών στις τιμές των μετοχών και άλλων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της νομισματικής πολιτικής».
Αμέσως μετά την ομιλία η φράση «παράλογη ευφορία» ήταν το βασικό αντικείμενο συζήτησης των traders στις αγορές. Η Wall Street ήταν ακόμη ανοιχτή και ο Dow Jones έκανε βουτιά 145 μονάδων μέσα στο πρώτο ημίωρο της συνεδρίασης. Την επομένη ανάλογη ήταν η αντίδραση σε Χονγκ Κονγκ, Λονδίνο και Φρανκφούρτη. Ο κεντρικός τραπεζίτης της ισχυρότερης οικονομίας του πλανήτη είχε εμμέσως πλην σαφώς προειδοποιήσει για φούσκα στις αγορές. Και η προειδοποίηση αυτή έφερε αιμορραγία – που όμως δεν κράτησε πολύ.
3 χρόνια μετά η φούσκα σπάει
Η «παράλογη ευφορία» για την οποία μίλησε ο Γκρίνσπαν όχι μόνο επέστρεψε, αλλά αποδείχθηκε επίμονη. Οι μετοχές συνέχισαν να καλπάζουν για πάνω από τρία χρόνια.
Το καμπανάκι επανήλθε στις αρχές του 2000 όταν ο καθηγητής του Γιέιλ, Ρόμπερτ Σίλερ, εξέδωσε βιβλίο με τίτλο «Irrational Exuberance», στο οποίο προειδοποιούσε ουσιαστικά ότι η φούσκα του dot.com είναι έτοιμη να σπάσει. Ο Dow Jones είχε ήδη απογειωθεί πάνω τις 11.700 και ετοιμαζόταν, όπως και ο Nasdaq για απότομη προσγείωση.