Ένας εφευρέτης υποδέχεται στο σαλόνι του εκλεκτούς καλεσμένους με γερά πορτοφόλια. Θα συζητήσουν για τη χρηματοδότηση μίας ανακάλυψης, που προσφέροντας πιο σταθερό και ασφαλές φως στις ανθρώπινες δραστηριότητες, θα αλλάξει ριζικά τη ζωή των πάντων.
Το ημερολόγιο γράφει 3 Δεκεμβρίου 1878 και ο Τόμας Έντισον παρουσιάζει σε μία ιδιωτική συνάντηση τον ηλεκτρικό λαμπτήρα του στον Τζέι Πι Μόργκαν και μέλη της οικογένειας Βάντερμπιλτ. Ο Έντισον δεν εφηύρε τον λαμπτήρα. Ήδη από το 1807 ο Άγγλος Χάμφρι Ντέιβι είχε παρουσιάσει μια ηλεκτρονική λάμπα στη Βασιλική Εταιρεία. Το 1840 ο Γουόρεν ντε λα Ρου παρουσίασε την δική του εκδοχή. Και πάλι το κόστος ήταν απαγορευτικά υψηλό, ενώ η διάρκεια ζωής του λαμπτήρα πολύ μικρή.
Αυτό που έκανε ο Έντισον, ήταν να λάβει τα βασικά στοιχεία που είχαν εξετάσει οι προηγούμενοι επιστήμονες και να κάνει ένα βήμα παραπάνω, ώστε ο ηλεκτρικός λαμπτήρας να έχει μεγαλύτερη διάρκεια, να είναι πρακτικός, οικονομικά προσιτός και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα γραφείο ή ένα σπίτι. Η εξέλιξη αυτή αποδείχθηκε καθοριστική.
Τα όσα έδειξε ο Έντισον στους χρηματοδότες, τους έπεισαν, με αποτέλεσμα να επενδύσουν γενναιόδωρα στο εγχείρημά του. Φυσικά, υπήρχε φως πριν από τη λάμπα. Οι άνθρωποι είχαν χρησιμοποιήσει κεριά και λάμπες υγραερίου για να φωτίσουν τα σπίτια τους, ενώ λάμπες στους δρόμους εμφανίστηκαν στα τέλη του 17ου αιώνα. Αλλά η άφιξη του ηλεκτρικού λαμπτήρα άλλαξε τον κόσμο για πάντα.
Οι περιορισμοί των παλιών μεθόδων φωτισμού εξαλείφθηκαν. Το φως του λαμπτήρα ήταν πιο καθαρό, πιο σταθερό και πολύ πιο ασφαλές. Έτσι «άνοιξε» τη νύχτα με τρόπο που δεν είχε ξαναγίνει. Οι άνθρωποι μπορούσαν πλέον να συνεχίσουν την καθημερινότητά τους το βράδυ. Δεν περιορίζονταν στα σπίτια τους, μπορούσαν να περπατήσουν εύκολα στους δρόμους κάθε βράδυ.
Το 1878, ο Έντισον ίδρυσε την Edison Electric Light Company στη Νέα Υόρκη με τη στήριξη των Τζέι Πι Μόργκαν, Σπένσερ Τρασκ και οικογένειας Βάντερμπιλτ. Έναν χρόνο αργότερα, στις 31 Δεκεμβρίου 1879, έκανε την πρώτη δημόσια επίδειξη του λαμπτήρα στο Μένλο Παρκ. Σε εκείνη την εκδήλωση υποσχέθηκε: «Θα κάνουμε το ρεύμα τόσο φθηνό που μόνο οι πλούσιοι θα καίνε κεριά».
Στις 27 Ιανουαρίου 1880 το Γραφείο Ευρεσιτεχνιών των ΗΠΑ χορήγησε στον Τόμας Έντισον την πατέντα με τον αριθμό 223.898 για την εφεύρεσή του.
Η ζωή του Τόμας Έντισον
Ο Έντισον, ανήσυχο πνεύμα από παιδί, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισε, είναι υπεύθυνος για πολλές καινοτομίες σε τομείς όπως η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η μαζική επικοινωνία, η ηχογράφηση και οι κινηματογραφικές ταινίες. Οι εφευρέσεις, που περιλαμβάνουν τον φωνογράφο και την κινηματογραφική κάμερα, είχαν ευρεία επίδραση στον σύγχρονο βιομηχανοποιημένο κόσμο. Ήταν ένας από τους πρώτους εφευρέτες που εφάρμοσε τις αρχές της οργανωμένης επιστήμης και της ομαδικής εργασίας στη διαδικασία της εφεύρεσης, συνεργαζόμενος με πολλούς ερευνητές και υπαλλήλους. Ήταν επίσης ο άνθρωπος, που ίδρυσε το πρώτο εργαστήριο βιομηχανικής έρευνας.
Γεννήθηκε το 1847 στο Μιλάνο του Οχάιο, αλλά μεγάλωσε στο Πορτ Χάρον του Μίσιγκαν, αφού η οικογένεια μετακόμισε εκεί το 1854. Ήταν το έβδομο και τελευταίο παιδί του Σάμιουελ Όντγκεν Έντισον και της Νάνσυ Μάθιους Έλιοτ. Διδάχθηκε ανάγνωση, γραφή και αριθμητική από τη μητέρα του, πρώην δασκάλα. Πήγε στο σχολείο μόνο για λίγους μήνες. Ωστόσο, ένας βιογράφος τον περιέγραψε ως ένα παιδί με δίψα για γνώση, που έμαθε τα περισσότερα πράγματα διαβάζοντας μόνο του. Ως παιδί, γοητεύτηκε με την τεχνολογία και περνούσε ώρες δουλεύοντας σε πειράματα στο σπίτι.
Ο Έντισον ανέπτυξε προβλήματα ακοής σε ηλικία 12 ετών. Η αιτία της κώφωσής του έχει αποδοθεί σε οστρακιά και σε επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις του μέσου ωτός. Στη συνέχεια ο ίδιος επινόησε περίτεχνες πλασματικές ιστορίες για την αιτία της κώφωσής του. Λέγεται ότι άκουγε μια συσκευή αναπαραγωγής μουσικής ή πιάνο σφίγγοντας τα δόντια του στο ξύλο για να απορροφήσει τα ηχητικά κύματα στο κρανίο του. Καθώς μεγάλωνε, ο Έντισον πίστευε ότι η απώλεια ακοής του επέτρεπε να αποφύγει την απόσπαση της προσοχής και να συγκεντρωθεί πιο εύκολα στη δουλειά του.
Άρχισε να εργάζεται ως παιδί πουλώντας εφημερίδες, καραμέλες και λαχανικά σε τρένα που πήγαιναν από το Πορτ Χιούρον στο Ντιτρόιτ. Σε ηλικία 13 ετών έβγαζε 50 δολάρια την εβδομάδα, τα περισσότερα από τα οποία πήγαιναν στην αγορά εξοπλισμού για ηλεκτρικά και χημικά πειράματα.
Σε ηλικία 15 ετών, το 1862, έσωσε τον 3χρονο, Τζίμι Μακένζι, τραβώντας τον από τις ράγες, πριν περάσει το τρένο. Ο πατέρας του Τζίμι, πράκτορας του σταθμού, ήταν τόσο ευγνώμων που εκπαίδευσε τον Τόμας ως τηλεγραφητή. Χάρη και στη δουλειά αυτή κατάφερε να σπουδάσει, ενώ δεν εγκατέλειψε ποτέ τα πειράματα και την έρευνα. Η εξέλιξή του ήταν ραγδαία και η προσφορά του ανεκτίμητη.