Η κρίση του Σουέζ, ήταν μια κομβική στιγμή στη γεωπολιτική μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σηματοδοτώντας ένα σημείο καμπής για τις αποικιοκρατικές δυνάμεις, τον εθνικισμό της Μέσης Ανατολής και τις εντάσεις του Ψυχρού Πολέμου.
Με αφορμή την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από τον Αιγύπτιο πρόεδρο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, η κρίση απασχόλησε παγκόσμιες δυνάμεις όπως η Βρετανία, η Γαλλία, το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση.
Πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε το Ισραήλ, που μετά την κρίση βρέθηκε αντιμέτωπο με τη διεθνή απομόνωση, με πολλά έθνη να επικρίνουν τον ρόλο του στη σύγκρουση.
Αρχή για τα προληπτικά στρατιωτικά πλήγματα
Στο ευρύτερο πλαίσιο της γεωπολιτικής της Μέσης Ανατολής, η Κρίση του Σουέζ έθεσε τις βάσεις για τις μελλοντικές αραβοϊσραηλινές συγκρούσεις, αναδιαμόρφωσε τη στρατηγική του Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 και την προσέγγισή του σε προληπτικά στρατιωτικά πλήγματα και αύξησε τον ρόλο της Αιγύπτου ως βασικού παίκτη στην περιοχή.
Το «αγκάθι» Νάσερ
Τη δεκαετία του 1950, ο αιγυπτιακός εθνικισμός, βρέθηκε στο επίκεντρο, καθώς το όραμα του προέδρου Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, για παναραβική ενότητα είχε ως στόχο να αμφισβητήσει τη δυτική κυριαρχία στην περιοχή. Η κρίσιμη για την ναυσιπλοΐα και το εμπόριο διώρυγα του Σουέζ, που συνέδεε τη Μεσόγειο με την Ερυθρά Θάλασσα, και ελεγχόταν από τη Βρετανία από την κατασκευή της στα τέλη του 19ου αιώνα, αποτελούσε σύμβολο του αποικιοκρατικού παρελθόντος της Αιγύπτου.
Εκτός από το υψηλό ενδιαφέρον της Βρετανίας για τη ροή πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή, η Γαλλία είχε τις δικές της ανησυχίες για την υποστήριξη του Νάσερ στα κινήματα ανεξαρτησίας της Αλγερίας.
Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν όταν οι ΗΠΑ απέσυραν τη χρηματοδότηση του Υψηλού Φράγματος του Ασουάν ((Aswan High Dam) της Αιγύπτου το 1956, γεγονός που οδήγησε τον Νάσερ να εθνικοποιήσει τη Διώρυγα του Σουέζ τον Ιούλιο του ίδιου έτους.
Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε ως άμεση πρόκληση προς τις δυτικές δυνάμεις και έθεσε τις βάσεις για στρατιωτική αντιπαράθεση, καθώς τόσο η Βρετανία όσο και η Γαλλία φοβήθηκαν ότι θα έχαναν τον έλεγχο της διώρυγας και την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή. Τέθηκε επίσης το ζήτημα της υποστήριξης του Νάσερ σε επιθέσεις κατά του Ισραήλ.
Κατά τη διάρκεια των αρχών της δεκαετίας του 1950, το Ισραήλ βρισκόταν αντιμέτωπο με τακτικές διασυνοριακές επιδρομές από τους υποστηριζόμενους από την Αίγυπτο παλαιστίνιους fedayeen (μαχητές), που προκαλούσαν θύματα μεταξύ των αμάχων και αυξάνοντας την ανασφάλεια.
Το Ισραήλ θεωρούσε επίσης την Αίγυπτο, υπό τον Νάσερ, ως αυξανόμενη απειλή, ιδίως καθώς ο Νάσερ προσπαθούσε να οικοδομήσει συμμαχίες με άλλα αραβικά έθνη.
Ο κρίσιμος αποκλεισμός των Στενών του Τιράν
Ένα άλλο μείζον πολιτικό ζήτημα για το Ισραήλ ήταν ο αποκλεισμός των Στενών του Τιράν από την Αίγυπτο, ο οποίος απέκοπτε την ισραηλινή πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα και εμπόδιζε το εμπόριο, ιδίως τη ζωτικής σημασίας διαδρομή προς τον Ινδικό Ωκεανό.
Η διασφάλιση των Στενών αποτελούσε βασικό στρατηγικό στόχο για το Ισραήλ, καθώς θεωρούσε τον αποκλεισμό ως άμεση οικονομική απειλή. Η κρίση αποτελούσε ευκαιρία για το Ισραήλ να σπάσει τον ασφυκτικό κλοιό της Αιγύπτου στη νότια θαλάσσια πρόσβασή του.
Επιχείρηση Σωματοφύλακας
Σε απάντηση στην εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ, η Βρετανία, η Γαλλία και το Ισραήλ συναντήθηκαν μυστικά στις Σεβρές της Γαλλίας στα τέλη Οκτωβρίου 1956 για να σχεδιάσουν μια συντονισμένη στρατιωτική επιχείρηση γνωστή ως Επιχείρηση Σωματοφύλακας.
Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο των Σεβρών, το Ισραήλ θα ξεκινούσε σύρραξη, εισβάλλοντας στη χερσόνησο του Σινά, δίνοντας στη Βρετανία και τη Γαλλία το πρόσχημα να επέμβουν ως «ειρηνευτές» και να ανακτήσουν τον έλεγχο της διώρυγας.
Για το Ισραήλ, η επιχείρηση αποτελούσε μια ευκαιρία για να ανοίξει ξανά τα Στενά του Τιράν. Η προοπτική αποδυνάμωσης ενός εχθρικού γείτονα όπως η Αίγυπτος, ήταν επίσης ένας κινητήριος παράγοντας για τη συμμετοχή του Ισραήλ.
Η εισβολή στο Σινά
Στις 29 Οκτωβρίου 1956, το Ισραήλ ξεκίνησε την εισβολή του στη χερσόνησο του Σινά, γνωστή ως Επιχείρηση Kadesh, προχωρώντας γρήγορα προς τη διώρυγα του Σουέζ – «όχι μια εκστρατεία κατάκτησης αλλά μια εκστρατεία απελευθέρωσης», θα δήλωνε αργότερα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νταβίντ Μπεν Γκουριόν.
Δύο ημέρες αργότερα, η Βρετανία και η Γαλλία απηύθυναν τελεσίγραφο στην Αίγυπτο να σταματήσει τις εχθροπραξίες αλλιώς θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον πόλεμο.
Όταν το Κάιρο αρνήθηκε, οι δύο ευρωπαϊκές δυνάμεις άρχισαν να βομβαρδίζουν βασικούς αιγυπτιακούς στρατιωτικούς στόχους.
Ο ισραηλινός στρατός ενήργησε με ακρίβεια, αποκτώντας γρήγορα τον έλεγχο μεγάλων εκτάσεων του Σινά, συμπεριλαμβανομένων κρίσιμων σημείων όπως το Σαρμ ελ Σέιχ, το οποίο ήλεγχε την πρόσβαση στα Στενά του Τιράν.
Η επιτυχία της επιχείρησης κατέδειξε τις αυξανόμενες δυνατότητες των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF), οι οποίες είχαν ενισχυθεί από τον Αραβοϊσραηλινό Πόλεμο του 1948. Η κρίση σηματοδότησε επίσης την πρώτη φορά που οι ισραηλινές δυνάμεις θα κατείχαν τη Λωρίδα της Γάζας, από την οποία θα αποχωρούσαν αργότερα.
Έντονη αντίδραση ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης
Ενώ η στρατιωτική επιχείρηση σημείωσε ταχεία επιτυχία, επιτρέποντας στη Βρετανία, τη Γαλλία και το Ισραήλ να αποκτήσουν τον έλεγχο της ζώνης της διώρυγας, η διεθνής καταδίκη της επίθεσης κλιμακώθηκε, ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση. Η ταχύτητα των στρατιωτικών κερδών επισκιάστηκε από τις πολιτικές επιπτώσεις που ακολούθησαν γρήγορα.
Η κρίση του Σουέζ τράβηξε την διεθνή προσοχή, ιδίως στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό τον Πρόεδρο Ντουάιτ Ντ. Αϊζενχάουερ, αντιτάχθηκαν σθεναρά στην εισβολή, θεωρώντας την ως αποσταθεροποιητική δύναμη που θα μπορούσε να ωθήσει τα αραβικά έθνη προς τη Σοβιετική Ένωση. Ο Αϊζενχάουερ άσκησε σημαντική διπλωματική και οικονομική πίεση στη Βρετανία, τη Γαλλία και το Ισραήλ για να αποσυρθούν, απειλώντας ακόμη και με οικονομικές κυρώσεις.
Ταυτόχρονα, η Σοβιετική Ένωση απείλησε να παρέμβει υπέρ της Αιγύπτου, αυξάνοντας τις εντάσεις του Ψυχρού Πολέμου.
Ο σοβιετικός πρωθυπουργός Νικήτα Χρουστσόφ προειδοποίησε για το ενδεχόμενο πυρηνικών αντιποίνων, αν και οι απειλές αυτές αποσκοπούσαν σε μεγάλο βαθμό στη διατήρηση της σοβιετικής επιρροής στην περιοχή.
Τα Ηνωμένα Έθνη διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην αποκλιμάκωση της κατάστασης, δημιουργώντας την πρώτη ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ (UNEF) για να επιβλέπει την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων.
Πλήγμα για το Ισραήλ που χαρακτηρίστηκε «εισβολέας»
Η διεθνής φήμη του Ισραήλ υπέστη πλήγμα, ιδίως καθώς χαρακτηρίστηκε ως εισβολέας από μεγάλο μέρος του πλανήτη. Ωστόσο, στο εσωτερικό, η επιχείρηση χαιρετίστηκε ως στρατιωτική επιτυχία. Η επαναλειτουργία των Στενών του Τιράν ήταν μια σημαντική στρατηγική νίκη για το Ισραήλ, αν και οι πολιτικές επιπτώσεις επιβάρυναν τις σχέσεις του με ορισμένους δυτικούς συμμάχους.
Για τον Νάσερ, η κρίση ήταν μια ηχηρή νίκη που εδραίωσε τη θέση του ως ήρωα του αραβικού εθνικισμού. Παρά τη στρατιωτική ήττα της Αιγύπτου, η περιφρόνηση του Νάσερ απέναντι στις πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις ενίσχυσε το κύρος του τόσο στον αραβικό κόσμο όσο και διεθνώς.
Για τη Βρετανία και τη Γαλλία, η κρίση σηματοδότησε την αρχή του τέλους της αυτοκρατορικής τους κυριαρχίας. Και οι δύο χώρες ταπεινώθηκαν στην παγκόσμια σκηνή και η αδυναμία τους να διεκδικήσουν τον έλεγχο της Διώρυγας του Σουέζ σηματοδότησε τη μειωμένη επιρροή των ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων στις παγκόσμιες υποθέσεις. Η κρίση επιτάχυνε τη διαδικασία της αποαποικιοποίησης σε ολόκληρη την Αφρική και την Ασία.
Πηγή: Jerusalem Post