Ποια θα ήταν άραγε η αντίδραση του αμερικανικού και παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος αν οι άνθρωποι ξυπνούσαν σήμερα για να μάθουν ότι ένας πανίσχυρος επενδυτικός κολοσσός μεγέθους της JPMorgan Chase είχε κηρύξει χρεοκοπία; Το σοκ θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο από εκείνο της Lehman Brothers. Κάτι τέτοιο πράγματι συνέβη κάποτε με το «κανόνι» της Jay Cooke and Co.
Ήταν ένα δροσερό απόγευμα Δευτέρας, όταν ο θρυλικός χρηματιστής Τζέι Κουκ προσκάλεσε τον πρόεδρο, Οδυσσέα Γκραντ στο κτήμα του και την θεαματική έπαυλη των 53 δωματίων, σε ένα προάστιο βόρεια της Φιλαδέλφειας. Οι εκτάσεις των 200 στρεμμάτων περιείχαν κολπίσκους, πάρκο με ελάφια, ενυδρείο, στάβλους και ένα ιδιωτικό τηλεγραφικό σύστημα.
Ο Κουκ είχε ιδρύσει την πρώτη επενδυτική τράπεζα στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Jay Cooke & Company, μια δεκαετία νωρίτερα. Και είχε χρηματοδοτήσει την κατασκευή του σιδηροδρόμου Northern Pacific Railway, ενός διηπειρωτικού σιδηροδρόμου που θα συνέδεε τελικά τη λίμνη Superior στα Μεσοδυτικά με το Puget Sound στη Δυτική Ακτή. Τα βροντερά «σιδερένια άλογα» κάλυπταν μία διαδρομή 6.800 μιλίων. Οι ιστορικοί δεν γνωρίζουν τι ακριβώς συζήτησαν ο Κουκ και ο Γκραντ εκείνο το μοιραίο βράδυ του Σεπτεμβρίου.
Αλλά ο πρόεδρος δεν ήταν και πολύ διατεθειμένος να ακούσει τι είχε να πει ο Κουκ, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος του είχε είχε δωρίσει εκατομμύρια δολάρια για να στηρίξει την επανεκλογή του στην προεδρία. Ο Κουκ είχε γίνει εξαιρετικά πλούσιος χτίζοντας ένα επενδυτικό δίκτυο που πούλησε περισσότερα από 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα Εμφυλίου Πολέμου σε μικροεπενδυτές σε όλο το Βορρά.
Τρεις ημέρες μετά τη συνάντηση των δύο ανδρών, την Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 1873, η εταιρεία του Κουκ θα κήρυττε πτώχευση προκαλώντας συνθήκες απόλυτου πανικού. Πριν δούμε τι ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα, ας δούμε όμως πώς φτάσαμε εκεί.
Από λογιστής…ιδρυτής της πρώτης επενδυτικής τράπεζας
Ο Κουκ ήταν τραπεζίτης με έδρα τη Φιλαδέλφεια, γεννημένος το 1821. Ξεκίνησε από ένας απλός λογιστής και αναρριχήθηκε στον ρόλο του διευθύνοντος συμβούλου μιας τράπεζας το 1856. Μετά από μια σύντομη αποχώρηση από τον τραπεζικό κλάδο, επέστρεψε για να ξεκινήσει τη δική του εταιρεία, Jay Cooke & Co., που ιδρύθηκε το 1861. Ο ίδιος συχνά την αποκαλούσε ως «Το Γιβραλτάρ της οικονομίας» για να αναδείξει τη σπουδαιότητά της. Η εταιρεία ήταν αναμφισβήτητα η πρώτη επενδυτική τράπεζα στην Αμερική και κέρδισε φήμη και περιουσία πουλώντας τεράστια ποσά κρατικών ομολόγων της Ένωσης κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου.
Υπολογίζεται ότι η Jay Cooke & Co πούλησε ομόλογα συνολικής αξίας 1,6 δισ. δολαρίων – ποσού που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο των δαπανών εν καιρώ πολέμου. Έτσι έγινε ο κορυφαίος χρηματοοικονομικός οργανισμός στη χώρα. Μετά το τέλος του πολέμου, η εταιρεία παρέμεινε trader κρατικών ομολόγων, αλλά επεκτάθηκε επίσης στη χρηματοδότηση σιδηροδρόμων και άλλων βιομηχανιών, από την εξόρυξη μέχρι το πετρέλαιο. Έκανε μάλιστα ένα τεράστιο άνοιγμα σε ομόλογα σιδηροδρομικού οργανισμού, με μεμονωμένους επενδυτές, όπως ακριβώς είχε κάνει και με τα κρατικά ομόλογα.
Το στοίχημα στους σιδηροδρόμους
Από το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου έως το 1873 το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας υπερδιπλασιάστηκε. Η ταχύτατη επέκτασή του χρηματοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από πωλήσεις γης και ομολόγων. Όσον αφορά στις πωλήσεις γης, οι παραχωρήσεις σε εταιρείες που κατασκευάζουν μια προτεινόμενη διαδρομή έδωσαν στους σιδηρόδρομους ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο προς δημοπρασία για κεφάλαια. Όσον αφορά στην αγορά ομολόγων, οι τίτλοι εταιρειών σιδηροδρόμων αυξήθηκαν από 416 εκατομμύρια δολάρια το 1867 σε 2,23 δισεκατομμύρια δολάρια το 1874.
Η επένδυση σε έναν σιδηρόδρομο δεν ήταν ένα σίγουρο στοίχημα, ακόμη και αν λάβουμε υπόψη όλα τα οφέλη που είχε το σιδηροδρομικό σύστημα για το εμπόριο, την οικονομία και τη χώρα. Και τούτο γιατί η κατασκευή μιας νέας γραμμής απαιτούσε ουσιαστική αρχική επένδυση, ενώ η επιτυχία του εγχειρήματος θα παρέμενε αβέβαιη για χρόνια. Ακόμη και όταν μια γραμμή άρχιζε να λειτουργεί, τα έσοδα δεν ήταν εγγυημένα. Επιπλέον χρειαζόταν η αγορά ακριβών ατμομηχανών, βαγονιών, σταθμών και άλλου εξοπλισμού.
Όσο για τον Τζέι Κουκ, συμμετείχε σε ένα νέο σιδηροδρομικό project, που ονομάζεται Northern Pacific Railway Company, το οποίο θα εκτελούσε μια δεύτερη διηπειρωτική διαδρομή που θα συνέδεε το Ντάλουθ με το Σιάτλ. Η Jay Cooke & Co. εξασφάλισε συνολικά την πώληση 30ετων ομολόγων, αξίας 100 εκατ. δολαρίων. Απασχολούσε 1.500 πωλητές και δημοσίευσε διαφημίσεις σε 1.300 εφημερίδες. Συγκέντρωσε μια ομάδα διάσημων επενδυτών που περιλάμβαναν τον Αντιπρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες. Ωστόσο το project Northern Pacific Railway δεν έτυχε καλής υποδοχής ούτε από τον Τύπο ούτε από την αγορά.
Ο Πανικός
Δεν ήταν εύκολη στιγμή να διανεμηθούν ομόλογα σιδηροδρομικών εταιρειών στα τέλη του 1872 και το 1873. Πρώτον είχαμε τον Σεπτέμβριο του 1872, το σκάνδαλο Credit Mobilier, στο οποίο η Union Pacific Railroad διόγκωνε το κόστος κατασκευής για να εξασφαλίσει περισσότερες επιδοτήσεις. Αυτό αποδυνάμωσε την κρατική υποστήριξη για την επιδότηση της κατασκευής σιδηροδρόμων.
Κάπως έτσι η Jay Cooke βρέθηκε με τεράστια ανοίγματα που έσκασαν τον Σεπτέμβριο του 1873. Την ημέρα που ανακοίνωσε τη χρεοκοπία της, είχαμε κραχ στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, αλλά και άλλες μεγάλες αγορές. Μέσα σε μία ημέρα 37 τράπεζες στις ΗΠΑ κατέρρευσαν. Η οικονομία βυθίστηκε σε παρατεταμένη ύφεση. Στα 6 χρόνια που ακολούθησαν μετά τον Πανικό του 1873, υπολογίζεται ότι 10.000 αμερικανικές επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο.