Skip to main content

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος με τη ματιά του Γ. Λιάνη

Φωτ. ΙΝΤΙΜΕ/ ΜΗΤΣΑΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου

Καλλιμάρμαρο. Ζητωκραυγές. Χαρά. Υψωμένα χέρια. Και τηλέφωνα που λαμπιρίζουν σαν άστρα. 40.000 κόσμος. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στέφεται, στα 89 του χρόνια, Ολυμπιονίκης του ελληνικού τραγουδιού. Δεν είναι τυχαίο. 60 χρόνια έγραψε το μισό ελληνικό τραγούδι.

Τραγούδια απλά, λαϊκά, αριστουργηματικά τα περισσότερα. Στη σφενδόνη του σταδίου πλάι του στέκουν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, και η οικογένειά του. Η Ράια, η γυναίκα του, ο Νότης και η Υακίνθη, τα παιδιά του, και τα εγγόνια του. Στην πρώτη σειρά οι εκλεκτοί του φίλοι: ο Κώστας Λαλιώτης, ο Νίκος Σηφουνάκης, ο πρώην πρόεδρος της ΑΕΚ και φίλος προσωπικός του Λευτέρη, ο Δημήτρης Μελισσανίδης, και η αφεντιά μου. Μας χάρισε έρωτες, πάθη, χωρισμούς, ξενιτιές και πατρίδες. Για μένα είναι ο αγριότερος φίλος μου. Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια παλιά μου προσωπογραφία για τον Λευτέρη, που έγραψα με καιρό και με κόπο.

Με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο μας συνδέει μια ρωμαλέα φιλία 36 χρόνων. Μην περιμένετε λοιπόν να γράψω αντικειμενικά. Θα γράψω υποκειμενικά, άλλωστε με αυτόν τον τρόπο, βαθύτατα υποκειμενικό, άσκησα κοντά στον Λευτέρη το λειτούργημα του δημοσιογράφου.

Η «Αγία Τριάδα» των μεγάλων Ελλήνων στιχουργών για μένα είναι: Νίκος Γκάτσος – Λευτέρης Παπαδόπουλος – Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Θεωρώντας τον Νίκο Γκάτσο ποιητή κυρίως, καίτοι έγραψε εξαιρετικά τραγούδια, απομένει να πω ότι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος ήταν και είναι για μένα ο μεγαλύτερος Έλληνας στιχουργός.

Μα, θα μου πείτε, δεν είναι ποιητής; Είναι! Με «Π» κεφαλαίο. Αλλά είναι και δημοσιογράφος. Δεν θα ’δινα τον τίτλο σε πολλούς σήμερα. Γιατί στους επισκοπικούς θρόνους του δημοσιογραφικού λειτουργήματος υπάρχουν πρόσωπα που μόνο τα άμφιά τους δίνουν το μεγάλο όνομα που θέλουν να φέρουν.

Ο Γιώργος Σεφέρης έλεγε μια υπέροχη φράση: «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας». Την παραφράζω ελαφρά, γιατί είναι ό,τι ακριβέστερο μπορώ να πω για τα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Λοιπόν, τα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου είναι κι αυτά παιδιά πολλών ανθρώπων.

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, αν δεν ήταν κλεισμένος στην ελληνική γλώσσα, θα ήταν ένα φαινόμενο στον χώρο του παγκόσμιου τραγουδιού, που οι πωλήσεις των δίσκων του θα άγγιζαν τους Beatles, τον Elvis και τους Rolling Stones.

Πρώτη σκόρπια παρατήρηση: Δεν έχω ξαναδεί άνθρωπο στη ζωή μου να γράφει τόσο εύκολα. Δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη, να γράφει τόσο εύκολα όμορφους στίχους. Καθόταν στο καφενεδάκι «Ωραία Λέσβος» και στο ενδιάμεσο μιας ξερής και μιας παρτίδας τάβλι, έγραφε στο παλιό στρατσόχαρτο που μας έδιναν οι εφημερίδες, δύο-τρία αριστουργήματα.

Επανέρχομαι -και θα το κάνω συνεχώς- και στο θέμα του δημοσιογράφου. Περίπου μισόν αιώνα στη δημοσιογραφία, ασχολήθηκε με τα πάντα και διακρίθηκε στα πάντα: «Επαρχίες της Αθήνας», «Απροσδόκητα του 24ώρου», συνεντεύξεις, αθλητικό ρεπορτάζ υψηλού επιπέδου, οι «Ματιές», χρονογραφήματα ωφέλιμα όσο το πρωινό γάλα. Μεσουράνησε και εύκολα αναδύθηκε στον αστερισμό των γιγάντων: Ψαθάς, Παλαιολόγος, Σταματίου, Καραπαναγιώτης, Πασαλάρης.

ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί «Πρόεδροι», αλλά αυτός είναι ο «Πρόεδρος των Προέδρων». Ο Πρόεδρος των Λευτεριστών. Αξίωμα ύπατο, ισόβιο, αδιαφιλονίκητο.

Παρακολουθώ με προσοχή τον τρόπο που κατοικούμε όλοι μας στη «μικρή μας πόλη», την Αθήνα. Συχνά νιώθουμε άστεγοι, πιο συχνά νιώθουμε ξένοι. Ο Λευτέρης έχει έναν μοναδικό τρόπο, καίτοι έχει αλλάξει πάνω από είκοσι σπίτια, να είναι ριζωμένος ακόμα μεταξύ Φωκαίας και Αχαρνών, στο σπίτι όπου γεννήθηκε από πρόσφυγες γονείς. Γι’ αυτό είναι ο βάρδος των αφανών. Γι’ αυτό τα τραγούδια του δεν περιγράφουν τίποτε άλλο παρά τα πάθη και τους καημούς του λαού μας. Τα τραγούδια του, χωρίς να θέλω να πω κάτι το ιδιαίτερο με αυτό, αιματοδοτούνται από τις καθημερινές ιστορίες των καθημερινών ανθρώπων που ζουν και αναπνέουν γύρω μας. Απ’ αυτούς εμπνέεται. Αυτούς περιγράφει. Τους περιγράφει αποφλοιώνοντάς τους επί σαράντα χρόνια από την Ελλάδα, αναζητώντας τι αγγίζει την ψυχή τους, τι φέρνει δάκρυα στα μάτια τους.

Οι ανώνυμοι, λοιπόν, έχουν δώσει τη σκέψη, το αίμα και τον λόγο τους για να γράφει τραγούδια ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Γι’ αυτό και τα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου σπαρταρούν από ζωή. Είναι εξανθρωπισμένα τραγούδια. Αν «το ύφος είναι ο άνθρωπος», το μεγαλείο στα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου είναι ό,τι το ύφος τους. Είναι απλό, ταπεινό και καθημερινό. Γεμάτο δυσκολίες και ευκολίες, όνειρα και εφιάλτες, φως και σκοτάδι, ελπίδες και αυταπάτες.

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος -και είναι απόλυτα ακριβές αυτό- κυριαρχείται από αυτό που ο Σεφέρης ονομάζει «καημό της ρωμιοσύνης», γι’ αυτό παραμένει πάντα το προσφυγάκι που μεγάλωσε στην οδό Κυριακού, με μύριες στερήσεις, και των δικών του και δικές του. Δεν θα ξεχάσω αυτή τη συνταρακτική περιγραφή που έχει κάνει ο ίδιος. Όταν ο πατέρας του είχε φυματίωση στα χρόνια της κατοχής, η μάνα του πίεζε το μαστό της και με το γάλα που έβγαζε, τους τάιζε και τους δυο.

Πριν κάνουμε, λοιπόν, έναν περίπατο στους κήπους των τραγουδιών του Λευτέρη Παπαδόπουλου, επιθυμώ πάλι σκόρπια να γράφω μερικές σκέψεις μου για τον άνθρωπο.

Είναι από τους πιο χαριτωμένους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Ο πιο αθυρόστομος! Να βρίζει ο Λευτέρης και να χαίρεσαι σαν μικρό παιδί! Για να συλλάβουμε το μεγαλείο του ταλέντου του, θα πρέπει να πω ότι την ώρα που στην Ελλάδα σοβούσε η γιγαντομαχία Μίκη και Μάνου, Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, αυτός έβγαλε στο σεργιάνι το άστρο του Ξαρχάκου και μεταξύ των 20 και 28 του χρόνων, έγραψε τις «Άπονες Ζωές», τις «Φτωχολογιές» και τις «Καισαριανές», ταράζοντας τους πάντες και τα πάντα.

Θεωρώ μεγάλη ατυχία για το τραγούδι μας το ότι ο Μάνος Χατζιδάκις δεν έγραψε τραγούδια πάνω σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου! Ο Λευτέρης από σεμνότητα δεν του πήγε στίχους. Και ο Μάνος δεν αποχωριζόταν τον Γκάτσο. Δεν ξέρω αν θα συνέβαινε το ίδιο και με τον Μίκη Θεοδωράκη. Ξέρω πως μια μέρα θύμωσα πολύ από την απάντησή του όταν τον ρώτησα γιατί δεν δίνει τραγούδια του στον Μίκη, βούτηξα από το συρτάρι το τραγούδι «Έχε το νου σου στο παιδί» και το πήγα στον μεγάλο συνθέτη. Το τραγούδι αυτό το τραγούδησε και η Μαρία Φαραντούρη, αλλά το τραγούδησε υπέροχα ο αδικοχαμένος πρίγκιπας της ελληνικής ροκ, Παύλος Σιδηρόπουλος. Το ίδιο έκανα αργότερα με τα «Πικροσάββατα», που τα τραγούδησε ο Δημήτρης Μητροπάνος.

Κρατηθείτε! Ξέρω πως θα σας ξαφνιάσει αυτό που θα σας πω. Αλλά βρίσκω πάρα πολλές αναλογίες και πάρα πολλές ομοιότητες, ακόμα και σε φωτογραφίες των εφηβικών τους χρόνων, μεταξύ του Λευτέρη Παπαδόπουλου και του Φρεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.

Ο άνθρωπος αυτός δεν ξέρει ούτε μια ξένη γλώσσα -το είχε η γενιά μας αυτό-, δεν έμαθε ποτέ του να γράφει σε γραφομηχανή, δεν οδήγησε ποτέ του αυτοκίνητο. Ο άνθρωπος αυτός, χωρίς να ξέρει μια ξένη γλώσσα, μετέφρασε υπέροχα τραγούδια του Λόρκα και μας έδωσε και μια μοναδική μετάφραση του «Άσματος Ασμάτων», λαϊκή, γεμάτη έρωτα και χυμούς, μετάφραση -δεν αποσύρω αυτό που πρόκειται να γράψω- «αλλιώς ωραία» από του Γιώργου Σεφέρη.

Τέλος, για να βάλω τέρμα σε αυτήν την απνευστί εισαγωγή, θα πρέπει να ξέρετε όλοι ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί «Πρόεδροι», αλλά αυτός είναι ο «Πρόεδρος των Προέδρων». Ο Πρόεδρος των Λευτεριστών. Αξίωμα ύπατο, ισόβιο, αδιαφιλονίκητο, που το αποδέχτηκαν, μεταξύ άλλων, ο υψιπετής ποιητής Νίκος Καρούζος, γεννημένος στο Ναύπλιο, η βρεφοκρατούσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, η αξέχαστη Μελίνα Μερκούρη, η παγκόσμια Ειρήνη Παπά, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιώργος Νταλάρας, η Χαρούλα Αλεξίου, αλλά και όλη η φάρα των δημοσιογράφων και των πολιτικών, μηδέ Πρωθυπουργών, μη Προέδρων της Δημοκρατίας εξαιρουμένων.

Ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος (Δ) συνομιλεί με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου (Α), κατά τη διάρκεια της συναυλίας αφιερωμένης στην πολύχρονη καριέρα του στο Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο, την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024. Στη συναυλία συμμετέχουν αφιλοκερδώς οι παρακάτω με αλφαβητική σειρά: Ελευθερία Αρβανιτάκη, Μελίνα Ασλανίδου, Γλυκερία, Στέλιος Διονυσίου, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Μελίνα Κανά, Γιάννης Κότσιρας, Κώστας Μακεδόνας, Χρήστος Μάστορας, Μίνως Μάτσας, Μανώλης Μητσιάς, Δημήτρης Μπάσης, Γιώργος Νταλάρας, Μίλτος Πασχαλίδης, Αντώνης Ρέμος και Μαρία Φαραντούρη. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Μεγάλος δημοσιογράφος… αλλά μέγας στιχουργός

Ένας αληθινός ποιητής, σε μια αληθινή πόλη όπως η Αθήνα και σε μια εποχή όπου δεινώς αγωνιούμε όλοι. Πιστεύω ότι η αρχή των στίχων του έχει γραφτεί ήδη από τα παιδικά του χρόνια, Φωκαίας και Αχαρνών. Και επειδή παραμένει ένα παιδί, γι’ αυτόν ποτέ «δεν επήλθε εις Πύδναν η απαισία λήξις». Παρότι ασχολήθηκε μετέπειτα με κινδυνώδη πράγματα, παρότι βιαίως κατέκτησε τη φήμη και τη δόξα, παρότι ο χώρος που διακόνησε και διακονεί έκρυψε και γιγαντιαία ψέματα, ο Λευτέρης παρέμεινε Λευτέρης. Πώς λέμε ουρανός, θάλασσα, αγόρι, ήλιος, φεγγάρι. Έτσι απλά τραγούδησε, έτσι απλός Λευτέρης έμεινε. Στην ποίηση δεν γερνάει κανείς ποτέ. Πώς θα γερνούσε αυτός;

Ο Λευτέρης μιλάει για τα χάλια των Ρωμιών, τα τραγουδάει, τα υμνεί, τα χορεύει. Μιλάει με διαμαντένια λόγια, μέσα σε έναν συνολικό θησαυρό χιλίων τραγουδιών. Το τραγούδι του είναι ένα μαγικό χαλί, που μας υψώνει πάνω από ανθρώπους και τόπους και μας ταξιδεύει παντού. Η λυρική αξία των τραγουδιών του -το πιστεύω αυτό- είναι εφάμιλλη των μεγάλων Ελλήνων ποιητών. Όλοι έχουμε «έναν περιλάλητο βίο μας εις του καθενός την Αντιόχειαν». Έναν βίο ενδόμυχο, καλαίσθητο, ακαλαίσθητο, ενίοτε έναν βίο ενήδονο. Ο Λευτέρης έχει έναν τρικυμιώδη βίο, με θάλασσες 8 και 9 Μποφόρ και ενώ μοιάζει η ζωή του τετριμμένη, είναι εξόχως ενδιαφέρουσα.

Εγώ πάντοτε τον κρυφοθαύμαζα, γιατί με κολάκευε που είχα φίλο μου έναν αληθινό ποιητή.

Ο λόγος του Λευτέρη Παπαδόπουλου στο τραγούδι δεν φλερτάρει μόνο με το παρόν. Αυτό το κατακτά εύκολα. Φλερτάρει και συνάπτει σχέσεις με το μέλλον. Συνάπτει σχέσεις ερωτικές με το Πέραν. Από μια άποψη, αυτός ο αθεόφοβος, είναι ο Καζανόβας της νεότερης Ελλάδας. Όλες είναι ερωτευμένες με τα τραγούδια του. Όλες τραγουδούν τα τραγούδια του και αναπολούν τον έρωτα. Όλες χαϊδεύονται με τα τραγούδια του, όλες φιλιούνται με αυτά.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ζούμε στον αιώνα της ευκολίας και της «βολής» του ο καθείς από εμάς. Αλλά ο Λευτέρης, άνθρωπος του καφενείου, του πεζοδρομίου, της ορθοστασίας, άνθρωπος που δεν οδήγησε αυτοκίνητο ποτέ στη ζωή του, άνθρωπος που δεν έγραψε σε γραφομηχανή, δεν φοβάται να τα βάλει με την τεχνολογική μας εποχή, τη μαζική πολιτικοποίησή μας και την εν τέλει πολτοποίηση των πάντων.

Ο Λευτέρης δεν διστάζει να κοιτάξει κατάματα την Ελλάδα. Το έμπειρο μάτι του διακρίνει μια υστερική «Σουσού», που θα τη ρήμαζε ο Ψαθάς, μια γηραιά κυρία που ψευτοευρωπαϊστί παριστάνει την κορασίδα. Ο ένας στους δύο μιλάνε αγγλικά και σκέφτονται κινέζικα. Όλοι γράφουν στίχους, οι παπάδες διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, ο λεφτάδες φεύγουν κατά Ελβετία μεριά. Περιοδικά, εφημερίδες και τηλεόραση το παίζουν LifeStyle, και εν τούτοις ο Λευτέρης επιμένει ωσάν μεροκαματιάρης να χτυπάει με την αξίνα του να βρει πετρώματα αισιοδοξίας στον τόπο αυτό, να ψάχνει νερό ωσάν ραβδοσκόπος. Θα έλεγα που διακατέχεται από μια ουτοπία, αν δεν ήξερα πόσες φορές έχει δικαιωθεί. Γιατί η ζωή γυρίζει ανάποδα και ξέρει αυτός τον τρόπο να τουμπάρει τη δυστυχία και να την κάνει χαρά.

Ένας από τους τελευταίους που μιλάει για τους ποιητές στις εφημερίδες. Ένας, ο τελευταίος, που γράφει για την άνοιξη που μπαίνει. Ένας από τους τελευταίους που ζητάει την ευθύνη του πλησίον του.

Κάποτε, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, γόνος ως γνωστόν πλουσιοτάτης οικογενείας, πήρε την ξαφνική απόφαση όταν πέρασε από μια μεγάλη δοκιμασία να μιμηθεί τον Λέοντα Τολστόι και επιχείρησε ανταρσία ενάντια στον πλούτο του. Χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα, σηκώθηκε, ξυπόλητος όπως ήταν, και πεζός ξεκίνησε για το Μπογιάτι, σε ένα κτήμα της οικογένειάς του, αποφασισμένος να δουλέψει με τους αγρότες, να μοιραστεί το συσσίτιό τους και να αφοσιωθεί στην καλλιέργεια της γης!

Ποιος θα το έκανε σήμερα αυτό, πολιτικός ή ποιητής, και δεν θα τον κλείναμε αμέσως στο Δαφνί; Όμως ο Λευτέρης, με τον τρόπο του, ξυπόλητος πηγαίνει στην εφημερίδα, βλέπει χειρόγραφα νεοτέρων του συναδέλφων, κλείνει ραντεβού στο σπίτι του με μελλοντικούς στιχουργούς.

Είναι ο φίλος που θα ήθελε να έχει ο καθένας από μας. Όλο γλύκα και παράπονο. Ενίοτε και βρισίδι. Όλο υποστήριξη και παρηγόρια. Ειρωνεύεται του καθενός μας τις νόμιμες και παράνομες παστάδες, γκρινιάζει συνεχώς για τα βάσανα που δήθεν του επισώρευσε η Ράια και εσαεί ερωτευμένος μαζί της, την υμνεί, τη δοξολογεί και υποτάσσεται κάθε μέρα περισσότερο.

Αυτός είναι ο χρυσούς κανών του Ανθρώπου, το άλφα με κεφαλαίο παρακαλώ, Λευτέρη Παπαδόπουλου. Του φίλου που, όταν χρειαστεί ο καθένας τη βοήθειά του, καθώς αργά ή γρήγορα η ζωή μάς κάνει όλους λίγο-πολύ κουτσούς, τυφλούς και κωφούς, να σου τον δίπλα σου, θαυματοποιός, γιατρός των θλίψεων, παρηγορητής του σύμπαντος, αν και συχνά απαρηγόρητος ο ίδιος… Φίλος ρε, αληθινός!

Ο τρόπος που έγραψε ρεπορτάζ ο Λευτέρης είναι σαν τον τρόπο που ο Πιερ Πάολο Παζολίνι σκιαγράφησε τη Ρώμη, μέσα σε έναν εκτυφλωτικό ρεαλισμό. Όλοι του οι ήρωες είναι υπαρκτά πρόσωπα.

Στη ζωή μου δεν γνώρισα μεροκαματιάρη σαν τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Αν πληρωνόταν τις υπερωρίες που έχει δουλέψει, θα φαλίριζε την πιο μεγάλη επιχείρηση. Το ίδιο το κράτος.

Δεν αγνοώ τον Νίκο Γκάτσο, όπως σας έλεγα στην εισαγωγή, δεν αγνοώ την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, δεν αγνοώ τον Μάνο Ελευθερίου και τις άλλες σπουδαίες προσωπικότητες που λάμπουν στον γαλαξία του τραγουδιού μας, αλλά ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι Ένας και Μοναδικός. Και είναι το πιο κοντινό άστρο απ’ όλα. Φαντάζομαι όχι μόνο στη δική μας γενιά, αλλά και στις επόμενες. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι το φεγγάρι.

Τι αγάπησε περισσότερο απ’ όλα στη ζωή του; Τη μητέρα του. Την πάνγλυκη νοσταλγία της οποίας έχω γευτεί κι εγώ. Αυτό είναι που λέει ο Ελύτης: «Και ένα τέταρτο μητέρας, φτάνει για δέκα ζωές. Πού να το ανακράξεις σε στιγμή μεγάλου κινδύνου;» Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος ζει την πρώτη του ζωή ακόμα…

Τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή του τα κορίτσια; Μεγάλο. Και στην ατέλειωτη πομπή αυτών των κοριτσιών, μέσα στη φοβερή μοναξιά του έρωτα, πρώτη, καλύτερη, μόνη και ολόρθη η Ράια Μουζενίδου. Από σόι σαλονικιώτικο, περήφανο. Η γυναίκα του. Που του χάρισε την ευωδιαστή Υακίνθη. Αλλά έχει κι ένα παλικαράκι, που τώρα μεγάλωσε και έγινε κι αυτό σπουδαίος δημοσιογράφος. Τον Νότη. Καλά που δε ζει στην Αμερική. Να μας τον φάει το Hollywood. Κούκλος! Και χρυσή καρδιά.

Οι μεγάλοι τραγουδιστές αυτού του τόπου υποκλίθηκαν στον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης -και τον αναφέρω πρώτο γιατί έχει τραγουδήσει τα περισσότερα και τα καλύτερα τραγούδια του. Ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Στελάρας, για τον οποίο πρόσφατα έγραψε και ένα βιβλίο, με τίτλο «Εν αρχή ην ο Καζαντζίδης». Η Χαρούλα Αλεξίου, το Νταλαράκι, ο Σταμάτης Κόκοτας, η Μαρία Φαραντούρη. Όλοι, μα όλοι, υποκλίθηκαν στον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Αλλά εδώ υποκλίθηκε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Εδώ υποκλίθηκαν συνθέτες, ο Μίκης, ο Ξαρχάκος, ο Λοΐζος, ο Σπανός και τόσοι άλλοι.

Ο τρόπος που έγραψε ρεπορτάζ ο Λευτέρης είναι σαν τον τρόπο που ο Πιερ Πάολο Παζολίνι σκιαγράφησε τη Ρώμη, μέσα σε έναν εκτυφλωτικό ρεαλισμό. Όλοι του οι ήρωες είναι υπαρκτά πρόσωπα. Ο Στράτος ο καφετζής, με τα γουρλωτά μάτια, ο Αρμένης, η συνομοταξία των φωτορεπόρτερ, ο Σάββας, η «κάρα», ο «γκρινιάρης», κυρίως ο Βασίλης Καραγιώργος, η «Μάγισσα» όπως τον έλεγε με τα χέρια-κουπιά, που ήταν το βαρόμετρο των πολιτικών του εκτιμήσεων, ο Πάτερ που έκλεβε στον Θανάση, ο συγχωρεμένος ο Κοντοβάς με τα κόκκινα γένια, ο «εκλιπαριστής». Αυτοί σμιλεύανε τον καθημερινό του λόγο. Μίλαγε με τον τρόπο τους. Ταπεινή τέχνη, χωρίς ύφος. Αλλά μέσα από τα ρεπορτάζ τράνταζε πολιτικούς και κυβερνήσεις. Τους ισχυρούς, που δεν τους γούσταρε πολύ, αν και γύρευαν την παρέα του. Όλοι τον αγαπούν, άλλοι γιατί όντως είναι τρισχαριτωμένος άνθρωπος και άλλοι γιατί τον φοβούνται.

Για μένα, είναι ο λατρεμένος «κοντοκαντήλας» μου. Δεν ξεχνώ αυτό που είπε κάποτε (όταν ήμουν δημοσιογραφικό μειράκιον, τότε που ζούσα στη Θεσσαλονίκη) στην πρώτη μου γυναίκα, την Αρτέμιδα Δεδιαλή: «Αυτόν μην τον κρατάτε πάνω, αμολήστε τον στην Αθήνα, θα γίνει σπουδαίος δημοσιογράφος». Και ήρθα στην Αθήνα και με στήριξε σε μεγάλες και δύσκολες στιγμές. Μ’ έδιωχνε από τη Μεσόγειο της δουλειάς στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό, στο Νότιο και το Βόρειο Πόλο. Δική του ιδέα ήταν να μπω στους «Ρεπόρτερς».

Και ενώ με έστελνε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, μου έλεγε κυνικά: «Εσένα το ταλέντο σου είναι ο μικρόκοσμος, ο περίπλους της καρδιάς ενός ισοβίτη, ενός ποιητή, ενός αγνοούμενου, ενός τοξικομανή, ενός καμικάζι και κυρίως μιας μοιραίας γυναίκας».

Τολμώ να πω ότι, αν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος δεν ήταν δέσμιος, όπως όλοι μας σχεδόν, στις δαγκάνες του δέοντος και του ωφέλιμου, τότε θα μιλούσαμε για έναν επαναστάτη στην τέχνη του.

Μαγική βραδιά στο Καλλιμάρμαρο για τον Λευτέρη Παπαδόπουλο