Skip to main content

«Όποιος πεθάνει πλούσιος, πεθαίνει ατιμασμένος»: Ο φτωχός μετανάστης, που έχτισε μία αυτοκρατορία και τη… δώρισε

Carnegie Mellon University

Πλούτισε νέος, πέθανε φτωχός, γεμάτος εμπειρίες, γνώση και ικανοποίηση. Η ιστορία του Άντριου Κάρνεγκι.

Δούλευε από τα 13, κουβαλώντας σακιά με βαμβάκι για κάτι παραπάνω από 1 δολάριο την εβδομάδα. Στα 30 ήταν ήδη επιχειρηματίας. Πριν τα 40 είχε γίνει εκατομμυριούχος. Πέθανε χωρίς περιουσία στην κατοχή του, γιατί την είχε δωρίσει σε όσους είχαν ανάγκη.

Ο Άντριου Κάρνεγκι, που οδηγήθηκε στην τελευταία κατοικία του σαν σήμερα το 1919,  ηγήθηκε της ανάπτυξης της αμερικανικής χαλυβουργίας στα τέλη του 19ου αιώνα, έγινε ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της εποχής του και πάνω από όλα ήταν ο «πατέρας» της σύγχρονης φιλανθρωπίας. Αξίζει λοιπόν να αφηγηθούμε την ιστορία του.

Γεννήθηκε στο Ντανφέρμλιν, την ιστορική, μεσαιωνική πρωτεύουσα της Σκωτίας, αργότερα διάσημη για την παραγωγή εκλεκτών λευκών ειδών. Όταν η εκβιομηχάνιση κατέστησε την παραδοσιακή ύφανση ξεπερασμένη, η πόλη πέρασε δύσκολες ώρες.

Ο πατέρας του Άντριου, Γουίλ, δυσκολευόταν να συντηρήσει την οικογένειά του. Μαζί με τον πεθερό του Τόμας Μόρισον, τσαγκάρη και υπέρμαχο της πολιτικής μεταρρύθμισης, προσχώρησαν στο δημοφιλές κίνημα των Χαρτιστών, το οποίο πίστευε ότι οι συνθήκες για τους εργάτες θα βελτιώνονταν εάν οι μάζες αναλάμβαναν την εξουσία από τους γαιοκτήμονες.

Όταν το κίνημα απέτυχε το 1848, ο Γουίλ Κάρνεγκι και η σύζυγός του, Μάργκαρετ, πούλησαν τα υπάρχοντά τους και πήραν το πλοίο για την Αμερική με τους γιους τους, τον 12χρονο Άντριου και τον 5χρονο Τομ.

Μαθαίνοντας τη σκληρή δουλειά από παιδί

Στην ηλικία των 13 ετών, ο Κάρνεγκι δούλευε από την αυγή έως τη δύση του ηλίου, κουβαλώντας μασούρια για τους αργαλειούς και κέρδιζε 1,20 δολάρια την εβδομάδα.

Από τότε ακόμη ήξερε πως πρέπει να διεκδικήσει κάτι καλύτερο για τον εαυτό του. Έναν χρόνο αργότερα, προσελήφθη ως αγγελιοφόρος σε τοπική τηλεγραφική εταιρεία με αμοιβή 2,50 δολάρια την εβδομάδα. Φρόντισε να μάθει μόνος του πώς να χρησιμοποιεί τον εξοπλισμό και προήχθη σε τηλεγραφητή.

Με αυτή την ιδιότητα έπιασε δουλειά στην σιδηροδρομική επιχείρηση Pennsylvania Railroad στα 18 με μισθό 4 δολαρίων την εβδομάδα.

Έξι 6 χρόνια αργότερα, στα 24, είχε προαχθεί σε επιθεωρητή όλου του δυτικού τομέα της εταιρείας.

Η αγάπη για το διάβασμα και τις ευκαιρίες

Ο Άντριου ήταν φιλόδοξος, αλλά δεν κυνηγούσε απλά τις ευκαιρίες, ήθελε να εξελιχθεί σε όλα τα επίπεδα. Αδηφάγος αναγνώστης, εκμεταλλεύτηκε τη γενναιοδωρία του συνταγματάρχη, Τζέιμς Άντερσον, που άνοιξε την πλούσια βιβλιοθήκη του σε νέους εργαζομένους και βιοπαλαιστές – μία σπάνια ευκαιρία εκείνη την εποχή.

Με την πάροδο των ετών τα βιβλία αυτά παρείχαν το μεγαλύτερο μέρος της μόρφωσης του Άντριου Κάρνγεκι, εφόδιο ανεκτίμητο για τη μελλοντική του καριέρα.

Πώς εξελίχθηκε από εργάτης σε επιχειρηματία; Με μία επένδυση. Ο Τόμας Σκοτ, στέλεχος της Pennsylvania Railroad και αφεντικό του Άντριου, τον ενημέρωσε για την επικείμενη πώληση δέκα μετοχών της Adams Express Company. Εκείνος έπεισε τη μητέρα του να υποθηκεύσουν το σπίτι τους για να λάβουν 500 δολάρια και να αγοράσουν τις μετοχές. Σύντομα ήρθε η ανταμοιβή στη μορφή μερισμάτων.

Με το κέρδος από την πρώτη επιτυχημένη επένδυση, αλλά και ανοιχτός σε νέες ιδέες και στο ρίσκο, ο Κάρνεγκι διεύρυνε γρήγορα τη γκάμα των επιχειρηματικών συμφερόντων του.

Οι επενδύσεις

Ο Θίοντορ Γουντραφ τον πλησίασε με μία ιδέα για καμπίνες, που θα επέτρεπαν στους επιβάτες των τρένων να κοιμηθούν. Ο Κάρνεγκι εξασφάλισε ένα τραπεζικό δάνειο για να δεχτεί την πρόταση – μια απόφαση για την οποία δεν θα μετάνιωνε. Τελικά αγόρασε την εταιρεία που παρουσίασε την πρώτη επιτυχημένη καμπίνα με κουκέτες ύπνου για αμαξοστοιχίες.

Στην ηλικία των 30 ετών, ο Κάρνεγκι είχε ήδη συμμετοχή σε εργοστάσια σιδήρου, ατμόπλοια στις Μεγάλες Λίμνες, σιδηρόδρομους και πετρελαιοπηγές.

Από τις πιο επικερδείς του επενδύσεις ήταν αυτή στην Columbia Oil Company της Πενσυλβάνια, η οποία μέσα σε ένα χρόνο είχε αποφέρει μερίσματα άνω του 1 εκατ. δολαρίων.

Η αυτοκρατορία χάλυβα

Το μεγαλύτερο, πιο καθοριστικό βήμα του, το έκανε, ωστόσο, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την παραγωγή χάλυβα.

Έως το 1889, η παραγωγή χάλυβα των ΗΠΑ είχε ξεπεράσει εκείνη του Ηνωμένου Βασιλείου και ο Κάρνεγκι ήλεγχε μεγάλο μέρος της. Ίδρυσε τη δική του εταιρεία και άρχισε να εξαγοράζει ανταγωνιστές. Η αυτοκρατορία του μεγάλωσε για να συμπεριλάβει τις:

  • J. Edgar Thomson Steel Works
  • Pittsburgh Bessemer Steel Works
  • Lucy Furnaces, Union Iron Mills
  • Union (Wilson, Walker & County)
  • Keystone Bridge Works
  • Hartman Steel Works
  • Frick Coke Company
  • και τα ορυχεία μεταλλευμάτων Scotia.

Όλες αυτές οι δραστηριότητες ενώθηκαν στην Carnegie Steel Corporation, που έφτασε να καταστεί η μεγαλύτερη χαλυβουργία στον κόσμο.

Η επιτυχία του Κάρνεγκι οφειλόταν επίσης στη σχέση του με τους σιδηροδρομικούς οργανισμούς, που βασίζονταν στον χάλυβα για την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών, αλλά και έβγαζαν κέρδος από τις μεταφορές του μετάλλου. Οι βαρόνοι του χάλυβα και των σιδηροδρόμων συνεργάστηκαν στενά εκείνη την εποχή.

Η πρώτη εταιρεία με κεφαλαιοποίηση 1 δισ. δολαρίων

Το 1901, ο Carnegie ήταν 65 ετών και σκεφτόταν να συνταξιοδοτηθεί. Μετέτρεψε τις επιχειρήσεις του σε συμβατικές ανώνυμες εταιρείες ως πρώτο βήμα για την αποχώρηση από την ενεργό επαγγελματική δράση.

Ο Τζον Πίρποντ Μόργκαν (JP Morgan), εκ των σημαντικότερων τραπεζιτών της εποχής, είχε παρατηρήσει πόσο αποτελεσματικά ο Κάρνεγκι παρήγαγε κέρδη.

Οραματίστηκε μια ολοκληρωμένη βιομηχανία χάλυβα που θα μείωνε το κόστος, θα μείωνε τις τιμές για τους καταναλωτές, θα παρήγαγε μεγαλύτερες ποσότητες και θα αύξανε τους μισθούς των εργαζομένων.

Για το σκοπό αυτό, αποφάσισε να εξαγοράσει την Carnegie και αρκετούς άλλους μεγάλους παραγωγούς και να τους ενσωματώσει σε μια εταιρεία.

Ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις στις 2 Μαρτίου 1901 και ίδρυσε την United States Steel Corporation. Ήταν η πρώτη εταιρεία στον κόσμο με χρηματιστηριακή αξία άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.

«Τίποτα πιο εξευτελιστικό από τη λατρεία του χρήματος»

Η σκέψη του Κάρνεγκι δεν ήταν η μεγιστοποίηση του προσωπικού του πλούτου. Ήθελε να αξιοποιεί την περιουσία του για να βοηθάει και άλλους ή να προσφέρει κάτι χρήσιμο στην κοινωνία. Είχε γράψει πως δεν υπάρχει τίποτα πιο εξευτελιστικό από τη λατρεία του χρήματος.

«Προτείνω να λαμβάνω εισόδημα όχι μεγαλύτερο από 50.000 δολάρια ετησίως. Θα ξοδεύω το πλεόνασμα κάθε χρόνο για καλοπροαίρετους σκοπούς. Ας εγκατασταθούμε στην Οξφόρδη, για να αποκτήσω μια ενδελεχή εκπαίδευση. Μετά μπορώ να επενδύσω σε εφημερίδα. Θέλω να συμμετέχω σε δημόσια θέματα, ειδικά σε εκείνα που σχετίζονται με τη βελτίωση του μορφωτικού και βιοτικού επιπέδου των φτωχότερων τάξεων. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να έχει είδωλα και η συγκέντρωση πλούτου είναι ένα από τα χειρότερα είδη ειδωλολατρίας! Κανένα είδωλο δεν είναι πιο εξευτελιστικό από τη λατρεία του χρήματος!».

Δεν ήταν μόνο λόγια. Ό,τι πίστευε, το έκανε πράξη. Τα τελευταία 18 χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε σε φιλανθρωπίες, δωρίζοντας το σύνολο της περιουσίας των 350 εκατ. δολαρίων (σημερινά χρήματα 6,5 δισ. δολαρίων).

Από τα πιο σημαντικά στοιχεία της «κληρονομιάς» που άφησε, ήταν το πολυτεχνείο Carnegie Mellon University στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Σήμερα είναι πρωτοπόρο στους τομείς της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης.