Skip to main content

Ο πιο σημαντικός φυλακισμένος στον κόσμο

ECONOMIST

Υπάρχει ένας Παλαιστίνιος που μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο. Το πρόβλημα; Κρατείται σε ισραηλινή φυλακή

Η μορφή ενός φυλακισμένου φιγουράρει σε αφίσες και γκράφιτι σε όλο το Κόμπαρ. Πρόκειται για τον Μαργουάν Μπαργκούτι, έναν άνθρωπο που πολλοί πιστεύουν ότι θα μπορούσε να φέρει στα παλαιστινιακά εδάφη την ειρήνη.

«Υπάρχει ένας Παλαιστίνιος που μπορεί να βοηθήσει να τερματιστεί ο πόλεμος. Είναι έγκλειστος σε ισραηλινή φυλακή», σχολιάζει ο Economist και παρουσιάζει την ιστορία του Μπαργκούτι.

Ο Παλαιστίνιος πολιτικός και ακτιβιστής καταδικάστηκε από ισραηλινό δικαστήριο πριν από περισσότερες από δύο δεκαετίες, κατηγορούμενος ότι έδωσε εντολή για επιχειρήσεις, στις οποίες σκοτώθηκαν 5 άμαχοι. Αν και έκτοτε αποκλείστηκε από τον έξω κόσμο, είναι πιο δημοφιλής στους Παλαιστίνιους από οποιονδήποτε άλλον πολιτικό. Μια δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2024 έδειχνε ότι εάν γίνονταν εκλογές θα κέρδιζε περισσότερες ψήφους από τους δύο πλησιέστερους αντιπάλους του μαζί.

Η προοπτική της ανταλλαγής

Όταν η Χαμάς συνέλαβε 250 ισραηλινούς ομήρους κατά τη διάρκεια μιας δολοφονικής επίθεσης στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου του περασμένου έτους, έθεσε την πιθανότητα ανταλλαγής κρατουμένων κατά την οποία ο Μπαργκούτι θα μπορούσε τελικά να απελευθερωθεί.

Οι Ισραηλινοί φαίνεται να εξετάζουν αυτό το ενδεχόμενο, σύμφωνα με τον Economist. Πριν από λίγες εβδομάδες νας ανώτερος αξιωματικός της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών είχε επισκεφτεί το σπίτι του μικρότερου αδελφού του Μαργουάν, Μουκμπίλ. Σύμφωνα με μαρτυρίες Παλαιστινίων ο αξιωματικός ρώτησε ευγενικά αν η οικογένεια είχε ακούσει νέα για τον κρατούμενο. Ο Μουκμπίλ ένιωσε ότι ο Ισραηλινός, ο οποίος προφανώς ήξερε πολύ περισσότερα για την κατάσταση του Μπαργκούτι από την οικογένεια, ήθελε ουσιαστικά να τους ψαρέψει σχετικά με το τι θα μπορούσε να συμβεί αν ελευθερωνόταν. Θα διεκδικούσε πολιτικό αξίωμα; Θα πολεμούσε; Θα οργάνωνε διαδηλώσεις;

Είναι μια περίεργη στιγμή στη μακροχρόνια ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Η κατάσταση είναι ζοφερή. Η σύντομη αισιοδοξία που πυροδότησαν οι συμφωνίες του Όσλο το 1993, οι οποίες υποτίθεται ότι θα οδηγούσαν σε ένα παλαιστινιακό κράτος που θα συμβίωνε ειρηνικά δίπλα στο Ισραήλ, έσβησαν προ πολλού. Ο σημερινός πόλεμος είναι ο πιο θανατηφόρος από οποιονδήποτε άλλο από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948. Σχεδόν 40.000 Παλαιστίνιοι, ανάμεσα τους χιλιάδες παιδιά, και 1.500 Ισραηλινοί έχουν πέσει νεκροί.

Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, δεν δείχνει καμία διάθεση για κατάπαυση πυρός, ενώ φαίνεται έτοιμος να ανοίξει και δεύτερο μέτωπο άμεσης σύγκρουσης με τον Λίβανο. Ωστόσο, ο Νετανιάχου παραμένει υπό πίεση να απελευθερώσει τους Ισραηλινούς ομήρους, κάτι που θα απαιτούσε μία ανταλλαγή. Ένας μεσολαβητής που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις αποκάλυψε στον Economist ότι το όνομα του Μπαργκούτι είναι το δεύτερο στη λίστα των κρατουμένων που θέλει να βγάλει από τη φυλακή η Χαμάς.

Ισραήλ – Χεζμπολάχ: Ο πόλεμος που θα βυθίσει τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο στην άβυσσο;

Γιατί διαφέρει τόσο από τον Αμπάς όσο και από τη Χαμάς

Εάν αφεθεί ελεύθερος, η δυναμική της σύγκρουσης θα μπορούσε να αλλάξει. Σε αντίθεση με τον  επικεφαλής της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, χαίρει μεγάλης εκτίμησης. Οι ισλαμιστές διοικητές της Χαμάς μιλούν για αυτόν με θαυμασμό, παρόλο που προέρχεται από μια κοσμική φατρία. Και σε αντίθεση με αυτούς, τάσσεται υπέρ της λύσης των δύο κρατών. Λέγεται ότι μιλάει εβραϊκά άψογα και χωρίς προφορά. Αρκετοί Ισραηλινοί πολιτικοί τον θεωρούν φίλο.

«Ο μόνος ηγέτης που πιστεύει σε δύο κράτη και θα εκλεγεί έναντι οποιουδήποτε άλλου ανταγωνιστή είναι ο Μαρουάν Μπαργκούτι», δήλωσε ο Άμι Αγιαλόν, πρώην επικεφαλής της Σιν Μπετ, της εγχώριας υπηρεσίας πληροφοριών του Ισραήλ. «Είναι προς το συμφέρον μας να λάβει στις επόμενες παλαιστινιακές εκλογές – όσο πιο γρήγορα, τόσο το καλύτερο».

Υπάρχουν ωστόσο και πολλοί Ισραηλινοί που πιστεύουν ότι ο Μπαργκούτι δεν ενδιαφέρεται για την ειρήνη τώρα πια και ότι η απελευθέρωσή του θα τους στοιχειώσει ξανά. Υπάρχει το παράδειγμα του Γιάχια Σινουάρ, στρατιωτικού ηγέτη της Χαμάς, που αφέθηκε ελεύθερος σε ανταλλαγή αιχμαλώτων το 2011 και τελικά σχεδίασε τις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου. «Ο Μπαργκούτι είναι τόσο κακός όσο η Χαμάς», σχολίασε πρώην πράκτορας των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών. «Δεν άλλαξε στη φυλακή. Έγινε πιο ακραίος», εκτίμησε.

Στην πραγματικότητα, είναι δύσκολο να πούμε τι πιστεύει ο Μπαργκούτι αυτές τις μέρες. Η πιο πρόσφατη συνέντευξή του έγινε πριν από σχεδόν 20 χρόνια. Η τελευταία γνωστή φωτογραφία του – αλυσοδεμένος, χλωμός, με αραιά μαλλιά – είναι πάνω από δέκα ετών. Ποιος είναι ο άντρας που βρίσκεται πίσω από τα ψηλά τείχη της φυλακής Meggido; Και θα μπορούσε πραγματικά να είναι, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, ο Παλαιστίνιος Μαντέλα;

Τα παιδικά χρόνια στη Δυτική Όχθη

Ο Μπαργκούτι γεννήθηκε στη Δυτική Όχθη, όταν ήταν υπό τον έλεγχο της Ιορδανίας. Η εννέαμελής οικογένειά του ζούσε στριμωγμένη σε ένα σπίτι δύο υπνοδωματίων. Έβλεπε τα κομψά λευκά κτίρια Bauhaus του Τελ Αβίβ να λαμπυρίζουν στο βάθος. Υπήρχαν λίγες δουλειές στο χωριό: ο πατέρας του Μπαργκούτι, που ήταν οικοδόμος, μερικές φορές ταξίδευε μέχρι τη Βηρυτό αναζητώντας δουλειά.

Το 1967, όταν ο Μπαργκούτι ήταν σχεδόν οκτώ, ξέσπασε ο πόλεμος έξι ημερών και οι ισραηλινές δυνάμεις κατέλαβαν την Ανατολική Ιερουσαλήμ, τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Οι Μπαργκούτι ζούσαν πλέον υπό ισραηλινή κατοχή. Οι γείτονές τους ξυλοκοπήθηκαν ή συνελήφθησαν επειδή έφεραν παλαιστινιακές σημαίες. Γύρω από το χωριό τους ξεπήδησαν στρατιωτικές βάσεις και εβραϊκοί οικισμοί. Ισραηλινοί στρατιώτες πυροβόλησαν τον σκύλο της οικογένειας επειδή γάβγιζε.

Σύμφωνα με τους παιδικούς του φίλους, ο Μπαργκούτι ενεπλάκη στο κομμουνιστικό κόμμα, το οποίο είχε επιρροή στα κατεχόμενα εκείνη την εποχή. Ενώ ορισμένα κόμματα ζητούσαν την καταστροφή του Ισραήλ, οι κομμουνιστές πίστευαν στη μη βίαιη αντίσταση και στη λύση των δύο κρατών. Μετά το σχολείο, ο Μπαργκούτι έκανε πορεία γύρω από την κεντρική Ραμάλα ως επικεφαλής των διαδηλώσεων.

Με την πάροδο του χρόνου ο Μπαργκούτι απογοητεύτηκε με το πόσο λίγο φαινόταν να επιτυγχάνουν οι διαδηλώσεις και άρχισε να ψάχνει αλλού. Υπήρχαν πολλές διαφορετικές ομάδες που αγωνίζονταν για να εκπροσωπήσουν την παλαιστινιακή υπόθεση, κυρίως από το εξωτερικό. Η πιο γνωστή από αυτές ήταν η Παλαιστινιακή Οργάνωση για την Απελευθέρωση (PLO) στην οποία κυριαρχούσε το κίνημα της Φατάχ. Τα στελέχη της Φατάχ δρούσαν στη σκιά, εξαπολύοντας βίαιες επιθέσεις στο Ισραήλ από τη βάση τους στον Λίβανο.

Η πρώτη σύλληψη στα 18

Όταν ήταν 18 ετών, συνελήφθη σε μια νυχτερινή έφοδο στο σπίτι του στο Κόμπαρ. Οι δεσμοφύλακες του έβαλαν μια βρώμικη σακούλα πάνω από το κεφάλι του, τον έγδυσαν και τον χτύπησαν τα γεννητικά όργανα με ένα ραβδί μέχρι που λιποθύμησε, όπως ισχυρίστηκε αργότερα. Όταν ήρθε συνήλθε τον χλεύασαν ότι δεν θα μπορούσε να κάνει παιδιά.

Σύμφωνα με τον αδερφό του, ο Μπαργκούτι κατηγορήθηκε ότι ήταν μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης και ετοίμαζε βόμβες μολότοφ. Πέρασε τα επόμενα τεσσεράμισι χρόνια στη φυλακή. Πολλοί από τους συγκρατούμενούς του ήταν από μεγάλες πόλεις και, για πρώτη φορά στη ζωή του, ήταν περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που διάβαζαν βιβλία. Οι οικογένειες και οι δικηγόροι τους τα εισήγαγαν λαθραία και οι νεαροί κρατούμενοι τα διάβαζαν μαζί. Καθώς πλησίαζε το τέλος της ποινής του, ο Μπαργκούτι είπε στον αδερφό του να ζητήσει από τον πατέρα της Φαντούα, νεαρής γειτόνισσάς του που είχε ερωτευτεί, το χέρι της. Αφού αποφυλακίστηκε το 1983, το ζευγάρι παντρεύτηκε.

Οι σπουδές

Ο Μπαργκούτι γράφτηκε στο Bir Zeit, το κορυφαίο παλαιστινιακό πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε ιστορία και πολιτική. Αλλά δεν απαρνήθηκε τον ακτιβισμό και πέρασε τα επόμενα χρόνια ηγούμενος διαδηλώσεων στην πανεπιστημιούπολη κατά της κατοχής. Πριν γεννηθεί ο πρώτος του γιος, συνελήφθη ξανά. Αυτή τη φορά κρατήθηκε για έξι μήνες. Εκεί έμαθε αρκετά εβραϊκά για να διαβάζει τις ισραηλινές εφημερίδες που έφερναν στα κελιά κάθε μέρα και να απαντάει στους φρουρούς του με στίχους από την Τορά. Μερικοί από τους συγκρατούμενούς του είχαν εγγραφεί σε μαθήματα ιστορίας στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο του Ισραήλ και εκείνος καταβρόχθιζε τα βιβλία, που είχαν στο κελί.

Διάβασε για το πώς οι εβραϊκές πολιτοφυλακές είχαν ξεκινήσει να δημιουργήσουν το κράτος του Ισραήλ: Πυροδότησαν βόμβες μέσα σε κινηματογράφους και ξενοδοχεία στην εκστρατεία τους κατά των Βρετανών και ενοποίησαν κατακερματισμένες ομάδες σε έναν ενιαίο στρατό.

Έκτοτε μπαινόβγαινε στη φυλακή. Το 1987 οι ισραηλινές αρχές αποφάσισαν ότι δεν ήθελαν ο Μπαργκούτι να προκαλέσει άλλα προβλήματα και έτσι τον έσπρωξαν πέρα ​​από τα σύνορα με την Ιορδανία. Η Φαντούα τον συνόδευσε στην πρωτεύουσα της Ιορδανίας, το Αμμάν, με το μικρό παιδί τους. Την προειδοποίησε να μην περιμένει μια συμβατική ζωή μόνο και μόνο επειδή δεν παρενοχλούνταν πλέον από Ισραηλινούς στρατιώτες. «Όταν η Παλαιστίνη είναι ελεύθερη, θα επιστρέψουμε σαν οικογένεια», είπε.

Η Ιντιφάντα

Λίγο αργότερα ξέσπασε η ιντιφάντα, μία εξέγερση  πολιτικής ανυπακοής, απεργιών και διαμαρτυριών, αν και περιλάμβανε επίσης μάχες με πέτρες και, αργότερα, πυροβολισμούς. Ο Μπαργκούτι είχε γίνει μέχρι τότε μια ανώτερη προσωπικότητα στην εξόριστη ηγεσία της Φατάχ και ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο συγκεντρώνοντας χρήματα για την εξέγερση. Στο σπίτι η οικογένειά του μεγάλωνε και σύντομα απέκτησε τέσσερα παιδιά. Τα χρόνια του Αμμάν ήταν τα πιο γαλήνια στη ζωή του Μπαργκούτι και, όπως έχει πει η Φαντούα, τα πιο βαρετά.

Το 1993 η συμφωνία του Γιάσερ Αραφάτ με τον Γιτζάκ Ράμπιν τερμάτισε την Ιντιφάντα. Χάρη στις συμφωνίες του Όσλο επετράπη σε εξόριστους όπως ο Μπαργκούτι να επιστρέψουν στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Πολλοί από αυτούς είχαν περάσει δεκαετίες στο εξωτερικό και δεν είχαν επαφή με τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι εκπροσωπούσαν. Οι Παλαιστίνιοι τους αποκαλούσαν περιφρονητικά yolim hadashim – «νέους μετανάστες» στα εβραϊκά. Ο Μπαργκούτι, ο οποίος έλειπε από την Παλαιστίνη μόνο πέντε χρόνια, λειτούργησε ως γέφυρα μεταξύ των Παλαιστινίων και των επίδοξων ηγετών τους.

Για πρώτη φορά, η Φατάχ μπόρεσε να δράσει ανοιχτά στη Δυτική Όχθη και ο Μπαργκούτι οργάνωσε συγκεντρώσεις κατά της κατοχής χωρίς να χρειάζεται να φοβάται τη σύλληψη. Σαφώς, βρέθηκε επίσης να συναναστρέφεται με Ισραηλινούς πολιτικούς. Οι δυτικές κυβερνήσεις υποστήριξαν τη συμφωνία του Όσλο φιλοξενώντας ατελείωτες διασκέψεις για την οικοδόμηση της ειρήνης. Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι συναντήθηκαν σε αγγλικά αρχοντικά, αεροδρόμια και φανταχτερά εστιατόρια. Μερικοί από αυτούς ανέπτυξαν μια γνήσια σχέση.

Στον Μπαργκούτι άρεσε να χρησιμοποιεί τα άπταιστα εβραϊκά του. Μετά την εκλογή του στο πρώτο παλαιστινιακό κοινοβούλιο το 1996, παρακολούθησε με ενθουσιασμό τις συναντήσεις Ισραηλινών και Παλαιστινίων βουλευτών. Το χιούμορ σε αυτές τις εκδηλώσεις του κέρδισε φίλους. Ο Μέιρ Σιτρίτ, ένας Ισραηλινός βουλευτής από το Λικούντ, τον θεωρούσε φίλο του. «Υποστήριζε την ειρήνη πλήρως», θυμάται ο Σιτρίτ. «Πραγματική ειρήνη με το Ισραήλ».

Χρόνια αργότερα, ο Μπαργκούτι περιόδευσε το Ισραήλ και την Παλαιστίνη, προειδοποιώντας ότι μετριοπαθείς σαν αυτόν θα περιθωριοποιούνταν εάν η διαδικασία του Όσλο αποτύχει να δημιουργήσει ένα παλαιστινιακό κράτος. Ο Μπαργκούτι είχε προαχθεί σε γενικό γραμματέα της Φάταχ στη Δυτική Όχθη, μια ανώτερη θέση σε μια οργάνωση που προσπαθούσε να είναι κίνημα αντίστασης, πολιτικό κόμμα και κυβέρνηση ταυτόχρονα. Του δόθηκε το καθήκον να διευθύνει τους Τανζίμ, τους ακτιβιστές της βάσης που είχαν ηγηθεί διαδηλώσεων κατά τη διάρκεια της ιντιφάντα και τώρα ενεργούσαν ως βραχίονας της Φατάχ στους δρόμους.

Όλο και περισσότερο ο Μπαργκούτι εμφανιζόταν σε δημόσιες συγκεντρώσεις για λογαριασμό του Αραφάτ. Κάποιοι τον έβλεπαν ως πιθανό διάδοχο. Ο ίδιος Αραφάτ τον έβλεπε ως γιο του και μελλοντικό ηγέτη.

Η Σύνοδος του 2000 και ο νέος κύκλος βίας

Τον Ιούλιο του 2000, ο Μπιλ Κλίντον, φιλοξένησε μια σύνοδο κορυφής για να χαρτογραφήσει μια τελική διευθέτηση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Το κλίμα ήταν τεταμένο από την αρχή και οι συνομιλίες κατέρρευσαν για το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, μεταξύ άλλων δυσεπίλυτων ζητημάτων. Και οι δύο πλευρές γνώριζαν ότι θα ακολουθούσε βία.

Προς τα τέλη του 2000, ο Μπαργκούτι βοήθησε τον Αραφάτ να δημιουργήσει μια στρατιωτική πτέρυγα των Τανζίμ, την Ταξιαρχία Μαρτύρων al-Aqsa. Στην αρχή η ταξιαρχία περιορίστηκε σε επιθέσεις σε στρατιώτες στα κατεχόμενα. Αυτό ήταν αρκετό για να γίνει στόχος ο Μπαργκούτι. Ένας πρώην διοικητής της Shin Bet είπε ότι υπήρχαν σχέδια για τη δολοφονία του, αλλά δεν εκτελέστηκαν ποτέ.

Οι παλιοί του Ισραηλινοί φίλοι προσπάθησαν να τον απομακρύνουν από τον δρόμο αυτό. «Τον προειδοποίησα, του τηλεφώνησα, του είπα ‘μείνε μακριά, μην αγγίζεις την τρομοκρατία», είπε ο Σιτρίτ, ο οποίος ήταν τότε υπουργός Δικαιοσύνης. Αλλά ο Μπαργκούτι ήθελε να αποδείξει ότι η κατοχή είχε κόστος. «Δεν είμαι τρομοκράτης, αλλά ούτε και ειρηνιστής», έγραψε σε ένα άρθρο στην Washington Post. «Δεν επιδιώκω να καταστρέψω το Ισραήλ, αλλά μόνο να τερματίσω την κατοχή της χώρας μου».

Ισχυρίστηκε ότι αντιτίθεται στις επιθέσεις εναντίον αμάχων εντός του Ισραήλ, αλλά στη Φατάχ οι άνθρωποι άρχισαν να ανησυχούν ότι η οργάνωση φαινόταν αδύναμη σε σύγκριση με τους ισλαμιστές αντιπάλους της. Η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ, επιδίωκαν μια αδυσώπητη εκστρατεία βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας εντός της πράσινης γραμμής. Μία από τις πιο καταστροφικές επιθέσεις σημειώθηκε το καλοκαίρι του 2001, όταν ένας μαχητής ανατινάχθηκε σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης στο Τελ Αβίβ και σκότωσε 21 άτομα, 16 εκ των οποίων ήταν έφηβοι.

Προς τα τέλη του 2001, η Ταξιαρχία Μαρτύρων al-Aqsa αποφάσισε να αρχίσει να στέλνει βομβιστές αυτοκτονίας για να σκοτώσουν αμάχους εντός του Ισραήλ. Πολλοί Παλαιστίνιοι άρχισαν να μετανιώνουν για την υιοθέτηση βίαιων τακτικών. Την άνοιξη του 2002 ο ίδιος ο Μπαργκούτι σκεφτόταν μια μονομερή κατάπαυση του πυρός, σύμφωνα με διπλωμάτη που του μίλησε εκείνη την εποχή.

Η σύλληψη, η ανάκριση και μία «ομολογία»

Στις 15 Απριλίου ο Μπαργκούτι έκανε το λάθος να χρησιμοποιήσει ένα κινητό τηλέφωνο που παρακολουθούσε η Σιν Μπετ και αποκαλύφτηκε ότι κρυβόταν στο σπίτι ενός αξιωματούχου της Φάταχ. Οι πράκτορες χρησιμοποίησαν τη μητέρα του αξιωματούχου της Φατάζ ως ανθρώπινη ασπίδα. Αλλά σε αντίθεση με άλλους ηγέτες της Φατάχ, ο Μπαργκούτι δεν εκτελέστηκε. Αντίθετα, οι απαγωγείς του τον οδήγησαν αλυσοδεμένο λέγοντας: «Πιάσαμε το κεφάλι του φιδιού!».

Η Moskobiya, μια φυλακή στη ρωσική ορθόδοξη συνοικία της Ιερουσαλήμ, χρησιμοποιείται ως κέντρο ανακρίσεων για πάνω από εκατό χρόνια. Ήταν εδώ που κρατήθηκε ο Μπαργκούτι ως έφηβος. Κατά την επιστροφή του το 2002, ο Μπαργκούτι ζήτησε αμέσως συνάντηση με τον επικεφαλής της Shin Bet,  Άβι Ντίχτερ, τον οποίο γνώριζε προσωπικά. Οι Ισραηλινοί του έστειλαν έναν κατώτερο ανακριτή.

Η ανάκριση ξεκίνησε νωρίς το απόγευμα και συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του πρωινού, μέρα με τη μέρα, βδομάδα με την εβδομάδα. Μέσα σε τέσσερις μήνες, οι ανακριτές είχαν συντάξει την υπόθεσή τους. Κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε 37 επιθέσεις ή απόπειρες επιθέσεων.

Ο Μπαργκούτι δεν ενεπλάκη άμεσα σε επιχειρησιακά ζητήματα, επομένως η υπόθεση εξαρτιόταν από τον βαθμό ευθύνης που είχε για την υλοποίηση αυτών των αποστολών. Πολλά από τα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του θεωρήθηκαν πολύ ευαίσθητα για να δημοσιοποιηθούν, αλλά αυτό που ειπώθηκε είναι ότι ομολόγησε πως έδινε την εντολή για τις επιθέσεις.

Αλλά ο Μπεν Γιτζάκ, αξιωματικός της Shin Bet που βοήθησε στη σύλληψη του Μπαργκούτι, εξεπλάγη με τη δικογραφία. Δεν πιστεύει ότι είχε όντως  εμπλοκή σε επιθέσεις. Ο ίδιος ο Μπαργκούτι αρνιόταν πάντα ότι υποστήριξε επιθέσεις εναντίον αμάχων εντός του Ισραήλ. Κατέληξε ωστόσο στη φυλακή.