Όταν στις αρχές 2017 πήρα στα χέρια μου το Hilbilly Elegy του Τζέι Ντι Βανς (J.D. Vance, εκδόσεις: Harper) είχα περιέργεια για αυτό που οι FT είχαν χαρακτηρίσει «κορυφαία πολιτική ανάλυση», αλλά μετριασμένες προσδοκίες. Ο συγγραφέας μου ήταν εντελώς άγνωστος. Το διάβασα μέσα σε δύο βράδια – και τροφοδότησε τις σκέψεις μου για πολλές μέρες ακόμη.
Ο συγγραφέας περιέγραφε την προσωπική του ιστορία – το πώς μεγάλωσε σε μία φτωχή οικογένεια της λευκής εργατικής τάξης, σε ένα περιβάλλον όπου η μόρφωση δεν ήταν προτεραιότητα (προείχε η επιβίωση), οι εξαρτήσεις ήταν καταστροφικά παρούσες και οι ευκαιρίες περιορισμένες.
Δεν ήταν όμως μία απλά μία αυτοβιογραφία. Ήταν μία ιστορική και κοινωνική ανάλυση και ταυτόχρονα μία συναρπαστική περιγραφή του αμερικανικού πολιτισμού και ονείρου. Ήταν πάνω από όλα η καλύτερη εξήγηση, που είχα έως τότε, ως προς το ποιοι και γιατί ψήφισαν για πρόεδρό τους τον Ντόναλντ Τραμπ. Πώς τον εμπιστεύθηκαν, τι περίμεναν από αυτόν που ήξεραν (από την εμπειρία τους) ότι ένας «συστημικός» υποψήφιος θα ξεχάσει να τους δώσει.
Να, ποιοι (και γιατί) εξέλεξαν τον Τραμπ
Το βιβλίο είχε εκδοθεί τον Ιούνιο του 2016 (λίγους μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές). Διαβάζοντάς το λίγους μήνες μετά την εκλογή Τραμπ αντιλήφθηκα πως αυτό που εμείς βλέπαμε ως επικίνδυνη πολιτική «καριτούρα» – ήταν ένα πρόσωπο που σε κάποιους έδινε ελπίδα. Γιατί; Γιατί τους έβλεπε. Γιατί τους υπολόγιζε.
Τα παρορμητικά, οργισμένα μηνύματά του στο Twitter, οι πάσης φύσεως επιθέσεις σε εσωτερικούς και εξωτερικούς «εχθρούς», οι μονομερείς ενέργειες στην παγκόσμια σκηνή, ο οικονομικός εθνικισμός και οι εμπορικοί πόλεμοι του Τραμπ – κάθε λέξη και κάθε ενέργεια, απευθυνόταν στους ψηφοφόρους του: Στους «Χιλμπίλις», τους κατοίκους των μεσοδυτικών πολιτειών, που την εποχή της βιομηχανοποίησης άκμαζαν και τις δύο τελευταίες δεκαετίες βίωσαν μία βίαιη μετάβαση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ψηφιακής οικονομίας, με αιμορραγία θέσεων εργασίας και νέες απαιτήσεις από το εργατικό δυναμικό. Ήταν αυτοί που έμειναν πίσω, έμειναν ξεχασμένοι. Ήταν οι χαμένοι μίας περιόδου, κατά την οποία στον αναπτυσσόμενο κόσμο εκατοντάδες εκατομμύρια βγήκαν από τη φτώχεια και στον ανεπτυγμένο, οι πλούσιοι έκαναν πάρτι με τα χρηματιστηριακά κέρδη.
Από σφοδρός επικριτής του Τραμπ σε οπαδό του
Τις συνθήκες σε αυτές τις πολιτείες, τα χαρακτηριστικά και την ψυχολογία των κατοίκων τους περιέγραφε με γλαφυρό τρόπο ο Τζέι Ντι Βανς στο «Hillbilly Elegy». Πριν από 7 χρόνια λοιπόν ο συγγραφέας παραδεχόταν πως πράγματι το βιβλίο του είναι ένα διαφορετικό «εγχειρίδιο» για όσους θέλουν να καταλάβουν γιατί εξελέγη ο Τραμπ.
Η δέσμευσή του να προστατεύσει τις αμερικανικές θέσεις εργασίας, η αποφασιστικότητα στις επιθέσεις του κατά της Κίνας, της Ε.Ε. και άλλων εμπορικών εταίρων, η σκληρή στάση απέναντι στους μετανάστες, απέναντι σε όσους είχε φροντίσει να προσδιορίσει ως «εισβολείς», «απειλή», «κλέφτες», επιβραβεύθηκε από τους Χιλμπίλις (και όχι μόνο). Ωστόσο ο Τζέι Ντι Βανς δεν ήταν οπαδός του Ρεπουμπλικάνου προέδρου. «Ποτέ με τον Τραμπ» διεμήνυε τότε και ασκούσε δριμύτατη κριτική σε tweets, που έκτοτε έχουν διαγραφεί. Είχε χρησιμοποιήσει βαριές εκφράσεις όπως «πιθανός Χίτλερ» και «εντελώς ανόητος».
Αυτό έχει εδώ και καιρό αλλάξει. Έχοντας εκλεγεί γερουσιαστής με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, πλέον όχι μόνο είναι πολύ κοντά στον Ντόναλντ Τραμπ, στηρίζοντας τις θέσεις του και εκφράζοντας εμπιστοσύνη στις πολιτικές του, αλλά και θεωρείται ένα από τα φαβορί για τη θέση του υποψήφιου αντιπροέδρου.
Ο 39χρονος Βανς οφείλει την ταχεία άνοδό του στην απαράμιλλη ικανότητά του να διατυπώνει τα δόγματα ενός νέου συντηρητικού κινήματος — που συχνά αποκαλείται «η νέα δεξιά» και κατά κάποιον τρόπο βάζει τάξη στις χαοτικές παρορμήσεις του Τραμπ και μερικές φορές τις υπερβαίνει. Είναι το κίνημα που θεωρεί ότι η άκρατη υποστήριξη του ελεύθερου εμπορίου, των ανοιχτών συνόρων απέτυχε (και έχει στοιχεία για αυτό) και ζητεί στενά σύνορα, κρατική παρέμβαση στην οικονομία, δασμούς.
Ο Guardian εξαιτίας της αλλαγής αυτής στη στάση του, τον αποκηρύσσει ως «ακόμη ένα δεξιό τρολ». Δεν είναι όμως ένας influencer, ένας σελέμπριτι των social media, που πετάει έξυπνες ατάκες και ειρωνείες. Όσο και εάν απορεί (ή διαφωνεί) κανείς με τη μεταστροφή του, δεν μπορεί να παραγνωρίσει τα όσα έχει – κόντρα στις πιθανότητες- πετύχει.
Ας δούμε λοιπόν ποιος είναι ο Τζέι Ντι Βανς.
Η ζωή του
Από τη σκληρή ζωή στα Απαλάχια Όρη
Γεννήθηκε το 1984 στο Μιντλτάουν, μία μικρή πόλη του Οχάιο, ανάμεσα σε Σινσινάτι και Ντέιτον, ως Τζέιμς Ντόναλντ Μπάουμαν, γιος του Ντόναλντ Μπάουμαν και της Μπεβ Βανς. Οι γονείς του χώρισαν όταν ο Βανς ήταν μικρό παιδί. Η μητέρα του παντρεύτηκε ακόμη δύο φορές. Ο ίδιος θεωρούσε πραγματικούς γονείς του, τον παπού και τη γιαγιά του. Αυτοί, έγραψε, μεγάλωσαν τον ίδιο και την αδελφή του, με τις αξίες των Απαλαχίων, σε εξαιρετικά δύσκολες οικονομικά συνθήκες. Προς τιμήν τους, άλλαξε το επίθετό του.
Στον πόλεμο του Ιράκ
Ο Βανς φοίτησε στο δημόσιο γυμνάσιο της πόλης του. Μετά την αποφοίτησή του, κατατάχθηκε στο Σώμα Πεζοναυτών των ΗΠΑ και υπηρέτησε στον πόλεμο του Ιράκ.
Επιστρέφοντας από τον εφιάλτη του πολέμου, πέτυχε να εισαχθεί στο κρατικό πανεπιστήμιο του Οχάιο, από όπου αποφοίτησε το 2009 με πτυχίο Bachelor of Arts summa cum laude στις πολιτικές επιστήμες και τη φιλοσοφία.
Όσο σπούδαζε στο Οχάιο, εργάστηκε για τον Ρεπουμπλικανό Γερουσιαστή του Οχάιο, Μπομπ Σούλερ.
Στο Γιέιλ και την επαγγελματική επιτυχία
Μετά την αποφοίτησή του από την Πολιτεία του Οχάιο, ο Βανς θέλησε να κάνει το μεγάλο άλμα. Έκανε αίτηση για τη Νομική Σχολή του Γέιλ και πέτυχε να γίνει δεκτός με υποτροφία. Κατά τη διάρκεια του πρώτου του έτους, η καθηγήτριά του, Έιμι Τσούα, συγγραφέας του Battle Hymn of the Tiger Mother, τον έπεισε να γράψει τα απομνημονεύματά του. Ο Βανς αποφοίτησε από το Yale το 2013 με διδακτορικό.
Αφού εργάστηκε σε ένα μεγάλο δικηγορικό γραφείο, ειδικευόμενο στο εταιρικό δίκαιο, ο Βανς μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο για να εργαστεί στον κλάδο της τεχνολογίας σε θέσεις risk management και στη συνέχεια να αναλάβει διευθυντική θέση στην επενδυτική εταιρεία του Πίτερ Τιλ, Mithril Capital.
Ο Βανς συνέχισε να εργάζεται στον χρηματοικονομικό χώρο και το 2019 συνίδρυσε τη Narya Capital, αντλώντας χρηματοδότηση από τους Τιλ, Έρικ Σμιντ και Μαρκ Άντρεσεν.
Η φωνή της Ζώνης της Σκουριάς
Το 2016, η Harper δημοσίευσε το βιβλίο του, Hillbilly Elegy: A Memoir of a Family and Culture in Crisis.
Ήταν στη λίστα των New York Times Best Seller το 2016 και το 2017. Ήταν φιναλίστ για το Λογοτεχνικό Βραβείο Ειρήνης του Dayton 2017 και νικητής του βραβείου Audie 2017 για μη λογοτεχνικά έργα.
Οι New York Times το χαρακτήρισαν «ένα από τα έξι καλύτερα βιβλία που βοηθούν στην κατανόηση της νίκης του Τραμπ». Η Washington Post τον αποκάλεσε τη «φωνή της Ζώνης της Σκουριάς».
Τον Ιούλιο του 2021, ο Βανς μπήκε στον χώρο της πολιτικής. Στις 3 Μαΐου 2022, κέρδισε τις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών για το χρίσμα του υποψηφίου γερουσιαστή του Οχάιο με ποσοστό 32%. Στις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, ο Βανς νίκησε τον υποψήφιο των Δημοκρατικών Τιμ Ράιαν με 53% έναντι 47%.