Λέμε αθώα ψέματα για να ξεγελάσουμε κάποιον, κάνουμε φάρσες για να αιφνιδιάσουμε ή να τρομάξουμε τους φίλους μας, στήνουμε ολόκληρες «παγίδες» για δασκάλους και καθηγητές στα σχολεία ή γράφουμε αληθοφανή ρεπορτάζ για κάτι συνταρακτικό και απροσδόκητο στις εφημερίδες.
Το έθιμο της Πρωταπριλιάς καλά κρατεί ανά τους αιώνες. Πώς όμως πρωτοξεκίνησε; Γιατί αφιερώνουμε τη συγκεκριμένη ημέρα του χρόνου στην τέχνη της εξαπάτησης;
Λιοντάρια για… πλύσιμο
Η πρώτη καταγεγραμμένη φάρσα μας έρχεται από το 1847 στη Βρετανία, όταν κυκλοφόρησαν εισιτήρια για πλύσιμο…λιονταριών στον Πύργο του Λονδίνου. H εκδήλωση αυτή δεν έλαβε βεβαίως ποτέ χώρα.
Οι ρίζες ωστόσο του εθίμου πηγαίνουν αρκετούς αιώνες. Υπάρχουν, ουσιαστικά οι δύο εκδοχές για το πώς καθιερώθηκαν τα αθώα ψέματα της Πρωταπριλιάς: Η πρώτη μας μεταφέρει στις κέλτικες παραδόσεις και η δεύτερη στη Γαλλία του 16ου αιώνα.
Οι Κέλτες
Λαός της βορειοδυτικής Ευρώπης, οι Κέλτες, ήταν δεινοί ψαράδες. Η εποχή του ψαρέματος ξεκινούσε την 1η Απριλίου – μία εποχή που τα ψάρια πιάνονται πολύ δύσκολα.
Έτσι πολλοί ψαράδες αναγκάζονταν να… πουν ψέματα για το πόσα ψάρια είχαν πιάσει, «φουσκώνοντας» την ποσότητα της ψαριάς.
Αυτή η συνήθεια έγινε, με το πέρασμα του χρόνου, έθιμο, που επεκτάθηκε και σε άλλες εκφάνσεις της καθημερινότητας και δεν περιοριζόταν στις επιδόσεις των ψαράδων.
Η αργοπορημένη… Πρωτοχρονιά
Η δεύτερη εκδοχή, που θεωρείται και πιο βάσιμη ιστορικά, θέλει γενέτειρα του εθίμου τη Γαλλία του 16ου αιώνα. Μέχρι το 1564 η πρωτοχρονιά των Γάλλων ήταν η 1η Απριλίου.
Τη χρονιά αυτή όμως, και επί βασιλείας Καρόλου ΙΧ, αυτό άλλαξε και Πρωτοχρονιά θεωρούταν πλέον η 1η Ιανουαρίου.
Στην αρχή αυτό δεν το δέχτηκαν όλοι οι πολίτες. Οι αντιδραστικοί συνέχιζαν να γιορτάζουν, την παλαιά πλέον, πρωτοχρονιά τους την 1η Απριλίου.
Οι υπόλοιποι τους έστελναν πρωτοχρονιάτικα δώρα περισσότερο για να τους πειράξουν. Με τον καιρό τα πειράγματα αυτά γενικεύτηκαν και καθιερώθηκαν ως έθιμο.