Όταν Γερμανός ιστορικός και φιλόσοφος, Καρλ Μαρξ – ο μεγαλύτερος στοχαστής στην ιστορία του σοσιαλισμού – πέθανε στο Λονδίνο τον Μάρτιο του 1883, μόλις 11 άτομα έδωσαν το «παρών» στην κηδεία του. 100 χρόνια μετά, το 1983, όπως παρατηρούσαν οι New York Times, «βλέπουμε τον μισό πληθυσμό του κόσμου να κυβερνάται στο όνομά του». Πέθανε σχεδόν… ξεχασμένος. Αλλά το έργο του και οι ιδέες έζησαν.
Τους πρώτους μήνες του 1983, ο κόσμος ήταν ακόμα σε ύφεση. Το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα ήταν υπό σοβαρή πίεση και αυτό που ο Μαρξ αποκαλούσε «εφεδρικός στρατός των ανέργων» είχε αυξηθεί στα 30 εκατομμύρια στις δυτικές αναπτυγμένες χώρες. Βρισκόμασταν στο κατώφλι μίας νέας εποχής, που δεν ήταν αυτή που οραματίστηκε ο Μαρξ. 6 μόλις χρόνια αργότερα, το 1989, θα ερχόταν το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Η κηδεία στο Highgate Cemetary
Ας επιστρέψουμε όμως στην ημέρα της κηδείας: Ήταν σαν σήμερα, 17 Μαρτίου 1883, όταν ο Καρλ Μαρξ οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία, στο νεκροταφείο Highgate του Λονδίνου. Εκεί αναπαυόταν και η σύζυγός του, που είχε πεθάνει 15 μήνες νωρίτερα.
Η κηδεία του ήταν μία σύντομη, λιτή τελετή παρουσία στενών συγγενών και φίλων του. Δίπλα στο φέρετρο ήταν δύο στεφάνια με κόκκινες κορδέλες από τη συντακτική επιτροπή του Sozialdemokrat και την ένωση London Communist Workers’ Educational Society.
Το 1956, τοποθετήθηκε πάνω από τον τάφο μία μπρούτζινη προτομή, την οποία φιλοτέχνησε ο Λόρενς Μπράντσο και χρηματοδότησε ο Χάρι Πολίτ, Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας. Στο μπροστινό μέρος είναι χαραγμένη η φράση «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε».
Γνωρίζουμε ότι παρούσες στην κηδεία του ήταν οι δύο κόρες του, όπως και ο Φρίντριχ Ένγκελς, ο οποίος εκφώνησε τον ακόλουθο επικήδειο στα αγγλικά.
Ο επικήδειος του Ένγκελς
«Στις 14 Μαρτίου, στις τρεις παρά τέταρτο το μεσημέρι, ο μεγαλύτερος εν ζωή στοχαστής έπαψε να στοχάζεται. Είχε μείνει μόνος για μόλις δύο λεπτά και όταν επιστρέψαμε τον βρήκαμε στην πολυθρόνα του, ήσυχο, να έχει αποκοιμηθεί – αλλά για πάντα.
Ο θάνατος αυτού του ανθρώπου είναι μία τεράστια απώλεια τόσο για το μαχητικό προλεταριάτο της Ευρώπης και της Αμερικής, όσο και για την επιστήμη της ιστορίας. Το κενό που άφησε η αναχώρηση αυτού του πανίσχυρου πνεύματος θα γίνει πολύ σύντομα αισθητό.
Όπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε τον νόμο της εξέλιξης έτσι και ο Μαρξ ανακάλυψε το νόμο της εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας: το απλό γεγονός, που μέχρι τώρα κρυβόταν από μια υπερανάπτυξη ιδεολογίας, ότι η ανθρωπότητα πρέπει πρώτα απ’ όλα να τρώει, να πίνει, να έχει στέγη και ρούχα, πριν μπορέσει να ασχοληθεί με την πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη θρησκεία κ.λπ. Ότι επομένως η παραγωγή των άμεσων υλικών μέσων επιβίωσης και κατά συνέπεια ο βαθμός οικονομικής ανάπτυξης που πέτυχε ένας δεδομένος λαός ή κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης εποχής αποτελούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο οι κρατικοί θεσμοί, οι νομικές αντιλήψεις, η τέχνη, ακόμη και οι ιδέες για τη θρησκεία, των ενδιαφερομένων ανθρώπων έχουν εξελιχθεί, και υπό το πρίσμα των οποίων πρέπει, επομένως, να εξηγηθούν, αντί για το αντίστροφο, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ο Μαρξ ανακάλυψε επίσης τον ειδικό νόμο της κίνησης που διέπει τον σημερινό καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και την αστική κοινωνία που έχει δημιουργήσει αυτός ο τρόπος παραγωγής. Η ανακάλυψη της υπεραξίας έριξε ξαφνικά φως στο πρόβλημα, το οποίο όλες οι προηγούμενες έρευνες, τόσο των αστών οικονομολόγων όσο και των σοσιαλιστών κριτικών, είχαν ψηλαφίσει στο σκοτάδι.
Δύο τέτοιες ανακαλύψεις θα ήταν αρκετές για μια ζωή. Ευτυχισμένος ο άνθρωπος στον οποίο επιτρέπεται να κάνει έστω και μία τέτοια ανακάλυψη. Αλλά σε κάθε τομέα που ερεύνησε ο Μαρξ — και ερεύνησε πάρα πολλά πεδία, κανένα από αυτά επιφανειακά — σε κάθε τομέα, ακόμα και σε αυτόν των μαθηματικών, έκανε ανεξάρτητες ανακαλύψεις.
Ήταν ο άνθρωπος της επιστήμης. Αλλά αυτό δεν ήταν ούτε το ήμισυ αυτού που πραγματικά ήταν. Η επιστήμη ήταν για τον Μαρξ μια ιστορικά δυναμική, επαναστατική δύναμη. Όσο μεγάλη κι αν ήταν η χαρά με την οποία υποδέχθηκε μια νέα ανακάλυψη σε κάποια θεωρητική επιστήμη της οποίας η πρακτική εφαρμογή ίσως ήταν όπως αλλά εντελώς αδύνατο να φανταστεί κανείς, βίωσε ένα άλλο είδος χαράς όταν η ανακάλυψη περιελάμβανε άμεσες επαναστατικές αλλαγές στη βιομηχανία και στην ιστορική εξέλιξη γενικότερα. Για παράδειγμα, παρακολούθησε στενά την εξέλιξη των ανακαλύψεων που έγιναν στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και πρόσφατα αυτές του Μαρσέλ Ντεπρέ.
Γιατί ο Μαρξ ήταν πρωτίστως επαναστάτης. Η πραγματική του αποστολή στη ζωή ήταν να συμβάλει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην ανατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας και των κρατικών θεσμών που είχε δημιουργήσει, να συμβάλει στην απελευθέρωση του Το σύγχρονο προλεταριάτο, το οποίο ήταν ο πρώτος που συνειδητοποίησε τη θέση του και τις ανάγκες του, συνείδηση των συνθηκών χειραφέτησής του, η μάχη ήταν το στοιχείο του, και πολέμησε με πάθος, επιμονή και μια επιτυχία που λίγοι θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν.
Το έργο του για την πρώτη Rheinische Zeitung (1842), την Paris Vorwats! (1844), την Brusseler Deutsche Zeitung (1847), την Neue Rheinische Zeitung (1848-49), την New York Tribune (1852-61), και για μια σειρά από μαχητικά φυλλάδια στο Παρίσι, τις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, και τέλος, τη συγκρότηση της μεγάλης Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων. Αυτό ήταν πράγματι ένα επίτευγμα που θα μπορούσε κάλλιστα να είχε ο ιδρυτής της ήταν περήφανος ακόμα κι αν δεν είχε κάνει τίποτα άλλο.
Και, κατά συνέπεια, ο Μαρξ ήταν ο πιο μισητός και ο πιο συκοφαντημένος άνθρωπος της εποχής του. Οι κυβερνήσεις, τόσο απολυταρχικές όσο και ρεπουμπλικανικές, τον απέλασαν από τα εδάφη τους. Οι αστοί, είτε συντηρητικοί είτε υπερδημοκρατικοί, συναγωνίζονταν μεταξύ τους στις συκοφαντίες εναντίον του. Όλα αυτά τα παραμέρισε σαν να ήταν ιστός αράχνης, αγνοώντας τα, απαντώντας μόνο όταν τον ανάγκασε η ακραία ανάγκη. Και πέθανε αγαπητός, σεβαστός και θρηνούμενος από εκατομμύρια επαναστάτες συναδέλφους — από τα ορυχεία της Σιβηρίας μέχρι την Καλιφόρνια, μέρη της Ευρώπης και της Αμερικής — και τολμώ να πω ότι αν και μπορεί να είχε πολλούς αντιπάλους, δεν είχε ούτε έναν προσωπικό εχθρό.
Το όνομά του θα αντέξει στους αιώνες, το ίδιο και το έργο του!»