Από την πρώτη στιγμή που ιδρύθηκαν τα χρηματιστήρια προσέλκυαν κερδοσκόπους και απατεώνες. Μια πρώιμη χρηματιστηριακή απάτη των αρχών του 19ου αιώνα, στην οποία εμπλέκεται ένας φημισμένος ναύαρχος της εποχής, ο Λόρδος Τόμας Κόχραν, είναι μια ισχυρή και συναρπαστική ιστορία απληστίας, εξαπάτησης και δημόσιας ταπείνωσης.
Πριν από 210 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 1814, έφτασε η είδηση στο Ντόβερ ότι οι Γάλλοι είχαν ηττηθεί και ο Ναπολέων σκοτώθηκε. Όταν άνοιξε το Χρηματιστήριο του Λονδίνου, η πόλη είχε γεμίσει φήμες για μια μεγάλη συμμαχική νίκη, μετοχές και ομόλογα επιδίδονταν σε ράλι και μία ομάδα κερδοσκόπων εκμεταλλευόμενη ευφορία και την εκρηκτική ζήτηση βρήκε την ευκαιρία να πουλήσει τα πρόσφατα αποκτηθέντα χρεόγραφα σε τιμές κατά πολύ υψηλότερες από ό,τι τα είχε αγοράσει.
Όταν το περίτεχνο… hoax – όπως θα το αποκαλούσαμε σήμερα- ήρθε στο φως, το χρηματιστήριο άρχισε να κατρρέει. Η προσοχή στράφηκε στην ομάδα των επενδυτών, που είχαν προλάβει να πουλήσουν, και η οποία περιλάμβανε τον Λόρδο Κόχραν.
Αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά ανεξάρτητο πνεύμα και με αντικαθεστωτικές απόψεις, ήταν ένας τολμηρός και επιτυχημένος καπετάνιος στους Ναπολεόντειους Πολέμους, με αποτέλεσμα οι Γάλλοι να του χαρίσουν το προσωνύμιο Le Loup des Mers (Θαλασσόλυκος).
Συνελήφθη και κρίθηκε ένοχος για απάτη. Η υπόθεση είχε διχάσει την κοινή γνώμη με πολλούς να πιστεύουν ο Κόχραν ήταν αθώος. Ωστόσο, καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους, εκδιώχθηκε από τη Βουλή των Κοινοτήτων, του αφαιρέθηκε η ιδιότητα του ιππότη και διεγράφη από το Πολεμικό Ναυτικό.
Πώς στήθηκε η απάτη
Σύμφωνα με τα όσα έχουν καταγραφεί από τον Τύπο της εποχής και τους ιστορικούς ο Τόμας Κόχραν, μαζί με τον τον θείο του Άντριου Κόχραν Τζόνστον, ο οποίος ήταν Βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια του Grampound, τον Ρίτσαρντ Μπαντ, κερδοσκόπο χρηματιστή, τον Τσαρλς Ράντομ ντε Μπέρενγκερ και τον Τζον Πίτερ Χάλογουεϊ, είχαν αγοράσει, μια εβδομάδα πριν την αποκάλυψη της γνωστής απάτης τους, κρατικά χρεόγραφα ‘’Omniun’’ αξίας 1.100.000 λίρων και μέσω των ψευδών φημών που έβγαλαν, είχαν ως σκοπό να ανεβούν οι μετοχές στο Χρηματιστήριο, ώστε να τα πουλήσουν σε υψηλότερη τιμή.
Εκτός από το προφανές κέρδος που θα έβγαζαν από αυτό, ήθελαν να ξεχρεώσει και ο θείος του Κόχραν, ο οποίος ήταν καταχρεωμένος λόγω συνεχών αποτυχιών στο Χρηματιστήριο, έπειτα από τον διωγμό του από τον στρατό.
Έτσι μία Κυριακή ο Ράντομ ντε Μπέρενγκερ κατέφθασε στο λιμάνι του Ντόβερ παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως αντισυνταγματάρχη ντε Μπεργκ και άρχισε να διαδίδει την εξής φήμη : «Οι συμμαχικές δυνάμεις νίκησαν και εισήλθαν στο Παρίσι και σκότωσαν τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Επομένως, επίκειται άμεση ειρήνη με φιλοβασιλική Κυβέρνηση του Οίκου των Βourbons».
Η επαλήθευση των γεγονότων αυτών ήταν αρκετά δύσκολη να πραγματοποιηθεί καθώς στη Μάγχη επικρατούσε ομίχλη, τα πλοία δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν με αποτέλεσμα την αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ των δύο ακτών.Προκειμένου να ενημερωθεί και ο ανώτατος διοικητής της ναυτικής φρουράς «Deal», έστειλε μάλιστα γράμμα με το οποίο τον ενημέρωσε για τις υποτιθέμενες εξελίξεις. Έπειτα, αναχώρησε για το Λονδίνο με προορισμό την οικεία του Κόχραν, συνεχίζοντας να διαδίδει τα «χαρμόσυνα νέα».
Η συμμετοχή του ναυάρχου στην Ελληνική Επανάσταση
Μπορεί μετά την αποκάλυψη της κομπίνας η αξιοπιστία του στην Αγγλία να είχε καταρρεύσει, ωστόσο όλοι αναγνώριζαν ότι ήταν ένας σπουδαίος ναύαρχος. Το 1818 κλήθηκε από τους Χιλιανούς, προκειμένου να οργανώσει τον στόλο τους εναντίον των Ισπανών, και διορίστηκε ναύαρχος, σημειώνοντας πολλές επιτυχίες. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και, στη συνέχεια, κλήθηκε απο τη Βραζιλία, προκειμένου να επιτελέσει ναύαρχος στο πόλεμο εναντίον της Πορτογαλίας.
Όταν έγιναν γνωστές οι επιτυχίες αυτές, επέστρεψε στην Αγγλία, έχοντας πια ανακτήσει την καλή φήμη του. Το 1825 υπέγραψε συμφωνητικό με την ελληνική επιτροπή που τότε διαπραγματευόταν στο Λονδίνο τη σύναψη δανείου για να αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου.