Skip to main content

Μείωση περίπου 2 δις στο μεταγραφικό παζάρι

Τα ποσά που δαπανήθηκαν για μεταγραφές παικτών στο διεθνές ποδόσφαιρο μειώθηκαν κατά 23,4% πέρυσι, λόγω του οικονομικού αντίκτυπου που είχε στο άθλημα η πανδημία του κορωνοϊού.

Τα στοιχεία που δημοσίευσε η FIFA έδειξαν ότι οι συνολικές δαπάνες σε ολόκληρο το παγκόσμιο ποδόσφαιρο ήταν 5,63 δις δολάρια (4,66 δεις ευρώ), από 7,35 δις δολάρια το 2019 (6,08 δις ευρώ).

Το σύνολο των περσινών μεταγραφικών δαπανών, ήταν το μικρότερο από το 2016 και τα 4,6 δις δολάρια που δαπανήθηκαν για αγοροπωλησίες ή δανεισμούς ποδοσφαιριστών.

Το μεγαλύτερο μέρος των μεταγραφικών δαπανών προέρχεται από ευρωπαϊκά κλαμπ, μολονότι οι περισσότερες ομάδες είχαν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, μετά το πρώτο lockdown που επιβλήθηκε τον περασμένο Μάρτιο.

Οι αγγλικοί σύλλογοι ξεπέρασαν τα διαγράμματα δαπανών με επενδύσεις 1,627 δις δολαρίων (1,347 δις ευρώ), η Ιταλία ήταν δεύτερη με 731,5 εκατ. δολάρια (605 εκατ. ευρώ) κι ακολούθησαν η ισπανική LaLiga, η γερμανική Bundesliga και η γαλλική Ligue1. Εκτός Ευρώπης, οι πλέον πολυδάπανες χώρες στο ποδόσφαιρο ήταν η Βραζιλία και οι ΗΠΑ.

Πρώτη ομάδα σε μεταγραφικές δαπάνες για το 2020 ήταν η Τσέλσι, την οποία ακολούθησαν κατά σειρά οι Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μάντσεστερ Σίτι, Μπαρτσελόνα και Γιουβέντους.

Από εκεί και πέρα, η Ισπανία ήταν στην κορυφή του σχετικού διαγράμματος της μελέτης της FIFA για τις χώρες με τα μεγαλύτερα μεταγραφικά έσοδα, καθώς οι ομάδες της εισέπραξαν συνολικά 785,7 εκατ. δολάρια (650 εκατ. ευρώ).

Ο δε αριθμός των συνολικών μεταγραφών παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων των δανεισμών και των «ελεύθερων» παικτών, μειώθηκε επίσης.

Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 17.077 συμφωνίες κατά τη διάρκεια του 2020, από 18.047 το 2019, αν και το ποσοστό ήταν ακόμη υψηλότερο απ’ το 2016.

Την ίδια ώρα στοιχεία της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής συνομοσπονδίας έδειξαν ότι η ανάπτυξη του γυναικείου ποδοσφαίρου συνεχίστηκε παρά την πανδημία.

Οι σύλλογοι ολοκλήρωσαν 1.035 μεταγραφές παγκοσμίως, με την αύξηση να φτάνει το 23,7% σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.