Διεξάγεται από το πρωί,στην Ολομέλεια της Βουλής, η συζήτηση για την ψήφιση επί της αρχής των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του υφυπουργείου Αθλητισμού «Αναγκαίες ρυθμίσεις για την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τον αναθεωρημένο, με ισχύ από 01/01/2021, Κώδικα Αντιντόπινγκ του Παγκόσμιου Οργανισμού Αντιντόπινγκ».
Ο υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λευτέρης Αυγενάκης, τόνισε ότι η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τον αναθεωρημένο Κώδικα Αντιντόπινγκ του Παγκόσμιου Οργανισμού Αντιντόπινγκ (WADA)αποτελεί ένα ακόμα βήμα προόδου της χώρας μας στη συστράτευσή της με την παγκόσμια κοινότητα του αντι-ντόπινγκ.
«Το οφείλουμε στην αθλητική μας οικογένεια και σε όσους επιθυμούν έναν αθλητισμό που θα βασίζεται στις αξίες της ακεραιότητας, της διαφάνειας και της ευγενούς άμιλλας», υπογράμμισε -μεταξύ άλλων- ο υφυπουργός.
Ο κ. Αυγενάκης αναφέρθηκε στην κατάσταση που συνάντησε στον εγχώριο τομέα του αντι-ντόπινγκ και τη θέση της χώρας μας παγκοσμίως, αναφέροντας ότι το το Εργαστήριο Ελέγχου Ντόπινγκ ήταν στο χείλος της καταστροφής.
Ακόμη, πως το Ε.Σ.ΚΑ.Ν. λειτουργούσε σε παρελθόντα χρόνο και πως τα μηνύματα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Αντι-ντόπινγκ (WADA) ήταν συστηματικά και σαφή, αναδείκνυε πλήθος μη συμμορφώσεων και έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου επί σειρά ετών, αλλά η ανταπόκριση της χώρας μας ήταν περιορισμένη, αποσπασματική, ανεπαρκής και αναβλητική.
Ο υφυπουργός Αθλητισμού επισήμανε αναλυτικά το τι έγινε στους 20 μήνες που βρίσκεται στο υπουργείο. Συγκεκριμένα, μίλησε για τη σύσταση του Εθνικού Οργανισμού Καταπολέμησης του Ντόπινγκ ως ανεξάρτητου Οργανισμού (ΝΠΙΔ), με οικονομική αυτονομία, αυτόνομους χώρους στο ΟΑΚΑ και δικό του προσωπικό.
Επίσης, στις ενέργειες για να επανακτηθεί η διαπίστευση για το Εργαστήριο Ντόπινγκ Αθηνών (μεταφορά στο ΕΚΕΦΕ «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ»), ώστε να διευκολυνθεί η κάλυψη των αναγκώ ντου σε προσωπικό και εξοπλισμό, 2 εκ. ευρώ για εξοπλισμό, υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας για επιχορήγηση 480.000 μέχρι να ανακτηθεί η διαπίστευση και 400.000 ετησίως στη συνέχεια και πρόσληψη των τεσσάρων από τα έξι άτομα εξειδικευμένου προσωπικού που απαιτούνται, επιπλέον των 10 που ήδη εργάζονταν.