Από την έντυπη έκδοση
Το σύστημα Video Assistant Referees (VAR) βρίσκεται προ των θυρών και της ελληνικής ποδοσφαιρικής ζωής. Η νέα τεχνολογία, που εφαρμόστηκε στο Μουντιάλ της Ρωσίας, σε κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία), στον πλανήτη (MLS, Κίνα) και εσχάτως στο Τσάμπιονς Λιγκ, μετρά ήδη αντίστροφα για να περάσει και τα δικά μας σύνορα. Οι συζητήσεις που έχουν αρχίσει πολλές, όχι μόνο με την αναγκαιότητα εφαρμογής του, αλλά και για τον τρόπο χρήσης του. Αντίθετος με τη χρήση του VAR δήλωσε πρόσφατα ο πρώην πρόεδρος της UEFA Μισέλ Πλατινί, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ιταλική εφημερίδα «Corriera della Sera», ενώ ο προπονητής της Τότεναμ Μαουρίτσιο Ποκετίνο (αν και στην Πρέμιερ Λιγκ το εν λόγω σύστημα θα εφαρμοστεί από την προσεχή σεζόν), έχοντας βιώσει τη νέα τεχνολογία στο Τσάμπιονς Λιγκ, είπε πως «είναι ένα σύστημα που μερικές φορές σκοτώνει τα συναισθήματα».
Ούτως ή άλλως, πάντως, το VAR επηρεάζει παιχνίδι και ποδοσφαιριστές. Ο αγώνας σταματά. Ένα, δύο, τρία, τέσσερα και μερικές φορές πέντε λεπτά. Οι παίκτες περιμένουν. Αβεβαιότητα, άγχος. Τι θα συμβεί; Σκέψεις και εικασίες περνούν από το μυαλό. Θα είναι υπέρ ή κατά η απόφαση; Στρες, ένταση. Όλα αυτά επηρεάζουν τους ποδοσφαιριστές, στον τρόπο που θα επιστρέψουν να αντιμετωπίσουν το παιχνίδι, κάνοντας έτσι τις ομάδες να σκεφτούν τη βοήθεια ψυχολόγου ή και διαλογισμού. Στην ισπανική Λίγκα, σύμφωνα με ανάλυση της εφημερίδας «Marca», ο μέσος όρος παρέμβασης του VAR φτάνει τα 113 δευτερόλεπτα, χρόνος που σε περιπτώσεις μέχρι την τελική απόφαση μπορεί να μεγαλώσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατο αγώνα του ιταλικού πρωταθλήματος (Πάρμα – Φροζινόνε) χρειάστηκε να περάσουν εννέα λεπτά μέχρι την τελική απόφαση. Αναμονή που μπορεί να έχει αντίκτυπο στους παίκτες, δίνοντας «χαστούκι» στη συγκέντρωσή τους.
Πρόκειται σίγουρα για κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο, που αφήνει τους παίκτες «παγωμένους» για δύο, τρία ή περισσότερα λεπτά. Αλλάζοντας το τοπίο για εκείνους, αλλά και την ομάδα. Η επιστήμη εξηγεί τι συμβαίνει στον εγκέφαλο των παικτών κατά τη διάρκεια αυτής της στιγμής αβεβαιότητας, στο διάστημα της διακοπής. «Η συγκέντρωση διατηρείται για λίγα λεπτά, μπορεί να φτάσει τα 40 ή 45, και με χαμηλή κόπωση. Με τον εγκέφαλο που έχουμε, βλέποντας ένα e-mail και στη συνέχεια το κινητό, κάθε φορά που αφήνουμε το ένα για να δούμε το άλλο, χάνουμε τη συγκέντρωση για το προηγούμενο, το οποίο στην περίπτωση αυτή θα είναι το παιχνίδι» ανέφερε η διάσημη ψυχολόγος αθλητισμού Πατρίσια Ραμίρεθ. «Έτσι, όταν επιστρέψεις για να συνεχίσεις το παιχνίδι, δεν μπορείς να το κάνεις με το επίπεδο της συγκέντρωσης με την οποία το εγκατέλειψες, χρειάζεται πάλι αυτή η φάση της προετοιμασίας, είτε ένα, ίσως και δύο λεπτά. Είναι αλήθεια ότι όταν συνεχίσεις, δεν μπορείς να βρίσκεσαι στο ίδιο επίπεδο συγκέντρωσης όπως όταν διακόπτεται το παιχνίδι. Εκείνη τη στιγμή δεν παραμένεις συγκεντρωμένος στο παιχνίδι, αυτό που κάνεις είναι να αποσπάται η προσοχή σου με ερωτήματα όπως “η απόφαση θα είναι προς όφελός μας ή όχι;”». Όλα αυτά, αυτή η αβεβαιότητα, δημιουργούν συχνά άγχος. «Και τότε δεν υπάρχει, πλέον, μόνο ένα πρόβλημα συγκέντρωσης, αλλά και συναισθήματα. Το επίπεδο ανταγωνιστικότητας που βρισκόσουν χάνεται, επειδή οι σκέψεις αυτές αρχίζουν να προκαλούν άγχος» συμπλήρωσε η Πατρίσια Ραμίρεθ.
Μειώθηκαν οι διαμαρτυρίες στους διαιτητές
Η εφαρμογή του VAR, πάντως, δεν έχει μόνο αρνητικές συνέπειες, αλλά και θετικές επιπτώσεις. Όπως αποδεικνύεται, ο ψυχολογικός αντίκτυπος του VAR επηρεάζει επίσης τη συμπεριφορά των παικτών στον αγωνιστικό χώρο, αλλά για καλό, αφού -όπως έχει αποδειχθεί- μειώθηκαν οι διαμαρτυρίες των ποδοσφαιριστών και η προσπάθεια παραπλάνησης του διαιτητή, στοιχεία που βοηθούν το παιχνίδι και την εξέλιξή του. Σε κάθε περίπτωση, το VAR ήρθε για να μείνει.