Του Γιώργου Λιάνη
Ο Μίμης Παπαϊωάννου, αφού έζησε 10 χρόνια στην απέραντη σιωπή (Αλτσχάιμερ), έφυγε από τον μάταιο κόσμο μας. Αυτά τα 10 τελευταία χρόνια, τα έζησε κοντά στη γυναίκα του, που ήταν άγγελος παραστάτης. Ευτύχησα και δυστύχησα μαζί, να του έχω πάρει την τελευταία συνέντευξη, για τη σειρά «Οι Θρύλοι των Γηπέδων», που προβλήθηκε στην Cosmote TV. Με τη βοήθεια της γυναίκας του, καταφέραμε να αποσπάσουμε πολύ λίγες λέξεις. Αλλά με το ένστικτο του δημοσιογράφου, έκανα μια μικρή γιορτή, μέσα στο υπό ανέγερση τότε στάδιο της ΑΕΚ και κάλεσα κοντά στον Παπαϊωάννου, τον αείμνηστο Στέλιο Σεραφίδη, τον τραγουδιστή Παντελή Θαλασσινό, δυο-τρεις ακόμα ποδοσφαιριστές και δυο-τρεις περίοικους.
Ο Παπαϊωάννου τραγουδούσε υπέροχα και είναι γνωστό ότι κάποια στιγμή έφυγε μαζί με τον Καζαντζίδη στη Γερμανία, για να κάνει καριέρα τραγουδιστή! Ζητούσε από την ΑΕΚ κάποια πράγματα, που η ομάδα δεν τα έδινε. Αργότερα –και με τη μεσολάβηση του Καζαντζίδη– πείστηκε και τα έδωσε.
Τι θέλω να πω; Ότι σ’ αυτήν τη μικρή συγκέντρωση, ο Παπαϊωάννου, που δεν μπορούσε να μιλήσει, τραγούδησε όλον τον Ύμνο της ΑΕΚ, χωρίς να πάρει χαμπάρι κανένας από τους χιλιάδες ανθρώπους που είδαν το ντοκιμαντέρ, το πρόβλημα που είχε.
Τον γνώρισα για πρώτη φορά το 1963, στο παλιό γήπεδο της ΑΕΚ. Μόλις είχε πάρει μεταγραφή από την ομάδα της Νικομήδειας όπου έπαιζε. Εγώ είχα κατέβει για να με δοκιμάσει η ΑΕΚ, σαν μελλοντική μεταγραφή. Ο αείμνηστος Κώστας Πούλης, εκπληκτικός χαφ της ΑΕΚ, συνέλεγε ταλέντα απ’ όλη την Ελλάδα. Με διάλεξε κι έτσι έμεινα και είδα τον πρώτο αγώνα του Παπαϊωάννου.
Ακολούθησε μία θυελλοφόρος πορεία, όπου όποιο επίθετο κι αν προσδώσεις στον Παπαϊωάννου, είναι λίγο. Μάγος; Αστροναύτης; Πηδούσε ψηλότερα απ’ όλους. Ντριπλέρ; Μπορούσε να κάνει την ντρίπλα μέσα σε ένα κουτί σπίρτα. Γκολτζής; Δεν θυμάμαι πόσες φορές βγήκε πρώτος σκόρερ. Αέρινος; Η καριέρα του συγκρίνεται μόνο με τους πολύ μεγάλους αστέρες, όπως ο Νεστορίδης, ο Μαύρος, ο Μπάγιεβιτς στην ομάδα του, ο Δομάζος, ο Λουκανίδης στον Παναθηναϊκό, ο Μπέμπτης, ο Σιδέρης στον Ολυμπιακό, ο Κούδας, που ήταν και φίλος του και ο Σαράφης στον ΠΑΟΚ.
Ο Μίμης Παπαϊωάννου δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος ποδοσφαιριστής. Δεν ήταν μόνο ένας εμπνευσμένος ηγέτης, μετά την αποχώρηση του Νεστο-ρίδη. Ήταν ένας μεγάλος εκπρόσωπος της φοβερής δεκαετίας του 1960, που για μένα είναι και η καλύτερη δεκαετία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Πόντιος 24 καρατίων! Τιμούσε την καταγωγή του. Ακολουθούσε τα ήθη και τα έθιμά της διά βίου και πιστεύω ότι ερωτεύτηκε αυτήν μόνο τη γυναίκα στη ζωή του, με την οποία έζησε όλα του τα χρόνια ευτυχισμένα.
Αν δεν κάνω λάθος, η UEFA του απένειμε τον τίτλο του «Μεγαλύτερου Έλληνα Ποδοσφαιριστή στον 20ο Αιώνα». Παρ’ όλο που για μένα ο μεγαλύτε-ρος Έλληνας ποδοσφαιριστής του 20ου αιώνα ήταν ο Χατζηπαναγής, δεν είναι άδικο.
Διέπρεψε και στην Εθνική μας Ομάδα, ακόμα και στα πέτρινα χρόνια, που η Εθνική μας δεν είχε διακρίσεις. Αυτός έβρισκε τον τρόπο, με οποιονδήποτε αντίπαλο κι αν έπαιζε η ομάδα, να διακρίνεται.
Επίσης, αν θυμάμαι καλά, ήταν ο μοναδικός Έλληνας παίκτης που τον ζήτησε για μεταγραφή ο πιο μεγάλος σύλλογος του κόσμου: η Ρεάλ Μαδρί-της. Είναι απίστευτο ότι η ΑΕΚ δεν τον έδωσε! Αν ήμουν στην ΑΕΚ, θα τον έδινα, όπως θα έδινα και τον Χατζηπαναγή σε οποιαδήποτε μεγάλη ομάδα τον ζητούσε. Αυτοί ήταν παίκτες για όλο τον κόσμο, όχι μόνο για την Ελλάδα.