Τέσσερις κατηγορούμενους αναγνώρισε στη δίκη της Χρυσής Αυγής, ο αλιεργάτης Μοχάμεντ Αμπού Χαμαντ, ο οποίος κατέθεσε για την επίθεση στο σπίτι Αιγύπτιων αλιεργατών στο Πέραμα τον Ιούνιο του 2012.
Η αναγνώριση προκάλεσε τις αντιδράσεις της υπεράσπισης, η οποία υπέβαλε ενστάσεις περί πλήρους ακυρότητας της διαδικασίας, που στη συνέχεια απορρίφθηκαν από το δικαστήριο.
Στην κατάθεση του ο μάρτυρας περιέγραψε την κατάσταση του θύματος του ξυλοδαρμού, και συγκατοίκου του, Αμπουζίντ Εμπάρακ .
«Ήταν τρεις το ξημέρωμα, κοιμόμαστε στο σπίτι ο Αχμεντ, ο Σααντ σε ένα δωμάτιο, εγώ και δύο ανίψια μου σε άλλο δωμάτιο. Άκουσα χτυπήματα, κουνιόταν το σπίτι σαν να γινόταν σεισμός… Ηταν χτυπήματα με ξύλα, στην πόρτα και τα παράθυρα. (…) Κατάλαβα οτι η Χρυσή Αυγή ήλθε να μας σκοτώσει», είπε ο μάρτυρας, με μέλη του ακροατηρίου να γελούν δυνατά. Η αντίδραση αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση της προέδρου.
Στη συνέχεια ο μάρτυρας κατέθεσε: «Είχα ακούσει ότι υπάρχει η Χρυσή Αυγή που χτυπάει ξένους στην Ομόνοια, στην Καλλιθέα. Άνοιξα το παράθυρο μου και άρχισα να φωνάζω, είδα 10 άτομα περίπου με μαύρες μπλούζες, με γράμματα μπροστά, μεγάλα γράμματα, “χρυσά”. Δεν διαβάζω Ελληνικά”».
Πρόεδρος: Πώς ήταν αυτοί;
Μάρτυρας: Όλοι νεαροί, περίπου 20-25 χρονών, ένας μόνο ήταν πιο μεγάλος κι ένας λίγο παχουλός, τα μαλλιά του ανοιχτόχρωμα. Κοντά μαλλιά είχαν. Την πρώτη φορά φοβήθηκα και έκλεισα γρήγορα το παράθυρο. Όταν βγήκε η γειτονιά, άρχισα να πετάω πράγματα από το παράθυρο, τότε σαν να είδα μια κοπέλα.
Πρόεδρος: Πήγατε στο δωμάτιο του αδερφού σας;
Μάρτυρας: Όχι, έκλεισα το παράθυρο και έμεινα εκεί. Μετά είδα οτι το χωλ γέμισε με καπνό, δεν βγήκα, φοβήθηκα τη δύσπνοια. Είδαμε τον πυροσβεστήρα στο χωλ, τον πέταξαν μέσα στο σπίτι από το σπασμένο τζάμι της πόρτας.
Πρόεδρος: Πόση ώρα κράτησε αυτό μέσα στο σπίτι;
Μάρτυρας: Πέντε – δέκα λεπτά.
Πρόεδρος: Τα αδέλφια σας τι έκαναν;
Μάρτυρας: Δεν έβλεπα, ήταν στο άλλο δωμάτιο, τους άκουγα να φωνάζουν να μην ανοίξουμε παράθυρα και πόρτες. Ήταν άσχημη μέρα.
Πρόεδρος: Αυτοί που ήταν έξω τι λέγανε;
Μάρτυρας: Φωνάζανε, αλλά δεν συγκράτησα κάτι, ήμουν σε κακή κατάσταση. Φώναζαν όλοι μαζί.