Τον μικρότερο ρυθμό αποταμίευσης ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε. είχε η Ελλάδα το β’ τρίμηνο του 2017, με ποσοστό 9% του ΑΕΠ, όπως επισημαίνει η Eurobank στο εβδομαδιαίο οικονομικό της δελτίο «7 ημέρες οικονομία».
Ο κύριος λόγος για τον οποίο ο ρυθμός αποταμίευσης της ελληνικής οικονομίας είναι ο μικρότερος στην Ε.Ε. είναι η αρνητική αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών (καταναλωτική δαπάνη > ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα).
Στο τέλος του 2007, δηλαδή λίγο πριν ξεκινήσει η ύφεση, ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών ήταν στο 6,5% του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματός τους. Το εν λόγω ποσοστό ήταν πολύ κοντά στα αντίστοιχα μεγέθη των χωρών της Ισπανίας (5,9%), της Ιρλανδίας (6,2%) και της Πορτογαλίας (7,0%).
Από τα μέσα του 2009 και μετά ο ρυθμός αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών ακολούθησε μια εντόνως καθοδική πορεία (με βραχυχρόνιες αποκλίσεις προς τα πάνω) με αποτέλεσμα τη μεγάλη απόκλισή του από τα αντίστοιχα μεγέθη των προαναφερθέντων (και όχι μόνο) χωρών της Ευρωζώνης.
Για παράδειγμα, το β’ τρίμηνο 2017 ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία διαμορφώθηκε στο -9,7%, 8,3%, 6,5% και 5,2% αντίστοιχα.
Στην πρώτη θέση στον ρυθμό αποταμίευσης το β’ τρίμηνο βρέθηκε η Ιρλανδία με 35,5% και ακολούθησαν η Σουηδία με 30,3%, η Μάλτα με 30,2%, η Ολλανδία με 29,4%, η Δανία με 28,8% και η Γερμανία με 27,4%.
Εκτός της ελληνικής οικονομίας, άλλες χώρες με σχετικά χαμηλούς ρυθμούς αποταμίευσης είναι η Κύπρος με 10,6%, το Ηνωμένο Βασίλειο με 14,0%, η Πορτογαλία με 16% και η Λιθουανία με 17%.
Για το σύνολο της Ευρωζώνης και της Ε.Ε. η συνολική αποταμίευση ως ποσοστό του ΑΕΠ ανήλθε στο 23,9% και στο 22,6% αντίστοιχα το 2ο τρίμηνο 2017.