Σε ένα μήνα αναμένεται να έχει το ΕΛΚΕΘΕ ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις από την πετρελαιοκηλίδα του «Αγία Ζώνη ΙΙ» στο οικοσύστημα του Σαρωνικού. Ερωτηθείς για το εάν επλήγη η τροφική αλυσίδα ο διευθυντής ερευνών απαντά πως δεν νομίζει να υπάρχει ακόμα κάποιο θέμα.
Οι επιστήμονες του Κέντρου πήραν δείγματα την προηγούμενη εβδομάδα με το ωκεανογραφικό σκάφος «Αιγαίο» με στόχο να διαπιστωθεί ποια είναι η κατάσταση του βυθού και πόσο έχει επηρεαστεί η βιοποικιλότητα.
«Μία πρώτη εκτίμηση που να είναι έγκυρη θα έχουμε περίπου σε ένα μήνα», δήλωσε μιλώντας στο ΑΜΠΕ ο διευθυντής Ερευνών του ΕΛΚΕΘΕ, Γιάννης Χατζηανέστης και προσέθεσε ότι οι επιστήμονες πήραν δείγματα από όλον τον νοτιοανατολικό Σαρωνικό, δηλαδή από τον κόμβο της Ελευσίνας και κάτω μέχρι την Ανάβυσσο. «Πήραμε και δείγματα νερού από διάφορα βάθη και δείγματα λάσπης του βυθού», είπε.
Το «Αιγαίο» έλαβε δείγματα ξεκινώντας από βάθος 20 μέτρων και πιο κάτω. «Το πρόβλημα της ρύπανσης στα ανοικτά είναι σαφώς μικρότερο. Με το μάτι δεν υπήρχαν ορατές κηλίδες ή ορατά υπολείμματα στην επιφάνεια», παρατηρεί ο κ. Χατζηανέστης. Είχαν προηγηθεί στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας λήψεις δειγμάτων παράκτια.
«Για τα ψάρια το ένα θέμα είναι αν επλήγησαν κατευθείαν από την πετρελαιοκηλίδα, κάτι το οποίο δεν μπορούμε να ξέρουμε ακριβώς αλλά φαίνεται, καθώς τα ψάρια μυρίζουν και το άλλο θέμα είναι μέσω της τροφικής αλυσίδας, κάτι το οποίο θέλει χρόνο και αυτό θα το μελετήσουμε και θα το δούμε, αλλά ακόμα δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο θέμα μέσω της τροφικής αλυσίδας», υποστηρίζει ο διευθυντής Ερευνών του ΕΛΚΕΘΕ.
Πάντως, όπως εξηγεί ο κ. Χατζηανέστης το πετρέλαιο περνά πιο δύσκολα στην τροφική αλυσίδα από ότι άλλες ουσίες. «Αυτό εξαρτάται από την ποσότητα, από το πόσο μαζεύτηκε και από το πόσο βαρύ ή ελαφρύ είναι και όπως βλέπουμε αυτό είναι βαρύ, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες δηλαδή», καταλήγει.