«Η διαδικασία απάντλησης πετρελαιοειδών από τις δεξαμενές του ‘Αγία Ζώνη ΙΙ’ έχει προχωρήσει και ήδη έχουν απαντληθεί πάνω από τα 2/3 (1.533 κυβικά)» δήλωσε ο υφυπουργός Ναυτιλίας Νεκτάριος Σαντορινιός, στον ραδιοφωνικό σταθμό «Πρακτορείο 104,9 fm».
Ο κ. Σαντορινιός γνωστοποίησε ότι πιθανόν και εντός της ημέρας θα έχει έλθει νέο δεξαμενόπλοιο, καθώς συνεχίζεται η διαδικασία της απάντλησης, ενώ σε ό,τι αφορά το δεξαμενόπλοιο «Lassea», που μέχρι την περασμένη Τρίτη έκανε απάντληση διευκρίνισε: «Βρέθηκε όντως με κάποια ποσότητα λαθραίων καυσίμων και -ακριβώς αυτό δείχνει ότι εμείς δεν εξαρτόμαστε από κανέναν, δεν εξαρτόμαστε ούτε καν από σκοπιμότητες- μόλις ανακαλύψαμε ότι υπάρχει αυτό, διατάξαμε να προχωρήσει η διαδικασία, γιατί όλα τα φέρνουμε στο φως».
Ο υφυπουργός διαβεβαίωσε πως «το υπουργείο κάνει όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι όσοι -με αποδεικτικά- έχουν πληγεί θα μπορέσουν να αποζημιωθούν», εξηγώντας πως ένας τρόπος απόδειξης των απωλειών για τις επιχειρήσεις και επαγγελματίες που επλήγησαν (αλιείς, επιχειρηματίες εστίασης, ξενοδόχοι κ.λπ.) είναι η σύγκριση του τρέχοντος κύκλου εργασιών με τον αντίστοιχο περσινό. «Πρόθεση είναι να αποζημιωθούν. Αυτό θα γίνει μέσα από τη διαδικασία των διεθνών αποζημιώσεων από την ασφαλιστική εταιρεία και άλλα διεθνή κεφάλαια, που υπάρχουν για τέτοιες περιπτώσεις» διευκρίνισε.
Σε ό,τι αφορά την κριτική που ασκεί στην κυβέρνηση η Ν.Δ., ζητώντας την παραίτηση του υπουργού Ναυτιλίας, ο κ. Σαντορινιός σχολίασε: «Αν κάτσουμε και μετρήσουμε πόσες παραιτήσεις υπουργών ζήτησε η Ν.Δ. -και ο κ. Κικίλιας προσωπικά- νομίζω ότι θα έπρεπε περίπου το μισό υπουργικό συμβούλιο να παραιτηθεί. Δεν πρόκειται να τους κάνουμε τη χάρη. Την απόδοση ευθυνών θα την κάνει η κοινωνία πρώτιστα και ο Πρωθυπουργός, όταν θα πρέπει να την κάνει».
Επιχειρώντας μία αποτίμηση της διαχείρισης της κατάστασης από την κυβέρνηση ο υφυπουργός Ναυτιλίας υποστήριξε ότι «δεν υπήρξε καθυστέρηση στην αντίδραση» εξηγώντας: «Όταν παίρνεις σήμα 2.31 -όχι από το πλοίο, αλλά από άλλο σκάφος, το οποίο βρίσκεται κοντά- και 2.35 στέλνεις δύο περιπολικά να πάνε στο σημείο και ουσιαστικά 16 λεπτά μετά, κηρύσσεις την έναρξη εθνικού σχεδίου απορρύπανσης και έχεις συνέχεια σκάφη και ρυμουλκά, που βρίσκονται εκεί, νομίζω ότι στην αρχική αντίδραση δεν έχεις κάνει λάθος. Όταν βυθίστηκε στις 4 η ώρα το πλοίο, στις 6 η ώρα ξεκίνησε η πόντιση του φράγματος, καθώς δεν μπορείς να ποντίσεις φράγμα ή να κάνεις οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, μέχρι να βυθιστεί ολοκληρωτικά το πλοίο. Από εκεί και πέρα μπαίνουν απορρυπαντικά σκάφη -και του λιμενικού σώματος και των ιδιωτών- και αυτά διαρκώς κλιμακώνονται».
Στη συνέχεια, όπως σημείωσε ο κ. Σαντορινιός, «η κηλίδα πηγαίνει στη Σαλαμίνα, όπου υπάρχουν λιμανάκια» και εκεί «ένα μεγάλο σκάφος, όπως αυτό του EMSA, δεν μπορεί να επιχειρήσει». «Για πρώτη φορά βλέπουμε την κηλίδα να έρχεται την Τρίτη το μεσημέρι. Την Τρίτη το βράδυ καλούμε το σκάφος του EMSA, αφού προηγουμένως από τη Δευτέρα γνωρίζαμε ότι βρισκόταν σε αποστολή. Το πλησιέστερο σκάφος βρισκόταν στη Μάλτα. Με την ταχύτητα των 10 κόμβων ένα σκάφος θα κάνει 3 μέρες να έλθει, άρα και την Κυριακή να το είχαμε καλέσει δε θα ερχόταν πριν την Τετάρτη. Την Τετάρτη το πρωί ξεκίνησε να επιχειρεί το σκάφος του EMSA» ανέφερε.
Επισήμανε παράλληλα ότι «υπάρχει μία διελκυστίνδα της άμεσης αντίδρασης και της πιστής εφαρμογής ενός σχεδίου που έχει γραφτεί πριν από 15 χρόνια», προσθέτοντας ότι για τον λόγο αυτό σε ένα μεγάλο κομμάτι των ενεργειών που προβλέπονται στο εθνικό σχέδιο για τη διαχείριση τέτοιων περιστατικών «επιλέξαμε να κάνουμε τις ενέργειες πρώτα τηλεφωνικά και μετά γραφειοκρατικά».
«Τα χαρτιά μένουν αλλά το ζητούμενο είναι να μπορέσεις να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα γρήγορα. Είναι σημαντικό ότι σε αυτό το ναυάγιο ουσιαστικά δοκιμάσαμε το σύνολο του σχεδιασμού. Υπάρχουν ζητήματα, καθώς είναι ένα εθνικό σχέδιο, το οποίο είναι εξαιρετικά γραφειοκρατικό και πραγματικά να απλοποιηθεί και να γίνει πιο επιχειρησιακό» είπε.