Skip to main content

Στο Κογκρέσο λογοδοτούν Μπέζος και Ζάκερμπεργκ

Οι τέσσερις κολοσσοί του διαδικτύου, οι εταιρείες Google, Apple, Facebook και Amazon, «έχουν υπερβολική δύναμη», δήλωσε σήμερα ο Ντέιβιντ Σισιλίνι, ο Δημοκρατικός βουλευτής που προεδρεύει στην έκτακτη κατάθεση των επικεφαλής αυτών των ομίλων στην Επιτροπή Δικαστικών Θεμάτων με την υποψία ότι καταχρώνται τη δεσπόζουσα θέση τους στην αγορά.

Παραθέτοντας τα κολοσσιαία οικονομικά και όχι μόνο δεδομένα που αποδεικνύουν την ισχύ αυτών των «γιγάντων», ο Σισιλίνι τόνισε ότι είναι αναγκαίο να ερευνηθούν οι πρακτικές που ακολουθούν οι συγκεκριμένες εταιρείες επειδή, μετά την κρίση της Covid-19 «θα αναδυθούν ακόμη πιο ισχυρές από προηγουμένως».

Σε αυτήν την πολυαναμενόμενη συνεδρίαση μετέχουν, μέσω τηλεδιάσκεψης, οι τέσσερις επικεφαλής των εταιρειών (των αποκαλούμενων GAFA) που δεσπόζουν παγκοσμίως στο διαδίκτυο: ο Σουντάρ Πιτσάι (Alphabet, μητρική εταιρεία της Google), ο Τιμ Κουκ (Apple), ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ (Facebook) και ο Τζεφ Μπέζος (Amazon).

Να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά που ο Μπέζος, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον πλανήτη, καταθέτει ενώπιον του Κογκρέσου.

Στόχος είναι να εξεταστεί “η κυριαρχία της Amazon, της Apple, της Facebook και της Google”, όμως δεν είναι βέβαιο ότι οι Αμερικανοί βουλευτές θα εξετάσουν τις ανταγωνιστικές πρακτικές των μεγάλων εταιρειών του διαδικτύου.

Από την πλευρά τους ο Μπέζος και ο Ζάκερμπεργκ θα υπερασπιστούν τις εταιρείες τους ισχυριζόμενοι ότι αντιμετωπίζουν ισχυρό ανταγωνισμό από μεγάλους αντιπάλους.

Το Κογκρέσο δεν έχει συχνά την ευκαιρία να εξετάσει πραγματικά αυτούς τους ισχυρούς άνδρες και τα στοιχεία που θα καταθέσουν ενδέχεται να διαμορφώσουν τη μελλοντική τους σχέση με την αμερικανική κυβέρνηση και τους πελάτες τους.

Όμως ό,τι κι αν συμβεί σήμερα, δεν είναι το τέλος της ιστορίας. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα η ομάδα διασφάλισης του ανταγωνισμού της δικαστικής επιτροπής της Γερουσίας ανακοίνωσε ότι τον Σεπτέμβριο θα εξετάσει την κυριαρχία της Google στη διαδικτυακή διαφήμιση.

Η επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων εξετάζει πώς οι επιχειρηματικές πρακτικές των εταιρειών αυτών και η συγκέντρωση στοιχείων των χρηστών τους πλήττει τους μικρότερους ανταγωνιστές τους.

Ο «αμερικανικός τρόπος»

Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ θα ισχυριστεί ότι το Facebook πέτυχε με “τον αμερικανικό τρόπο”, προσφέροντας προϊόντα τα οποία οι πολίτες βρήκαν αξιόλογα, αφού η εταιρεία ξεκίνησε από το τίποτα, σύμφωνα με την κατάθεσή του που αναρτήθηκε χθες Τρίτη στο διαδίκτυο.

«Ανταγωνιζόμαστε εταιρείες που εμφανίζονται σε αυτή την ακροαματική διαδικασία, όπως και πολλές άλλες που πωλούν διαφημίσεις και συνδέουν τους ανθρώπους. Επίσης ανταγωνιζόμαστε και σε παγκόσμιο επίπεδο, και εναντίον εταιρειών που έχουν πρόσβαση σε αγορές στις οποίες εμείς δεν έχουμε”, θα προσθέσει ο επικεφαλής του Facebook.

Επίσης πρόκειται να υπενθυμίσει στους βουλευτές τον ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας στην Κίνα, εξηγώντας ότι η χώρα αυτή της Ασίας δημιουργεί “τη δική της εκδοχή του διαδικτύου βασιζόμενη σε πολύ διαφορετικές ιδέες και εξάγει το όραμά της σε άλλες χώρες».

Παράλληλα ο Ζάκερμπεργκ θα επαναλάβει την έκκλησή του για την ύπαρξη ρυθμιστικού πλαισίου για τις διαδικτυακές εταιρείες.

Η εμμονή των καταναλωτών

Από την πλευρά του ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, ο Τζεφ Μπέζος, πρόκειται να δηλώσει ενώπιον της επιτροπής ότι η Amazon κατέχει μικρό κομμάτι της συνολικής αγοράς λιανικών πωλήσεων και είναι αναγκασμένη να ανταγωνίζεται εταιρείες όπως η Walmart.

Επίσης θα προσθέσει ότι η πανδημία του κορονοϊού ενίσχυσε το διαδικτυακό εμπόριο και όχι μόνο αυτό μέσω της εταιρείας του.

“Η εμμονή των καταναλωτών μας έκαναν αυτό που είμαστε και μας επέτρεψε να κάνουμε ακόμη σημαντικότερα πράγματα”, θα τονίσει ο Μπέζος, σύμφωνα με το απόσπασμα της κατάθεσής του στο Κογκρέσο το οποίο ανήρτησε στο διαδίκτυο.

«Πιστεύω ότι η Amazon θα πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά», θα προσθέσει. «Πιστεύω ότι θα πρέπει να ελέγχουμε προσεκτικά όλους τους μεγάλους θεσμούς, είτε είναι εταιρείες, κυβερνητικές υπηρεσίες ή μη κυβερνητικές οργανώσεις. Ευθύνη μας είναι να περνάμε αυτό τον έλεγχο με επιτυχία».

Η πανδημία του κορονοϊού έχει φέρει στο προσκήνιο της μεγάλες εταιρείες του διαδικτύου, καθώς όλες μαζί έχουν πλέον αξία 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, την ώρα που άλλες επιχειρήσεις δυσκολεύονται να επιβιώσουν.

«Όταν ο αμερικανικός λαός αντιμετώπισε τα μονοπώλια στο παρελθόν, από τους σιδηρόδρομους μέχρι τους μεγιστάνες του πετρελαίου, ή την AT&T και τη Microsoft, αναλάβαμε δράση για να διασφαλίσουμε ότι κανένας ιδιωτικός όμιλος δεν θα ελέγχει την οικονομία ή τη δημοκρατία μας», επέμεινε ο Σισιλίνι. «Ως φρουροί της ψηφιακής οικονομίας, αυτές οι πλατφόρμες απολαμβάνουν την εξουσία να επιλέγουν τους νικητές και τους ηττημένους, να ξετινάζουν τις μικρές επιχειρήσεις και να πλουτίζουν οι ίδιες, στραγγαλίζοντας τον ανταγωνισμό», συνέχισε. «Οι Εθνοπατέρες μας δεν θα υποκλίνονταν σε έναν βασιλιά, ούτε εμείς πρέπει να υποκλιθούμε στους αυτοκράτορες της διαδικτυακής οικονομίας», είπε.

Με διατάγματα απειλεί ο Τραμπ

Λίγο νωρίτερα, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, με ανάρτησή του στο Twitter προειδοποίησε ότι αν το Κογκρέσο δεν αναγκάσει αυτές τις εταιρείες να «παίξουν επί ίσοις όροις, όπως θα έπρεπε να έχουν κάνει εδώ και χρόνια, θα το κάνω εγώ ο ίδιος με διατάγματα».

Η αξία των τεσσάρων εταιρειών στο Χρηματιστήριο ανέρχεται στα 4,78 τρισεκατομμύρια και έχουν συμβάλλει ευρέως στην ανάπτυξη στις ΗΠΑ, επιτρέποντας στη χώρα να κυριαρχεί σήμερα στο διαδίκτυο, τις επικοινωνίες και το ηλεκτρονικό εμπόριο.

Όμως η κυριαρχία τους στα δεδομένα, τον κινητήριο άξονα της ψηφιακής οικονομίας, ανησυχεί τις αρχές για το κατά πόσο θα σεβαστούν τον ανταγωνισμό αλλά και την ιδιωτική ζωή των πελατών τους. Καθώς απομένουν μόλις 100 ημέρες μέχρι τις προεδρικές εκλογές, οι βουλευτές όλων των τάσεων ενδέχεται να εμφανιστούν ιδιαίτερα επιθετικοί απέναντι στους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης, τους οποίους ωστόσο δεν μπορούν να αγνοήσουν αν θέλουν να κάνουν προεκλογική εκστρατεία.

«Φοβάμαι ότι η ακρόαση αυτή θα μετατραπεί σε συζήτηση για το ρυθμιστικό πλαίσιο του περιεχομένου, με την αριστερά να θέλει να αναγκάσει τις πλατφόρμες να καταπολεμήσουν το περιεχόμενο που προωθεί το μίσος και την παραπληροφόρηση και τη δεξιά να τις αναγκάσει να το επιτρέψουν», σχολίασε νωρίτερα ο Μαρκ Λέμλεϊ, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ.

Χαρακτηριστική ήταν η εισαγωγική δήλωση του Τζιμ Σενσενμπρένερ, του Ρεπουμπλικανού βουλευτή που πήρε τον λόγο μετά τον Σισιλίνι: «Το να είσαι μεγάλη εταιρεία δεν είναι κακό αφ εαυτού. Στην Αμερική ισχύει μάλλον το αντίθετο, θα έπρεπε να σας επιβραβεύσουν για την επιτυχία σας», είπε, θέτοντας όμως στη συνέχεια αυτό που το κόμμα του θεωρεί ότι θα έπρεπε να είναι το βασικό ερώτημα της σημερινής ακρόασης: οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης είναι προκατειλημμένοι και θα λογοκρίνουν τις συντηρητικές φωνές;

Πηγή: ΑΠΕ, AFP, Reuters