Με ενστάσεις απόλυτης ακυρότητας κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος που υπέβαλαν συνήγοροι υπεράσπισης των 13 Γερμανών υπηκόων κατηγορουμένων, άρχισε μετά από οκτώ μήνες η πολύκροτη δίκη για τα μαύρα ταμεία της Siemens.
Ο εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων πρότεινε στην αγόρευσή του να απορριφθούν οι ενστάσεις δεδομένου ότι ήδη τα αδικήματα έχουν αρχίσει να παραγράφονται.
«Από την έκδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος ήδη έχει παύσει η ποινική δίωξη για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα για τους μισούς από τους κατηγορούμενους. Κάθε λεπτό που περνάει το αδίκημα παραγράφεται, ενώ η πράξη της δωροδοκίας έχει χρόνο τέλεσης το διάστημα 1997 – 1998 και ουσιαστικά δεν έχει ξεκινήσει ούτε η εκδίκαση της υπόθεσης σε πρώτο βαθμό. Πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση», ανέφερε στην πρότασή του ο εισαγγελικός λειτουργός.
Σημειώνεται ότι η υπόθεση αφορά στη σύμβαση 8002/97 με το ελληνικό Δημόσιο για την ψηφιακοποίηση του ΟΤΕ.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης των 13 Γερμανών κατηγορουμένων υποστήριξαν ότι το βούλευμα επιδόθηκε μόνο στην ελληνική γλώσσα, ενώ είναι απαραίτητη η μετάφραση στα γερμανικά και στα γαλλικά τόσο του βουλεύματος, όσο και του καταλόγου των αναγνωστέων εγγράφων – για να κρίνουν αν χρειάζεται μετάφραση και άλλων εγγράφων- γιατί σε διαφορετική περίπτωση δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας.
Οι συνήγοροι έκαναν λόγο για παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης, καθώς όπως είπαν «τα ουσιώδη έγγραφα πρέπει να παρέχονται μεταφρασμένα στην μητρική γλώσσα των κατηγορουμένων, διαφορετικά θίγονται τα συνταγματικά τους δικαιώματα», προσθέτοντας πως «είναι αδιανόητο ο αγνοών τη γλώσσα να περιέρχεται σε μειονεκτική θέση».
Ο εισαγγελέας Χαρ. Τζώνης υποστήριξε πως η μη συνεπίδοση της μετάφρασης δεν προκαλεί ακυρότητα, παρά μόνο αν υπάρχει βλάβη των υπερασπιστικών ισχυρισμών κατηγορουμένου, πράγμα που δεν ισχύει σε αυτή την περίπτωση και πρόσθεσε πως οι Γερμανοί κατηγορούμενοι απολογήθηκαν με διερμηνέα στο στάδιο της ανάκρισης και κατ’ επέκταση είναι ενήμεροι.
Αίτημα για ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος υπέβαλε και η υπεράσπιση του ελληνοελβετού τραπεζίτη Φάνη Λυγινού, υποστηρίζοντας πως δεν έγινε νόμιμη η επίδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος. Όπως ανέφεραν οι συνήγοροι, «δεν έχουμε λάβει γνώση ούτε ενός εγγράφου της δικογραφίας για τη Siemens. Πρέπει να εφοδιαστούμε με τα έγγραφα προκειμένου να προετοιμάσουμε την υπεράσπισή του. Το παραπεμπτικό βούλευμα επιδόθηκε σε δικηγορικό γραφείο, το οποίο ήδη είχε αυτοκαταργηθεί από την υπεράσπιση Λυγινού.»
Ο εισαγγελικός λειτουργός πρότεινε να απορριφθεί και η ένσταση που υπέβαλε ο Φ. Λυγινός, αναφέροντας ότι το βούλευμα επιδόθηκε κανονικά στο δικηγόρο που ο κατηγορούμενος είχε διορίσει στο στάδιο της ανάκρισης. «Τώρα το τί έκανε μετά ο κατηγορούμενος δεν αφορά το δικαστήριο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τζώνης.
Πάντως, αξίζει να σημειωθεί πως παρά του ότι, εδώ και μήνες το παραπεμπτικό βούλευμα που αριθμεί χιλιάδες σελίδες μεταφράζεται στα γερμανικά, εντούτοις φαίνεται να έχει μεταφραστεί μόλις το μισό.
Το δικαστήριο αναμένεται να εκδώσει την απόφασή του επί των ενστάσεων στις 12 Ιουλίου, οπότε και θα συνεδριάσει εκ νέου.
naftemporiki.gr