Skip to main content

Μισέλ σε ΠτΔ: Με θάρρος και ενότητα θα αντιμετωπίσουμε μαζί σημαντικότατες προκλήσεις

«Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον και πιστεύω σημαντικό, στην έναρξη του εθνικού διαλόγου, στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης. να εμπλακούν κυρίως οι νέοι άνθρωποι, στους οποίους άλλωστε ανήκει και το μέλλον», ανέφερε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, κατά τη σημερινή τους συνάντηση.

«Πρόεδρε σας καλωσορίζω στο Προεδρικό Μέγαρο, με την ευκαιρία της επετείου των 40 χρόνων από την προσχώρηση της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Μια επέτειο που συμπίπτει με την έναρξη του εθνικού διαλόγου, στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης», σημείωσε.

«Ο διάλογος αυτός είναι ιδιαίτερα σημαντικός, ένα καινοφανές εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς δίνει τη δυνατότητα και στην κοινωνία των πολιτών να ασχοληθεί με τους προβληματισμούς για το μέλλον της Ευρώπης», συμπλήρωσε.

«Πέρα από τον πυρήνα των θεμελιωδών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία, τα δικαιώματα, είμαι βέβαιη ότι τον διάλογο θα απασχολήσουν μια σειρά από θέματα όπως η κοινωνική συνοχή, η οικονομική ανάκαμψη ιδίως μετά την πρόσφατη κρίση, η κλιματική αλλαγή και το μεταναστευτικό», επεσήμανε. 

«Η Ευρώπη προσπάθησε να αντιμετωπίσει την πανδημία και ήταν πολύ σημαντικό ότι επέδειξε ισχυρά αντανακλαστικά, τόσο στο θέμα του Ταμείου Ανάκαμψης, όσο και στο ζήτημα των εμβολιασμών. Η χώρα μου με το πρόγραμμα «Ελευθερία», προσπαθεί να διαχειριστεί το εμβολιαστικό πρόγραμμα  και ελπίζουμε -αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στα 5 εκατομμύρια εμβολιασμών-   ότι θα έχουμε πετύχει μέσα στο καλοκαίρι να υπάρχει ένα υψηλό ποσοστό ανοσίας του πληθυσμού, αντίστοιχο αυτού που θα έχει επιτευχθεί για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το σύνολο της Ευρώπης. Είναι, τέλος, πολύ σημαντική και η συμφωνία που επιτεύχθηκε για το ψηφιακό πιστοποιητικό,  για τις μετακινήσεις, την εποχή του covid», είπε χαρακτηριστικά η ΠτΔ. 

Ο κ. Μισέλ με τη σειρά του, αφού ευχαρίστησε την κ. Σακελλαροπούλου για τη θερμή, όπως χαρακτήρισε, φιλοξενία που του επεφύλαξε σε αυτή την τόσο συμβολική και σημαντική στιγμή για την Ελλάδα και την Ευρώπη, σημείωσε ότι «Τόσο η Ελλάδα, όσο και η Ευρώπη, έχουν να αντιμετωπίσουν σημαντικότατες προκλήσεις και σε αυτές τις στιγμές ακριβώς, χρειαζόμαστε θάρρος και ενότητα». 

Υπάρχουν, υπογράμμισε, «τρεις κοινοί στόχοι στην πραγματικότητα, τους οποίους συμμεριζόμαστε. Ο πρώτος στόχος είναι αυτός της προάσπισης της ελευθερίας και της δημοκρατίας, θέματα τα οποία συζητήσαμε επί μακρόν κατά τη διάρκεια των χθεσινών εκδηλώσεων. Δεν θα πρέπει καμία στιγμή, σε καμία περίπτωση, να ξεχάσουμε ότι αυτές οι αρχές της ελευθερίας και του κράτους δικαίου πρέπει να είναι πραγματικά ο οδηγός μας σε κάθε μας κίνηση, διότι αποδεικνύουν ότι ο κάθε άνθρωπος, με την αξία που φέρει μέσα του, είναι στο επίκεντρο κάθε δράσης μας και κάθε πολιτικής που αναλαμβάνουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και η νόσος του covid, πραγματικά μας υπενθύμισε ότι η υγεία και συνεπώς η ζωή και η επιβίωση των συμπολιτών μας, είναι η απόλυτή μας προτεραιότητα». 

«Υπάρχει και ένας δεύτερος», πρόσθεσε «και σημαντικότατος κοινός στόχος μας, ο οποίος υπάρχει από την εποχή που δημιουργήσαμε την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν είναι άλλος από την ευημερία, την επιθυμία μας να βελτιώσουμε το επίπεδο ζωής όλων των Ευρωπαίων πολιτών. Η γενιά μας, αντιμετωπίζει σήμερα μια σημαντικότατη αλλαγή που δεν είναι άλλη από την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, η οποία είναι διττή. Πρόκειται για επανάσταση σε επίπεδο κλίματος, η λεγόμενη κλιματική αλλαγή, και επανάσταση ψηφιακή. Επομένως, πιστεύω ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να εργαστούμε μαζί έτσι ώστε να υλοποιήσουμε αυτούς τους κοινούς μας στόχους, έχοντας πάντα κατά νου την ανάγκη της οικονομικής μεγέθυνσης». 

Σύμφωνα με τον κ. Μισέλ, «ο τρίτος στόχος που μας ενώνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι να έχουμε μια σημαντικότατη επίδραση σε παγκόσμιο επίπεδο, έτσι ώστε να μπορούμε να προασπιστούμε τις αρχές και τις αξίες μας». 

Όπως επεσήμανε, επί των τριών αυτών, λοιπόν, θεμελιωδών στόχων, που είναι «οι αρχές, η ευημερία και το πόσο θα μπορούμε να επιδράσουμε στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, νομίζω ότι η νόσος του covid πραγματικά μας δοκιμάζει. Και νομίζω ότι μπορούμε να πούμε ότι σε γενικές γραμμές, από την αρχή αυτής της κρίσης, αυτό το οποίο κάναμε είναι ότι πραγματικά εμπεδώσαμε την ευρωπαϊκή συνεργασία». 

Ο κ. Μισέλ ανέφερε και τον λόγο για τον οποίο επιλέχτηκαν από κοινού τις στρατηγικές εμβολιασμού. «Θέλαμε όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες να τύχουν της ίδιας αντιμετώπισης όσον αφορά τον εμβολιασμό τους και το πετύχαμε. Ο λόγος για τον οποίο για παράδειγμα αποφασίσαμε να δώσουμε, και να έχει πλέον, το Ταμείο Ανάκαμψης 1800 δις € τα οποία δίδονται για συγκεκριμένες πολιτικές, ήταν ακριβώς αυτό, για να προσφέρουμε την ανάκαμψη και την ευημερία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και χαίρομαι ιδιαίτερα, γιατί χθες και τα 27 κράτη-μέλη ολοκλήρωσαν από νομικής απόψεως όλες τις διαδικασίες που χρειάζονταν, έτσι ώστε να κληροδοτηθεί αυτό το ποσό στο Ταμείο Ανάκαμψης», δήλωσε χαρακτηριστικά. 

Επίσης, είπε, «όσον αφορά το πιστοποιητικό covid, το οποίο είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα ευρωπαϊκής συνεργασίας, να μην ξεχνάμε ότι υπήρξε πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού. Θα είναι όμως και ένα παράδειγμα συνεργασίας με χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Ο περασμένος αιώνας ήταν ένας αιώνας στον οποίο είχαμε δύο τραγικούς παγκόσμιους πολέμους, αλλά είχαμε και το θάρρος μεγάλων ηγετών, οι οποίοι έδωσαν πνοή σε αυτήν τη φανταστική ανθρώπινη περιπέτεια, σε αυτήν την πολιτική διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Και εμείς, δηλαδή η δική μας γενιά, είναι πλέον η τρίτη γενιά μετά τη γενιά των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως». 

«Έτσι λοιπόν εναπόκειται σε μας να αποφασίσουμε τι είναι αυτό το οποίο επιθυμούμε για τα επόμενα 30 ή για τα επόμενα 50 χρόνια, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για αυτό το μεγάλο πρότζεκτ», συμπλήρωσε. 

«Πιστεύω ότι αυτό το ζήτημα θα είναι στο επίκεντρο των συζητήσεων της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης, και θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είναι μια συζήτηση που θα αφορά μόνο υπουργούς και υψηλόβαθμα στελέχη των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ότι θα είναι μια συζήτηση η οποία θα κινητοποιήσει και όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης», κατέληξε ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.