Skip to main content

Βουλή- Μητσοτάκης: Τεράστιας σημασίας ένας νέος κλιματικός νόμος- πλαίσιο για τα επόμενα 30 χρόνια

«Ένας νέος κλιματικός νόμος, ένας νόμος – πλαίσιο για τα επόμενα 30 χρόνια, πιστεύω ότι στην παρούσα συγκυρία έχει τεράστια σημασία», τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην ομιλία του στη Βουλή, κατά την κοινή συνεδρίαση τεσσάρων Επιτροπών σχετικά με τη στρατηγική για την μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία, συμπληρώνοντας ότι «Δώδεκα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ήδη ένα τέτοιο νόμο. Πρόθεση της Ελλάδος είναι να αποκτήσει εντός των επομένων μηνών έναν τέτοιο νόμο μέσω εξαντλητικής διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκομένους φορείς».

«Η πρόκληση δεν αφορά τόσο την δική μας γενιά, αλλά πρωτίστως την επόμενη γενιά που πρέπει να βγει και να στηρίξει αυτές τις αλλαγές» υπογράμμισε, συμπληρώνοντας ότι «Σε τεχνοκρατικό επίπεδο θα πρέπει να έχουμε τη στήριξη συγκεκριμένων αναλυτικών εργαλείων για να προδιαγράψουμε δράσεις με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια» συμπλήρωσε και ανέφερε πως σύμφωνα με μελέτη της Mckinsey «η μετάβαση σε μία πράσινη οικονομία μπορεί να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές, που θα χαθούν. Επίσης η προβλεπόμενη παρέμβαση κατά τη Mckinsey, θα μας κοστίσει λιγότερο εάν κατανεμηθεί με δίκαιο τρόπο», επεσήμανε ο πρωθυπουργός. 

«Θεωρώ αυτή τη συζήτηση εξαιρετικά χρήσιμη και γόνιμη. Να προσέλθουμε σε αυτήν με χρήσιμες ιδέες που η κυβέρνηση θα τις λάβει υπ’ όψιν της κατά την διαβούλευση» συνέχισε για να συμπληρώσει ότι: «πιστεύω πως αυτή η συζήτηση διατρέχει οριζόντια όλο το ιδεολογικό φάσμα, καθώς αφορά σε μία απειλή εναντίον του πλανήτη μας», πρόσθεσε. 

«Έχουμε την υποχρέωση να παραδώσουμε στα παιδιά μας ένα περιβάλλον το οποίο δεν θα είναι χειρότερο από αυτό το οποίο παραλάβαμε εμείς από τους γονείς μας» τόνισε ο πρωθυπουργός και σημείωσε ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να καταστήσει την ελληνική κοινωνία σύμμαχο.

«Και όταν αναφέρομαι στην ελληνική κοινωνία αναφέρομαι πρωτίστως στη νέα γενιά, διότι τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής έχουν και έντονο το αίσθημα και την υποχρέωση της διαγενεακής αλληλεγγύης»,  επεσήμανε ο κ. Μητσοτάκης. Σημείωσε ακόμη ότι το 2007 με τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Ηλεία ήταν η πρώτη φορά που η ελληνική κοινωνία συνειδητοποίησε ότι η κλιματική αλλαγή δεν είναι μία αφηρημένη έννοια, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε ακραία καιρικά φαινόμενα με καταστροφικές επιπτώσεις.

«Και αν η πανδημία κατέστησε σαφές σε όλους μας ότι απαιτείται διεθνής συνεργασία για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε φαινόμενα αυτής της έκτασης, το ίδιο στον υπερθετικό βαθμό ισχύει για την κλιματική αλλαγή», υπογράμμισε. Υπενθύμισε ακόμη  ότι η κυβέρνηση «τόλμησε να αναλάβει τολμηρές πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση πριν το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής επανέλθει με ένταση στο δημόσιο διάλογο ως απότοκο της πανδημίας” και ανέφερε συγκεκριμένα “την τολμηρή απόφαση την οποία πήρε η ελληνική κυβέρνηση και η οποία ανακοινώθηκε από εμένα στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, τον Σεπτέμβριο του 2019, όπου ανακοίνωσα και δρομολόγησα για λογαριασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας ένα πολύ γρήγορο και τολμηρό πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης, μείωσης της εξάρτησης της χώρας μας ως προς την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον λιγνίτη».

Πρόσθεσε δε, ότι αυτή πρωτοβουλία της κυβέρνησης, η οποία, όπως διευκρίνισε, από τη μία επέτρεψε στην Ελλάδα μέσα σε δύο χρόνια να μειώσει σημαντικά το αποτύπωμά της ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, από την άλλη διευκόλυνε και τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού να προχωρήσει πιο γρήγορα σε ένα τολμηρό πρόγραμμα μετασχηματισμού – και κατέγραψε και την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό χάρτη ως μία χώρα η οποία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της γρήγορης μετάβασης μακριά από το λιγνίτη- είναι μία  πρωτοβουλία η οποία δεν στηρίχθηκε από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, τουλάχιστον με την ένταση την οποία θα ανέμενε ο ίδιος.

Πολύ περισσότερο, «όταν από την πρώτη στιγμή και θα συμφωνήσω σε αυτό με την κα Γεννηματά- μεριμνήσαμε ώστε η μετάβαση μακριά από το λιγνίτη να γίνει με έναν τρόπο ήπιο, ο οποίος θα διασφαλίσει θέσεις απασχόλησης και θα κινητοποιήσει σημαντικούς πόρους ειδικά για την περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας αλλά και της Μεγαλόπολης, που διαχρονικά υπήρξαν εξαιρετικά εξαρτημένες από την εξόρυξη και από την καύση του λιγνίτη», σημείωσε ο πρωθυπουργός.

Ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε ακόμη ότι η Ευρώπη έχει αποφασίσει σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων να καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος, δηλαδή οι ευρωπαϊκές χώρες να μηδενίσουνε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050. «Ταυτόχρονα, όπως γνωρίζετε, έχουμε θέσει έναν ακόμα πιο τολμηρό μεταβατικό στόχο ο οποίος μας υποχρεώνει να μειώσουμε κατά 55% τις εκπομπές μας ως το έτος 2030»,  είπε.  

Ανάγκη σαφούς περιγραφής ενός οδικού χάρτη για τα επόμενα 30 χρόνια.

«Η ελληνική κυβέρνηση, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2019, έχει εγκρίνει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, το γνωστό ΕΣΕΚ, το οποίο θέτει και προσδιορίζει ένα σαφή οδικό χάρτη για το πώς θα μπορούσαμε να πετύχουμε τους στόχους περιορισμού των αερίων του θερμοκηπίου με βάση τους προηγούμενους, λιγότερο φιλόδοξους στόχους, που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση», σημείωσε ο πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας ότι «καθίσταται απαραίτητο να ενσωματώσουμε στον εθνικό μας σχεδιασμό το γεγονός ότι ως Ευρώπη έχουμε πια αναλάβει πιο τολμηρούς στόχους από αυτούς που είχαμε υπόψη μας όταν είχαμε καταρτίσει το αρχικό Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος».

«Διότι πρέπει και εμείς να είμαστε συνεπείς με τους ευρωπαϊκούς στόχους τους οποίους έχουμε θέσει και να φτάσουμε στο σημείο να μπορούμε να πετύχουμε το περιβόητο net zero, δηλαδή ουσιαστικά μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, και για την πατρίδα μας. Και να το κάνουμε αυτό με έναν τρόπο ο οποίος από τη μία θα είναι τεχνοκρατικός. Κυρία Γεννηματά  άκουσα πάλι -υπάρχει πάντα ξέρετε σε αυτή την αίθουσα μια επιφύλαξη την οποία προσωπικά δεν την αντιλαμβάνομαι ιδιαίτερα- για τις τεχνοκρατικές προσεγγίσεις. Είναι βαθύτατα τεχνοκρατικές οι προσεγγίσεις που διέπουν σύνθετα ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή», ανέφερε.  

Επίσης σημείωσε ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να καταστήσει την ελληνική κοινωνία και ειδικά τη νέα γενιά, σύμμαχο διότι τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής έχουν και έντονο το αίσθημα και την υποχρέωση της διαγενεακής αλληλεγγύης.

«Ελλάδα 2.0»

Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στο σχέδιο «Ελλάδα 2.0» το οποίο έχει κατατεθεί και συμπεριλαμβάνει σημαντικότατα κονδύλια για μία σειρά από μεγάλες, μικρές, μεσαίες δράσεις οι οποίες συμμετέχουν χρηματοδοτικά σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια «την οποία πρέπει να κάνουμε για μία οικονομία χαμηλών και τελικά μηδενικών εκπομπών άνθρακα». Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, το σχέδιο αυτό συμπεριλαμβάνει στον τομέα του περιβάλλοντος και της ενέργειας μία σειρά από παρεμβάσεις πολύ τολμηρές, όπως η δημιουργία συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας καθοριστικών για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, όπου στόχος είναι η ενίσχυση με 450 εκατομμύρια σε αυτή τη δράση.

Επίσης αποκατάσταση εδαφών παλαιών λιγνιτωρυχείων στη Δυτική Μακεδονία και στη Μεγαλόπολη, εξαιρετικά κρίσιμη δράση και μάλιστα μία δράση εντάσεως εργασίας που έχει πολύ μεγάλη σημασία ως μεταβατικό στάδιο έως ότου οι περιοχές αυτές δρομολογήσουν ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, όπου δρομολογούνται 242 εκατομμύρια. Προώθηση ηλεκτρικής διασύνδεσης των νησιών μας, όπου δρομολογούνται 195 εκατομμύρια, το «Εξοικονομώ κατ’ Οίκον», όπου δρομολογούνται παραπάνω από 1 δισ., στρατηγικές αστικές αναπλάσεις, 475 εκατομμύρια και τέλος, «Εξοικονομώ Επιχειρώντας», όπου δρομολογούνται 450 εκατομμύρια.

Τεράστιας σημασίας ένας νέος κλιματικός νόμος

Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι αυτή είναι μία προσπάθεια η οποία αφορά ουσιαστικά ολόκληρη την οικονομία και ολόκληρη την κοινωνία, αφού κάθε χρόνο «εκπέμπουμε στην ατμόσφαιρα, συνολικά ως πλανήτης, 51 δισεκατομμύρια τόνους αερίων του θερμοκηπίου. Και από τα 51 δισεκατομμύρια πρέπει μέσα σε 30 χρόνια να πάμε στο μηδέν».  

Όπως τόνισε,  για να γίνει αυτό πρέπει να γίνουν σημαντικότατες παρεμβάσεις στην ηλεκτροπαραγωγή και στη βιομηχανία. Πρόσθεσε ότι μιλάμε λίγο για τη βιομηχανία, αλλά η βιομηχανία συμμετέχει στις συνολικές εκπομπές, τουλάχιστον τις ευρωπαϊκές, περισσότερο σήμερα από ό,τι συμμετέχει η ηλεκτροπαραγωγή.

Και αυτές οι παρεμβάσεις «δεν είναι απλές διότι η έκλυση αερίων του θερμοκηπίου, συγκεκριμένα διοξειδίου του άνθρακα, παραδείγματος χάριν, στην παραγωγή τσιμέντου είναι αποτέλεσμα μιας χημικής ένωσης», υπογράμμισε.  «Δεν έχουμε μάθει να φτιάχνουμε ακόμα τσιμέντο με κάποιον διαφορετικό τρόπο από τον γνωστό, τον παραδοσιακό. Αυτό σημαίνει ότι ενδεχομένως πρέπει να παρέμβουμε στο να μπορούμε να «πιάνουμε», (να κάνουμε capture κατά την αγγλική έννοια) το διοξείδιο του άνθρακα όταν παράγεται και να αποθηκεύεται κάπου αλλού», πρόσθεσε. 

Ο κ. Μητσοτάκης, προειδοποίησε ότι δεν θα μπορέσουμε να αντέξουμε να εξακολουθούμε να ζούμε όπως ζούμε, να καταναλώνουμε όπως καταναλώνουμε. «Εάν δεν αλλάξουμε ουσιαστικά την οργάνωση των κοινωνιών και των οικονομιών μας, οι επιπτώσεις ενδεχομένως για εμάς και για τα παιδιά μας θα είναι δραματικές. Και βέβαια επειδή η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ, οφείλουμε παράλληλα με όλες αυτές τις δράσεις, για τις οποίες σας μίλησα, που μπορούν -θα το ξαναπώ- να είναι μία τεράστια ευκαιρία για τη χώρα, να είναι πρωταγωνιστής των εξελίξεων, πρέπει ταυτόχρονα να εξετάσουμε σοβαρά και τα ζητήματα της προσαρμογής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που ήδη χτυπά την πόρτα μας», δήλωσε χαρακτηριστικά. 

Επίσης, αναφέρθηκε στο νέο ΕΣΠΑ, το οποίο τελεί υπό έγκριση από την ΕΕ και δίνει πολλά εργαλεία και πολλά χρήματα στις Περιφέρειες να κινηθούν σε έργα τα οποία δεν είναι εθνικής αλλά περιφερειακής και τοπικής κλίμακας. «Και βέβαια, για πρώτη φορά υπάρχει ξεχωριστό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα, διακριτό για την Πολιτική Προστασία με σχεδόν 750.000.000 ευρώ, έτσι ώστε να είμαστε συνεπείς στη δέσμευσή μας ότι θα προστατεύσουμε -πάνω από όλα, είναι πρώτη μας ευθύνη ως κράτος τις ζωές και τις περιουσίες των συμπολιτών μας από φαινόμενα τα οποία γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας ότι θα συμβαίνουν με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα», ανέφερε. 

«Κλείνω με μία ευχή: η Ελλάδα να μην είναι ουραγός αλλά πρωταγωνιστής, με τολμηρές αποφάσεις, έξυπνες πολιτικές, κινητοποίηση δημοσίων πόρων όπου αυτό είναι αναγκαίο, ώστε αυτή τη μεγάλη υπαρξιακή κρίση να τη μετατρέψουμε σε μία μεγάλη ευκαιρία», κατέληξε ο πρωθυπουργός.