Πηγή στο δεξιό, προτεσταντικό Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP) της Βόρειας Ιρλανδίας δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ότι οι συνομιλίες ανάμεσα στο Συντηρητικό Κόμμα της Τερέζα Μέι και το DUP για την κοινοβουλευτική στήριξη της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου συνεχίζονται, όμως «δεν φαίνεται πιθανή» η επίτευξη συμφωνίας αυτή την εβδομάδα.
Η κ. Μέι προσπαθεί να εξασφαλίσει τη στήριξη των 10 βουλευτών του DUP αφότου απέτυχε να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο στις πρόωρες εκλογές της 8ης Ιουνίου.
Το κεντροδεξιό Συντηρητικό Κόμμα διαθέτει 318 έδρες και το όριο της αυτοδυναμίας είναι οι 326, σε σύνολο 650. Με τις 10 έδρες του DUP, η κυβέρνηση θα μπορούσε να έχει στήριξη 328 βουλευτών.
Πρακτικά, με δεδομένο ότι το ιρλανδικό, αριστερό εθνικιστικό Σιν Φέιν δεν καταλαμβάνει τις επτά έδρες που κέρδισε στις εκλογές, αφού επιθυμεί την ενοποίηση της Βόρειας Ιρλανδίας με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και δεν αναγνωρίζει πολιτικά τη βρετανική κυριαρχία στο βόρειοϊρλανδικό έδαφος, το πραγματικό όριο αυτοδυναμίας στην παρούσα Βουλή των Κοινοτήτων είναι 322 έδρες.
«Παρουσιάσαμε ευρύ πρόγραμμα»
Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου παρουσίασε, εξάλλου, μέσω του Λόγου της Βασίλισσας Ελισάβετ, στο κοινοβούλιο ένα «ευρύ πρόγραμμα» και είναι πεπεισμένη ότι η Βουλή των Κοινοτήτων θα το στηρίξει, δήλωσε εκπρόσωπος της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι, μετά την παρουσίαση της αποδυναμωμένης κυβερνητικής ατζέντας από την εξασθενημένη πολιτικά πρωθυπουργό.
«Προωθούμε ένα ευρύ πρόγραμμα για την κυβέρνηση, πιστεύουμε ότι είναι καλό πρόγραμμα για την κυβέρνηση, πιστεύουμε πως είναι ένα πρόγραμμα που μπορεί να στηρίξει ολόκληρη η Βουλή», δήλωσε ο εκπρόσωπος.
«Η πρωθυπουργός δήλωσε επίσης ότι οι εκλογές δεν έφεραν το αποτέλεσμα στο οποίο ελπίζαμε και ότι θα σκεφτούμε τους λόγους γι’ αυτό και θα κυβερνήσουμε με ταπεινότητα προς το εθνικό συμφέρον και πιστεύω πως αυτό μπορείτε να το δείτε σε όσα προωθήσαμε σήμερα», συμπλήρωσε.
Ο εκπρόσωπος δήλωσε ότι μερικές πολιτικές δεν αναφέρθηκαν στην ομιλία της Βασίλισσας, μεταξύ των οποίων η επέκταση του αεροδρομίου του Χίθροου και μέτρα για τη διοίκηση των μεγάλων εταιρειών, όμως η κυβέρνηση παραμένει δεσμευμένη σε αυτές.