Skip to main content

Ο κορωνοϊός φρέναρε και τον πελαργό

Της Πέπης Γρηγοριάδου
[email protected]

Αύριο είναι η γιορτή της μητέρας. Φέτος λόγω πανδημίας ακόμη περισσότεροι και περισσότερες δεν θα έχουν κάποια να της ευχηθούν χρόνια πολλά, ενώ ταυτόχρονα πολλές γυναίκες έχουν αναβάλλει τον ρόλο της μητέρας. Η υπογεννητικότητα δεν αποτελεί νέο κοινωνικο-οικονομικό πρόβλημα αλλά κάποιο από τα πολλά που εντάθηκαν με την πανδημία. 

Τα ποσοστά γεννήσεων μειώνονται σε όλο τον κόσμο και πολλές χώρες αναφέρουν ιστορικά χαμηλά ποσοστά γεννήσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ο οικογενειακός προγραμματισμός κατά τη διάρκεια του κορωνοϊού έχει γίνει δύσκολος, καθώς η τόση αβεβαιότητα υπερισχύει της αισιοδοξίας και της διάθεσης σχεδιασμού για το μέλλον.

Η πανδημία που σε πολλούς τομείς – όπως οι θάνατοι – έχει συγκριθεί με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι επιπτώσεις της έχουν ξυπνήσει μνήμες από ιστορικά κραχ είναι σίγουρο ότι επηρέασε – όπως και τα αντίστοιχα γεγονότα – το ποσοστό γεννήσεων.

Σε χαμηλά άνω των 40 ετών στις ΗΠΑ

Ο αριθμός των γεννήσεων στις ΗΠΑ έπεσε το 2020 στο χαμηλότερο επίπεδο  εδώ και περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, μια τάση που παρατηρήθηκε και στην Ευρώπη.

Τον Ιούνιο του περασμένου έτους, οι οικονομολόγοι στο Ινστιτούτο Brookings στις Ηνωμένες Πολιτείες υπολόγισαν ότι οι γεννήσεις στις ΗΠΑ θα μειώνονταν κατά 300.000. Το ποσοστό γεννητικότητας στις ΗΠΑ – το οποίο μετρά τον αριθμό των γεννήσεων ανά 1.000 γυναίκες ηλικίας 15 με 44 ετών- μειώθηκε κατά 4% το 2020, για να φτάσει τα περίπου 3,6 εκατομμύρια μωρά.

Αυτή είναι η έκτη συνεχόμενη χρονιά που παρατηρείται μείωση των γεννήσεων στις ΗΠΑ, ενώ το 2020 καταγράφηκε το χαμηλότερο ποσοστό γεννήσεων από το 1979, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Στατιστικής Υγείας των Αμερικανικών Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC). 

Ταυτόχρονα, μια έρευνα για τα σχέδια γονιμότητας στην Ευρώπη έδειξε ότι το 50% των ανθρώπων στη Γερμανία και τη Γαλλία που είχαν προγραμματίσει να αποκτήσουν παιδί το 2020 επρόκειτο να το αναβάλλουν. Στην Ιταλία, το 37% είπε ότι είχαν εγκαταλείψει εντελώς την ιδέα. Μια έκθεση του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) υποδεικνύει μείωση των γεννήσεων κατά 8% τον Δεκέμβριο.

Η Κίνα αναμένεται να ανακοινώσει την πρώτη μείωση πληθυσμού εδώ και μισό αιώνα, κάτι που όμως η στατιστική υπηρεσία της χώρας δεν έχει επιβεβαιώσει ακόμη. Πέρυσι, οι γεννήσεις μειώθηκαν κατά 15% σε σχέση με το 2019στα 10,035 εκατ., όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας της Κίνας.

Στην Ευρώπη

Ευρωπαίοι ειδικοί στην επιστήμη της δημογραφίας αναμένουν πτώση του ποσοστού γεννήσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη το 2021, καθώς γίνονται αισθητές οι επιπτώσεις του lockdown του 2020. Μπορεί, θεωρητικά, να πιστεύαμε ότι ο εγκλεισμός φέρνει πιο κοντά τα ζευγάρια που σχεδιάζουν τη διεύρυνση της οικογένειάς τους όμως τα στοιχεία διαψεύδουν τη θεωρία.

Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες κατά τη διάρκεια του lockdown τον Μάρτιο και τον Απρίλιο έδειξε ότι πολλοί άνθρωποι είχαν ακυρώσει τα σχέδιά τους να αποκτήσουν παιδιά. Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι έκλιναν προς την αναμονή, ενώ οι Ιταλοί ήταν πιο κοντά στην εγκατάλειψη τέτοιων σχεδίων.

Στην Ιταλία, ο αριθμός των γεννήσεων τον Δεκέμβριο – ακριβώς εννέα μήνες αφότου η χώρα μπήκε στο πρώτο κλείδωμα στην Ευρώπη – μειώθηκε κατά 21,6%, σύμφωνα με το ISTAT.

Το πρώτο κύμα της πανδημίας χτύπησε σφοδρά την Ιταλία. Ο μεγάλος αριθμός θανάτων σε συνδυασμό με τη μείωση γεννήσεων οδήγησε την «ψαλίδα» μεταξύ των δύο στα επίπεδα της εποχής της «ισπανικής» γρίπης το 1918.

Επίσης, οι γάμοι στην Ιταλία μειώθηκαν περισσότερο από 50% τους πρώτους 10 μήνες του 2020. Οφείλουμε ωστόσο να τονίσουμε ότι τα ποσοστά γεννήσεων στην Ιταλία ήταν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη και πριν από την πανδημία, αλλά πλέον τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. 

Η τάση για λιγότερα παιδιά συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες, όμως ο κορωνοϊός ενισχύει την τάση αυτή. Πριν από 20 χρόνια, οι Ιταλίδες γενούσαν κατά μέσο όρο 2 παιδιά. Τώρα μόνο ένα. 

Όμως και η Γαλλία, που έχει παραδοσιακά έναν από τους υψηλότερους δείκτες αναπαραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμφάνισε τη μεγαλύτερη μείωση γεννήσεων από τη δεκαετία του 1970.

Το Εθνικό Ινστιτούτο Δημογραφικών Μελετών (INED) παρουσίασε προκαταρκτικά στοιχεία για τις γεννήσεις παιδιών τον Ιανουάριο 2021 -εννέα μήνες μετά το πρώτο «lockdown» στη χώρα- που δείχνουν ότι γεννήθηκαν 53.900 παιδιά, περίπου 13% λιγότερα σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020. Αξίζει να σημειώσουμε ότι και η Γαλλία κατέγραψε πέρυσι 34% λιγότερους γάμους, σε σχέση με το 2019.

Οι εξαιρέσεις

Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. Εκτός από χώρες όπως η Γερμανία και η Σουηδία που παρουσίασαν μικρή μείωση γεννήσεων (η πρώτη μάλιστα της τάξης μόλις του 0,6%) υπάρχουν και κράτη όπως η Φινλανδία και η Ολλανδία που εμφάνισαν αύξηση γεννήσεων.

Στην Ελλάδα το 2020, σύμφωνα με τα στοιχεία από τον ιστότοπο του υπουργείου Εσωτερικών, είχαμε μία ευχάριστη ανατροπή καθώς ύστερα από αρκετά χρόνια διαρκούς μείωσης των γεννήσεων εμφανίστηκε σημαντική αύξηση της τάξης του 11,5%. Όμως το έτος αποτελεί εξαίρεση. Σύμφωνα με έρευνες και δημοσκοπήσεις από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών παρατηρείται ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας έχει μειωθεί κατά 0,4% σε σχέση με το 2010 και προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω.

Από το 2011 έχει ξεκινήσει μια δραματική μείωση του πληθυσμού, δεδομένου ότι σύμφωνα με μελέτες, από περίπου 11 εκατ. Έλληνες, το 2050 ο πληθυσμός της χώρας θα μειωθεί σε περίπου 9 εκατ. και το 2080 σε μόλις 7,8 εκατ.

Κίνητρα και στήριξη από την πολιτεία

Το επαγγελματικό άγχος και η αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την ελλιπή στήριξη των μητέρων στο εργασιακό περιβάλλον επηρεάζουν τον ρυθμό γεννήσεων. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σταθούμε στη σημασία των παροχών που προσφέρει το κάθε κράτος για να υποστηρίξει τη γέννηση παιδιών. 

Η Ολλανδία προσφέρει 16 εβδομάδες άδεια με πλήρη μισθό στη μητέρα και δυνατότητα πρόσβασης σε νοσοκόμα, με τα έξοδα να καλύπτονται από την ασφάλεια. 

Υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες που δίνουν ακόμη μεγαλύτερα κίνητρα όπως η Σουηδία όπου και οι δύο γονείς έχουν 480 μέρες άδειας, ενώ κατά τη διάρκεια των 390 ημερών δικαιούνται το 80% του μισθού τους. Από την άλλη σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία η εργασία και η οικογένεια είναι δύο τομείς που δύσκολα συμφιλιώνονται για πολλές γυναίκες. Εξαιτίας της έλλειψης δημόσιων υπηρεσιών οι παππούδες και οι γιαγιάδες αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών.

Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση προσδοκά να βοηθήσει στη λύση του προβλήματος, μέσω μέτρων για την στήριξη της οικογένειας, όπως το επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννιέται, η αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, η επαναφορά των επιδομάτων σε τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες τα οποία είχαν περικοπεί, η δυνατότητα να επιλέξει μια γυναίκα να κάνει χρήση της άδειας τοκετού στο χρόνο τον οποίο επιθυμεί, η παροχή δυνατότητας αύξησης του αριθμού των παιδιών που μπαίνουν σε παιδικούς σταθμούς και η ενίσχυση των ολοήμερων σχολείων. 

Καθώς οι νέοι σήμερα δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην επαγγελματική σταδιοδρομία, ως απόρροια της οικονομικής ανασφάλειας, η κρατική στρατηγική πρέπει να το λάβει σοβαρά υπόψη της και να προσφέρει εργαλεία για την αντιστροφή της τάσης.

Βραχυπρόθεσμα η μείωση γεννήσεων δίνει μία αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος αλλά μακροπρόθεσμα ασκεί πίεση στο ασφαλιστικό σύστημα, στην οικονομία και την κοινωνική πρόνοια αλλά και τις προοπτικές της κοινωνίας.

Η Ευρωβουλή

Στο πλαίσιο αυτό ομάδα εωρωβουλευτών θέτει ερωτήσεις – προτάσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το δημογραφικό πρόβλημα που οξύνθηκε εν μέσω πανδημίας.

Ζητούν λοιπόν από την Επιτροπή να προωθήσει τη συνολική και ανά χώρα ευρωπαϊκή έρευνα σχετικά με το ποσοστό γεννήσεων (και την πτώση του) στις οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων εκτιμήσεων για τις επιπτώσεις του Covid-19 στο ίδιο το ποσοστό γεννήσεων. 

Τονίζουν την ανάκγη μακροπρόθεσμων βιώσιμων λύσεων για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών δημογραφικών προκλήσεων που θέτει η κρίση της πανδημίας και προτείνουν την προώθηση μέσων για την αύξηση του ποσοστού γεννήσεων στα κράτη μέλη.

Πάντως, οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ή εθνική πρωτοβουλία πρέπει να έχει ως βάση την προσέγγιση της οικογένειας από την πολιτεία ως πόλο ανάπτυξης και εξέλιξης της κοινωνίας και της οικονομίας.