Ο επίλογος της επεισοδιακής διακυβέρνησης Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα γραφτεί στις 20 Ιανουαρίου ούτως ή άλλως, οι Δημοκρατικοί όμως, με προεξάρχουσα τη Νάνσι Πελόζι, μετά και τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, ετοιμάζουν να ασκήσουν πρόταση μομφής, προκειμένου να παραπεμφθεί ο Αμερικανός πρόεδρος.
Ο Τραμπ θα βρεθεί έτσι αντιμέτωπος με τη διαδικασία παραπομπής, δέκα ημέρες πριν από την τυπική παράδοση της εξουσίας και για δεύτερη φορά στην θητεία του, εκτός και αν ο απερχόμενος αντιπρόεδρος Μάικ Πενς και το υπουργικό συμβούλιο επικαλεσθούν 25η Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος αυτή την εβδομάδα για να τον απομακρύνουν από το αξίωμα, δήλωσε η κ. Πέλοζι.
Ο κ. Τραμπ θα κατηγορηθεί για υποκίνηση εξέγερσης, καθώς θεωρείται πως υποκίνησε τους υποστηρικτές του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ καθώς το Κογκρέσο καταμετρούσε τις εκλογικές ψήφους και ετοιμαζόταν να επικυρώσει τη νίκη του εκλεγμένου Προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Η διαδικασία
Η διαδικασία παραπομπής (Impeachment) ξεκινά με ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων για τα άρθρα της κατηγορίας ή τον κατάλογο κατηγοριών εναντίον του προέδρου.
Εάν η ψηφοφορία περάσει με απλή πλειοψηφία (50% + 1), τότε ο πρόεδρος έχει κατηγορηθεί και στη συνέχεια υποβάλλεται σε δίκη στη Γερουσία.
Μετά τη δίκη, η Γερουσία ψηφίζει εάν θα καταδικάσει και θα απομακρύνει τον πρόεδρο από το αξίωμα.
Αυτή η ψηφοφορία απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων. Δεδομένου ότι οι Ρεπουμπλικάνοι ελέγχουν τη Γερουσία τη στιγμή της πρώτης παραπομπής πέρυσι του κ. Τραμπ, κατάφερε άνετα να παραμείνει στην εξουσία.
Με ποια άρθρα θα μπορούσε να κατηγορηθεί;
Η ακριβής διατύπωση των άρθρων δεν είναι ακόμη γνωστή, αλλά μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων κυκλοφορούν αντίγραφα που κατηγορούν τον κ. Τραμπ για «υποκίνηση βίας κατά της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών».
Πέραν των γεγονότων στο Καπιτώλιο, οι κατηγοτίες αφορούν επίσης το τηλεφώνημά του του προς υψηλόβαθμο αξιωματούχο στην Τζόρτζια, στο οποίο ο πρόεδρος ζήτησε να «βρει» περισσότερες από 11.000 ψήφους για να ανατρέψει τη νίκη του εκλεγμένου Προέδρου Μπάιντεν στην πολιτεία.
Γιατί τον κατηγορούν οι Δημοκρατικοί τώρα;
Υπήρξαν εκκλήσεις για την απομάκρυνση του κ. Τραμπ χρησιμοποιώντας την 25η τροποποίηση του συντάγματος, αλλά αυτό απαιτούσε τη συμφωνία του Αντιπροέδρου Μάικ Πενς και του υπουργικού συμβουλίου – κάτι που δεν έχει υλοποιηθεί.
Αυτό έγινε επειδή πολλοί Δημοκρατικοί, συμπεριλαμβανομένης της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσυ Πελόζι, θεώρησαν τις ενέργειες του Τραμπ τόσο τρομερές που έπρεπε να απομακρυνθεί από το αξίωμα αμέσως.
Η Ιλχάν Ομάρ των Δημοκρατικών λέει ότι η διαδικασία είναι σημαντική για να δημιουργήσει προηγούμενο.
«Είναι σημαντικό να κατηγορήσουμε και να καταδικάσουμε αυτόν τον πρόεδρο, ακόμη κι αν έχουν απομείνει λίγες μέρες στο αξίωμα», έγραψε στο Twitter. «Θα δημιουργήσει προηγούμενο. Πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι κανένας πρόεδρος δεν μπορεί να ηγηθεί εξέγερσης ενάντια στην κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αυτό που κάνουμε σήμερα θα έχει σημασία για το υπόλοιπο της ιστορίας αυτού του έθνους».
Θα μπορεί να διεκδικήσει την προεδρία το 2024;
Η Γερουσία έχει τη δυνατότητα να απαγορεύει στους πολίτες να διεκδικούν αξιώματα που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα. Ήταν οι γερουσιαστές που ψήφισαν για να απομακρύνουν κάποιον από το αξίωμα, μπορούν επίσης να ψηφίσουν για να απαγορεύσουν στο άτομο αυτό να μην διεκδικήσει ποτέ ξανά μια εκλεγμένη θέση. Αυτή η ψηφοφορία απαιτεί πλειοψηφία μόνο 50% + 1.
Ωστόσο δεν είναι τόσο σίγουρο ότι ο Τραμπ δεν θα μπορέσει να ξανακατέβει για πρόεδρος, αν καταδικαστεί αφότου αποχωρήσει από την Προεδρία. Το σενάριο αυτό πάντως φαντάζει πολύ πιθανό, ιδίως αν εκκρεμεί η υπόθεση εναντίον του μετά τις 20 Ιανουαρίου, όταν και θα αναλάβει καθήκοντα ο κ. Μπάιντεν.
Μπορεί να δώσει χάρη στον εαυτό του;
Έχουν γίνει πολλές συζητήσεις για το ποιος μπορεί να το κάνει αυτό. Ωστόσο ο ίδιος δεν μπορεί να απονείμει χάρη στον εαυτό του ως κατηγορούμενος, καθώς το Σύνταγμα το απαγορεύει.
Θα διατηρήσει την προστασία των μυστικών υπηρεσειών;
Χάρη σε νόμο του Μπαράκ Ομπάμα, ο Τραμπ διασφαλίζει την προστασία από τις μυστικές υπηρεσίες εφ’ όρου ζωής.
Ο προκάτοχος του κ. Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο υπέγραψε στο νόμο μια τροποποίηση που διασφαλίζει τη δια βίου προστασία όλων των πρώην ηγετών των ΗΠΑ.
Θα διατηρήσει τα οικονομικά οφέλη του;
Όταν ένας πρόεδρος αποχωρήσει από το αξίωμα, δικαιούνται μια σειρά παροχών εις βάρος του φορολογούμενου – συμπεριλαμβανομένης μιας σύνταξης που πιστεύεται ότι ανέρχεται σε περίπου 200.000 δολάρια ετησίως, ένα ετήσιο εισόδημα 1 εκατομμυρίου δολαρίων και χρήματα για το προσωπικό.
Ωστόσο, αναφέρεται στον νόμο των πρώην προέδρων του 1958 ότι αυτά τα προνόμια δεν είναι διαθέσιμα για οποιονδήποτε απομακρύνθηκε από το αξίωμά του μετά την παραπομπή του.
Επομένως, εάν ο κ. Τραμπ έχει καταδικαστεί και απομακρυνθεί από τη Γερουσία – ακόμα και μετά την αποχώρησή του – θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις για αυτόν πολιτικά και οικονομικά.
Θα μπορούσε να διωχθεί για το ρόλο του στις ταραχές στο Καπιτώλιο;
Ο κ. Τραμπ θα μπορούσε ακόμη να διωχθεί και νομικά για τις ίδιες πράξεις που τον οδήγησαν στην παραπομπή.
Αυτό που δεν είναι σαφές, είναι αν θα μπορούσε να καταδικαστεί αφότου αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο. Το «στοίχημα» επομένως των Δημοκρατικών είναι η αγωγή να ξεκινήσει πριν ο Τραμπ παραδώσει «την σκυτάλη» στον Μπάιντεν.
Πώς μπορεί να καταδικαστεί και να απομακρυνθεί;
Οι Δημοκρατικοί διατήρησαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων το Νοέμβριο και ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι δήλωσαν ότι σκέφτονται να προωθήσουν τα άρθρα στη Γερουσία σε ακόμη μεγαλύτερο αριθμό.
Η Γερουσία είναι ένα διαφορετικό θέμα.
Ενώ ο κ. Τραμπ είναι στην εξουσία, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα του κατέχει την πλειοψηφία.
Αλλά μόλις ο κ. Μπάιντεν αναλάβει τη θέση του στο Οβάλ Γραφείο, η Γερουσία θα περάσει στον έλεγχο των Δημοκρατικών χάρη στις νίκες στη Τζόρτζια.
Η πλειοψηφία τους όμως δεν αρκεί για να καταδικαστεί ο Τραμπ και ο αριθμός των Ρεπουμπλικανών που επιθυμούν να ψηφίσουν υπέρ της πρότασης μομφής εξακολουθεί να είναι άγνωστη.
Με την πλειοψηφία των δύο τρίτων, πολλοί Ρεπουμπλικάνοι θα πρέπει να αλλάξουν πλευρές για να καταδικάσουν τον πρόεδρο.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Reuters, Sky News, Politico