Από την έντυπη έκδοση
Μικρή άνοδο για τον ΣΥΡΙΖΑ, παγίωση της διαφοράς υπέρ της Ν.Δ. άνω των πέντε ποσοστιαίων μονάδων και προβάδισμα του Κινήματος Αλλαγής έναντι της Χρυσής Αυγής για την τρίτη θέση κατέγραψαν στην πρόθεση ψήφου -χωρίς αναγωγή επί των εγκύρων- τρεις δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας το Σαββατοκύριακο, μόλις πέντε ημέρες πριν από το κλείσιμο της επίσημης προεκλογικής περιόδου.
Η Metron Analysis δίνει προβάδισμα 6,7 μονάδων για τη Ν.Δ., η MRB 6,5 μονάδων και η Μarc 7,2 ποσοστιαίων μονάδων. Ειδικότερα, στη δημοσκόπηση της Metron Analysis η Ν.Δ. συγκεντρώνει 30,3%, ο ΣΥΡΙΖΑ 23,6%, τρίτο κόμμα έρχεται το Κίνημα Αλλαγής με 6,2% και ακολουθούν η Χρυσή Αυγή με 4,3% και το ΚΚΕ με 3,9%. Στη μέτρηση της MRB η Ν.Δ. καταγράφει 30%, ο ΣΥΡΙΖΑ 23,5%, το Κίνημα Αλλαγής 6,6%, η Χρυσή Αυγή 6,3% και το ΚΚΕ 5,9%. Στη μέτρηση της MARC η Ν.Δ. συγκεντρώνει 29,2% και προηγείται με 7,2% του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος φτάνει στο 22%, ενώ ακολουθούν το Κίνημα Αλλαγής με 6,3%, η Χρυσή Αυγή με 5,9% και το ΚΚΕ με 5,1%.
Προσπάθειες πόλωσης
Σε αυτό το τοπίο, Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζουν τις προεκλογικές τους εμφανίσεις, προσπαθούν να δώσουν χαρακτηριστικά προσωπικής αναμέτρησης στις ευρωεκλογές συμπιέζοντας τα υπόλοιπα κόμματα και επικεντρώνουν σε δύο επιμέρους κοινά: τους αναποφάσιστους και τους νέους ψηφοφόρους.
Από την Κοζάνη το Σάββατο και χθες από τον Πειραιά, ο πρωθυπουργός επανέφερε τον όρο «ψήφο εμπιστοσύνης για την κυβέρνηση» σε ό,τι αφορά τις ευρωεκλογές, διαπιστώνοντας προφανώς ότι η προσπάθειά του να μιλήσει για «δημοσκόπηση» ή «πρώτο ημίχρονο» όπως λένε οι συνεργάτες του για τη μάχη της 26ης Μαΐου προκάλεσε συζητήσεις και σχόλια περί επικείμενης ήττας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Τσίπρας επιχειρεί να εμφανίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον εαυτό του ως υπερασπιστή των αδύναμων και των χαμηλών στρωμάτων και παράλληλα κατηγορεί -αρκετές φορές κινδυνολογώντας- τον βασικό του αντίπαλο Κυριάκο Μητσοτάκη ότι έχει σκοπό να καταργήσει όσα θετικά μέτρα έχει ψηφίσει η κυβέρνηση υπέρ των αδύναμων, αλλά δεν το λέει και προσπαθεί να το κρύψει.
Στην προσπάθειά του να πολώσει ακόμα περισσότερο το κλίμα, ο κ. Τσίπρας αναφέρεται σε μεγάλες δόσεις στο παρελθόν, επιχειρεί να εμφανίσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως τη δύναμη που έδιωξε τους δανειστές και το ΔΝΤ και έβγαλε την Ελλάδα από τα μνημόνια και τη Ν.Δ. ως τη συνέχεια των δυνάμεων που προκάλεσαν τη χρεοκοπία και την κρίση.
Είναι χαρακτηριστικό των προθέσεων του πρωθυπουργού ότι στις παρεμβάσεις του δεν αναφέρεται ούτε στην Ευρώπη, αλλά ούτε και στην Αριστερά, κάνει προεκλογική εκστρατεία σαν να είχαμε εθνικές εκλογές κι αυτός είναι ο λόγος που σε κάθε του ομιλία αφήνει να διαφανεί ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει και δεύτερο πακέτο παροχών πριν από τις ευρωεκλογές, αγνοώντας τόσο τις ενστάσεις των δανειστών όσο και τους προβληματισμούς που υπάρχουν στην αγορά για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Από τη δική του πλευρά, μετά την αναμέτρηση στη Βουλή με τον κ. Τσίπρα -όπου στην κοινή γνώμη έμειναν τα υπόγεια κτυπήματα του ενός προς τον άλλον- ο κ. Μητσοτάκης έχει αλλάξει γραμμή. Μιλώντας το Σάββατο από το Ρέθυμνο και χθες από τα Χανιά, έδειξε ότι προσπαθεί να αγνοήσει τις επιθέσεις που δέχεται από τον κ. Τσίπρα, να μιλήσει περισσότερο για το μέλλον και να δείξει ότι το σχέδιο που έχει για τη χώρα δεν είναι αυτό που λέει ο κ. Τσίπρας στις ομιλίες του. Ο πρόεδρος της Ν.Δ. κινείται συνεχώς και με συνέπεια στο τρίπτυχο «μειώσεις φόρων, νέες δουλειές, ασφάλεια», επιχειρώντας κάθε φορά να αξιοποιεί γεγονότα που έρχονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, όπως το γεγονός ότι η λεγόμενη «13η σύνταξη» κατατέθηκε ψαλιδισμένη στους λογαριασμούς των συνταξιούχων, οι επιθέσεις του Ρουβίκωνα ή των αναρχικών που επιτείνουν το αίσθημα της ανασφάλειας ή οι εξελίξεις με το αίτημα του Κουφοντίνα για άδεια, μετά την παρέμβαση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.
Τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζονται να προτρέπουν τους πολίτες να πάνε να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές, προφανώς επειδή είναι ενήμεροι του σχετικά χαμηλού ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης και φοβούνται ότι θα πληγούν από ενδεχόμενο μεγάλο ποσοστό αποχής. Παράλληλα, επιχειρούν να επηρεάσουν και τους νέους ψηφοφόρους -και ιδιαίτερα τους ψηφοφόρους που στις 26 Μαΐου θα προσέλθουν στην κάλπη για πρώτη φορά που ανέρχονται σε περισσότερους από 500.000- καθώς η ψήφος τους ενδέχεται να αποδειχθεί καθοριστική για τη διαφορά μεταξύ τους.
Τρίτη θέση
Σε αυτό το δίπολο που δείχνει να ενισχύεται όσο πλησιάζουμε στην ημέρα της κάλπης, η αρχηγός της Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά συνεχίζει στη γραμμή του «διμέτωπου αγώνα», ελπίζοντας ότι το κόμμα της θα κερδίσει την τρίτη θέση από τη Χρυσή Αυγή και θα βρεθεί κοντά στον στόχο του διψήφιου ποσοστού. Αισιοδοξία επικρατεί και στο ΚΚΕ, με τους επιτελείς του κόμματος να εκτιμούν ότι θα καταγράψουν μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που τους δίνουν οι δημοσκοπήσεις και θα είναι εκείνοι τέταρτο κόμμα. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του προεκλογικού αγώνα που καταγράφουν οι επικεφαλής των κομμάτων είναι οι αναφορές στις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Από τον πολιτικό λόγο του κ. Τσίπρα οι αναφορές στις αυτοδιοικητικές εκλογές και τη σημασία τους σχεδόν απουσιάζουν, ιδιαίτερα μετά την εκφρασμένη άρνηση δεκάδων δημάρχων να δεχθούν την επίσημη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Αντιθέτως, ο κ. Μητσοτάκης χρησιμοποιεί τις αυτοδιοικητικές εκλογές και ιδιαίτερα τις περιφερειακές και τις μάχες στους μεγάλους δήμους, ως το δεύτερο βραχίονα ανάγνωσης του πολιτικού αποτελέσματος της 26ης Μαΐου, για να υποστηρίξει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει στις ευρωεκλογές, χάσει στον πρώτο γύρο των περισσότερων περιφερειών και των μεγάλων δήμων, τότε θα πρέπει να προκηρύξει άμεσα εθνικές εκλογές.
Οι εθνικές εκλογές
Σε αυτή τη χρονική στιγμή της μάχης, ουδείς αναφέρεται δημοσίως στην επόμενη μέρα των ευρωεκλογών, καθώς τόσο οι δύο μονομάχοι όσο και οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί προετοιμάζονται για την τελευταία τους παρέμβαση, αυτή την εβδομάδα, την κεντρική προεκλογική τους ομιλία στην Αθήνα, που θα αποτελέσει και τη λήξη της προσπάθειάς τους να πείσουν τους ψηφοφόρους αφενός να ψηφίσουν και αφετέρου να ψηφίσουν τη δική τους πρόταση.
Στην πραγματικότητα όμως, τα σχέδια για την επόμενη μέρα είναι ήδη στο τραπέζι. Αν η διαφορά της Ν.Δ. υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ είναι σημαντικά «ψαλιδισμένη» σε σύγκριση με αυτό που δείχνουν οι μετρήσεις, κινηθεί δηλαδή από το 4% και κάτω, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την περίπτωση ο κ. Τσίπρας να δεχτεί τις εισηγήσεις των συνεργατών του, πως πρέπει να εκμεταλλευτεί το momentum και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές μέσα στον Ιούνιο. Ο Ιούνιος αποτελεί βάσιμο σενάριο και στην περίπτωση που η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. είναι μεγάλη, κυμανθεί δηλαδή πάνω από το 6%-7% (ήδη συζητούνται η 23η και η 30ή Ιουνίου ως πιθανές ημερομηνίες).
Υπάρχει ωστόσο και η εκτίμηση που απηχείται κυρίως από τα στελέχη στο Μαξίμου και στο πρωθυπουργικό επιτελείο πως η διαφορά θα κυμανθεί από 2% έως το πολύ 5% υπέρ της Ν.Δ. και αυτή θα είναι μία διαχειρίσιμη διαφορά, με τον χρόνο έως τον Οκτώβριο να κυλά υπέρ της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ και κατά της Ν.Δ.