Την αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, με ημερομηνία εκκίνησης την 1η Μαΐου, ανακοίνωσε πριν από λίγο το ΝΑΤΟ. .
Λίγο νωρίτερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε επίσης την απόφαση για αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν από την 1η Μαΐου και την ολοκλήρωσή της πριν από την 20ή επέτειο από τις «φρικτές», όπως είπε, επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου
«Οι σύμμαχοι αποφάσισαν ότι θα ξεκινήσουμε την αποχώρηση των δυνάμεων της Αποστολής “Αποφασιστική Υποστήριξη” από την 1η Μαΐου… Σχεδιάζουμε η αποχώρηση όλων των αμερικανικών δυνάμεων και των δυνάμεων της Αποστολής Αποφασιστική Υποστήριξη να ολοκληρωθεί μέσα σε λίγους μήνες», ανέφεραν τα 30 κράτη – μέλη της βορειοατλαντικής συμμαχίας στην ανακοίνωσή τους.
Παράλληλα ο Αμερικανός πρόεδρος προέτρεψε τους Ταλιμπάν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, προειδοποιώντας τους παράλληλα ότι αν εξαπολύσουν επίθεση στο διάστημα που διαρκεί η διαδικασία αυτή «θα απαντήσουμε με όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας».
«Πιστεύω ότι η παρουσία μας στο Αφγανιστάν πρέπει να επικεντρωθεί στην αιτία για την οποία πήγαμε εκεί αρχικά: να διασφαλίσουμε ότι το Αφγανιστάν δεν θα χρησιμοποιείται πλέον ως βάση για νέες επιθέσεις εναντίον της χώρας μας. Αυτό κάναμε. Εκπληρώσαμε αυτόν τον στόχο», υπογράμμισε.
Η αποχώρηση δεν θα γίνει βεβιασμένα αλλά «με ασφάλεια» και σε συντονισμό με τους συμμάχους της Ουάσινγκτον πρόσθεσε. Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να εργάζονται για να αποτρέψουν την επανεμφάνιση τρομοκρατικών οργανώσεων.
Ο Μπάιντεν ζήτησε ταυτόχρονα από το Πακιστάν «να κάνει περισσότερα» για να βοηθήσει το γειτονικό Αφγανιστάν. Εξηγώντας την απόφασή του αυτή, ο Δημοκρατικός πρόεδρος είπε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να επικεντρωθούν στις τρομοκρατικές απειλές που έχουν αναδυθεί σε άλλες περιοχές, καθώς επίσης και στην Κίνα.
Ο Τζο Μπάιντεν είπε επίσης ότι μίλησε για αυτήν την απόφασή του με τον Ρεπουμπλικανό πρώην πρόεδρο Τζορτζ Μπους, ο οποίος ήταν εκείνος που ξεκίνησε τον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας με πρώτο στόχο το Αφγανιστάν, το 2001, μετά τις επιθέσεις της Αλ Κάιντα στις ΗΠΑ.
Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters