Skip to main content

Δ. Κουτσούμπας: Καταρρίφθηκε ο μύθος περί «αρμονικής συνύπαρξης» δημόσιου και ιδιωτικού τομέα υγείας

Η πανδημία «κατέρριψε το μύθο της δήθεν “αρμονικής συνύπαρξης του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα υγείας”, που όλα τα κόμματα, από τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το ΚΙΝΑΛ και άλλους, έχουν για σημαία τους», δήλωσε σε συνέντευξή του ο γγ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας.

Ο κ. Κουτσούμπας, μιλώντας στην εφημερίδα «Έρευνα», σημείωσε ότι «Όταν τα μεγάλα νοσοκομεία μετατρέπονται σε νοσοκομεία covid, οι ΜΕΘ είναι γεμάτες και δεκάδες διασωληνωμένοι βρίσκονται χωρίς εντατική θεραπεία, τότε δεν μιλάμε απλά για ασφυξία, αλλά για κατάρρευση του δημόσιου συστήματος υγείας». 

Επιρρίπτει εγκληματικές ευθύνες στην κυβέρνηση και για την μη θωράκιση του δημοσίου συστήματος Υγείας και για την άρνησή της να προχωρήσει σε επίταξη του ιδιωτικού τομέα Υγείας.

Αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι η πανδημία, κυρίως «ανέδειξε την ανάγκη να υπάρχει ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας, μια κρατική κοινωνική πολιτική φαρμάκου που να υπηρετεί μόνο τις λαϊκές ανάγκες, κόντρα στη λογική που θεωρεί το φάρμακο και το εμβόλιο εμπόρευμα». 

Ο γγ του ΚΚΕ, ερωτηθείς για την επόμενη μέρα, σημειώνει ότι τα «μισοδανεικά και τα επιδόματα μιας χρήσης που χορήγησε η κυβέρνηση στους αυτοαπασχολούμενους, επαγγελματίες, εμπόρους, βιοτέχνες, δεν έχουν καμία σχέση με τον πακτωλό δισεκατομμυρίων που κατευθύνεται προς τα μονοπώλια, ούτε φυσικά θα αποτρέψουν ένα νέο Γολγοθά χρεών για τη μεγάλη πλειοψηφία».

«Γι’ αυτό και η πρόταση νόμου που κατέθεσε το ΚΚΕ, προτείνοντας ορισμένα ουσιαστικά και μόνιμα μέτρα, πχ τη γενναία διαγραφή χρεών των επαγγελματιών σε εφορία και τράπεζες, είναι επιβεβλημένη», υπογραμμίζει. 

Επισημαίνει ότι για τους εργαζόμενους, «αν υλοποιηθούν όλα όσα περιέχει το νομοσχέδιο για τα εργασιακά, η επόμενη μέρα θα μοιάζει με “κόλαση”» προσθέτοντας ότι τα αντεργατικά μέτρα και ο παραπέρα περιορισμός των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων «πάνε πακέτο με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και είναι το προαπαιτούμενο για την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου, των μεγάλων επιχειρήσεων».

«Εννοείται πως το εν λόγω νομοσχέδιο πρέπει να αποτελέσει αιτία πολέμου για τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά. Στον δρόμο της λαϊκής διεκδίκησης, της κοινωνικής συμμαχίας μπορούν να συναντηθούν οι εργάτες οι άνεργοι, οι μικροί επαγγελματίες και οι φτωχοί αγρότες, για να στήσουν στο τοίχο τον κοινό τους αντίπαλο, την αντιλαϊκή πολιτική που τους γονατίζει, για να μπορέσει η επόμενη μέρα να είναι καλύτερη γι’ αυτούς και τα παιδιά τους», δηλώνει χαρακτηριστικά.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, τονίζει ότι «η κλιμάκωση της καταστολής και του αυταρχισμού είναι συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ» και «στόχος είναι “να κλείσουν στόματα” αντίστασης και αγώνων που αναπτύσσονται σε χώρους δουλειάς, στα νοσοκομεία, στα πανεπιστήμια».

Αναφέρεται στην ένταση της καταστολής σε όλες τις χώρες της ΕΕ, προσθέτοντας «η ΝΔ παρέλαβε από τον ΣΥΡΙΖΑ ένα ήδη αυταρχικό νομοθετικό οπλοστάσιο και το αναβαθμίζει». «Το ΚΚΕ πρωτοστατεί, όχι μόνο για να απαντάει μαζικά ο λαός και η νεολαία στην κρατική καταστολή, αλλά και για να μπει στο στόχαστρο το “θερμοκήπιό” της, η πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου, της ΕΕ, της κυβέρνησης και των κομμάτων που τους υπηρετούν», σημειώνει. 

Σχετικά με τις κινητοποιήσεις και το ενδεχόμενο συνεργασίας, έστω και σε επιμέρους θέματα, με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΜέΡΑ25, ο κ. Κουτσούμπας υπογραμμίζει ότι «αν σήμερα η χώρα μας δεν έχει φτάσει στα τραγικά επίπεδα άλλων χωρών, αν έχουν γίνει κι αυτά τα ελάχιστα στα δημόσια νοσοκομεία, είναι γιατί από την πρώτη στιγμή οι υγειονομικοί και άλλοι εργαζόμενοι, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές, ανέδειξαν τα προβλήματα, διεκδίκησαν λύσεις».

«Όταν λοιπόν οι εργαζόμενοι, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές, λογαριάζονταν στους δρόμους του αγώνα με την κυβέρνηση της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ της έδινε περίοδο χάριτος, λέγοντας “θα λογαριαστούμε μετά”. Τώρα με τις προτάσεις του για υπουργούς υγείας κοινής αποδοχής και “πολιτικό μορατόριουμ” της δίνει άφεση αμαρτιών και πολύτιμο χρόνο να περάσει σε νέα επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους.

Στους δρόμους του αγώνα οι κομμουνιστές μπορούμε να συναντηθούμε με όλους, ανεξάρτητα τι έχουν ψηφίσει, για να σπάσουμε το φόβο και τη μοιρολατρία. Εκεί κρίνεται η αναμέτρηση με την κυβερνητική πολιτική κι όχι σε συνεργασίες κάποιων “κορυφών” των πολιτικών κομμάτων, που τελικά αξιοποιούνται για άλλου είδους πολιτικές σκοπιμότητες και δίνουν συγχωροχάρτι σε δυνάμεις -όπως αυτές που αναφέρετε- οι οποίες έχουν λερωμένη τη φωλιά τους με τα κυβερνητικά αντιλαϊκά πεπραγμένα τους» τονίζει στην απάντησή του.

Αναφερθείς στην άμεση αποκατάσταση των πληγέντων από τους σεισμούς στην Θεσσαλία, σχολιάζει ότι «υπάρχουν τεράστιες καθυστερήσεις», συμπληρώνοντας ότι «οι πλημμυροπαθείς στην Καρδίτσα, στην Εύβοια, οι σεισμόπληκτοι της Σάμου ακόμα περιμένουν».

Επίσης, προσθέτει ότι «δεν είναι ζήτημα ελληνικής κρατικής αβελτηρίας, αλλά συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ, και των προηγούμενων. Είναι συνειδητή επιλογή το που θα δοθούν χρήματα, που θα γίνουν επενδύσεις, ποια έργα θα μπουν σε προτεραιότητα και ποια όχι».

«Βασικό κριτήριο, όχι μονάχα στην Ελλάδα, αλλά σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των μεγάλων μονοπωλίων. Γι’ αυτό όταν πρόκειται συνολικά για έργα προστασίας της ζωής του λαού -ξεκινώντας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την κυβέρνηση, τις περιφέρειες, τους δήμους- μπαίνει μπροστά η λογική “κόστους – οφέλους”. Τα έργα αυτά τελικά δεν μπαίνουν σε προτεραιότητα, γιατί δεν αποφέρουν κέρδη σε μεγάλους ομίλους» επισημαίνει.

«Έτσι μπορεί να εξηγήσει κάποιος το ότι ενώ η χώρα μας συγκεντρώνει πάνω από το 50% της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης, δεν υπάρχουν προγράμματα ελέγχων, πρόληψης, ενίσχυσης της αντισεισμικής προστασίας και θωράκισης. Ότι δεν τίθεται ούτε καν σε συζήτηση ότι πρέπει να αποζημιωθούν στο 100% οι σεισμόπληκτοι για κατοικίες, επαγγελματική στέγη, οικοσκευές κλπ.

Ενώ, την ίδια στιγμή, οι μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι παραχωρησιούχοι των κεντρικών οδικών αρτηριών, μόνο τον προηγούμενο Σεπτέμβρη τσέπωσαν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ ως αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη εξαιτίας της μείωσης της κυκλοφορίας λόγω της καραντίνας»,  καταλήγει ο Δ. Κουτσούμπας.