Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
«Θα περιμένουμε και θα δούμε. Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα φανούν όλα». Με τη φράση αυτή κυβερνητικό στέλεχος, άμεσα εμπλεκόμενο στην αξιολόγηση, σχολίασε αργά χθες το βράδυ τις ειδήσεις που έρχονταν από το Βερολίνο μετά τη συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ, παρουσία του Πολ Τόμσεν, στον απόηχο των αποκαλύψεων του Wikileaks.
Για την κυβέρνηση και το Μαξίμου προέχειτο κλείσιμο της αξιολόγησης εντός του Απριλίου (κάτι που έχει τονίσει με κάθε τρόπο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας), όπως συμφωνήθηκε τον περασμένο Ιούλιο, με παρεμβάσεις σε ασφαλιστικό, φορολογικό, κόκκινα δάνεια, δημοσιονομικό κενό και ταμείο αποκρατικοποιήσεων.
Η κυβέρνηση έχει στείλει από το βράδυ της Δευτέρας το πακέτο των παρεμβάσεων σε έμμεσους φόρους και δαπάνες, στο πλαίσιο των προσπαθειών να υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές για μέτρα ύψους 1,8 δισ. ευρώ. Και ελπίζει να κλείσει εδώ η αξιολόγηση.
Το πακέτο μελετάται από τα τεχνικά κλιμάκια, ενώ -σύμφωνα με πηγές του ΥΠΟΙΚ- η συνάντηση της διαπραγματευτικής ομάδας με το κουαρτέτο των θεσμών θα γίνει πιθανότατα σήμερα το μεσημέρι. Κρίσιμη συνάντηση διότι η Αθήνα αναμένει από αυτήν να διαφανεί μέρος των όσων συμφωνήθηκαν χθες μεταξύ Μέρκελ και Λαγκάρντ.
Ωστόσο από χθες το βράδυ, εκτός από τον «μεγάλο φόβο» του Μαξίμου να έχουμε ένα deja vu της περσινής διαπραγμάτευσης, προστέθηκε και ένας ακόμη: να υπάρξει τώρα μια συμφωνία με το ΔΝΤ να κάνει πίσω, όχι σε όλα αλλά σε κάποια απ’ όσα ζητά, και να υπάρξει δεύτερο ημίχρονο είτε κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το χρέος είτε νωρίτερα.
Η χθεσινή φράση της επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικό Ταμείου «κάναμε πρόοδο αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί που θέλουμε», αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο λήψης και νέων μέτρων πέραν των όσων συμφωνήθηκαν τον περασμένο Ιούλιο.