Από την έντυπη έκδοση
Στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και σε κάθε περίπτωση σε αρκετά υψηλότερη τιμή σε σχέση με πέρυσι και πρόπερσι θα κλείσει η τιμή του φετινού οβελία.
Η μειωμένη κατά περίπου 40% παραγωγή, λόγω του καταρροϊκού πυρετού που έπληξε πέρυσι τις κτηνοτροφικές μονάδες, και το πρώιμο καθολικό Πάσχα, που «απέσπασε» μεγάλο αριθμό αμνοεριφίων από τις βαλκανικές χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) οδηγούν σε αυξήσεις τιμών υψηλότερες του 10% ή και 15%.
Ειδικά τα κατσίκια αναμένεται να ξεπεράσουν και τα 11 ευρώ ανά κιλό στα συνοικιακά κρεοπωλεία, ενώ κατά 50 λεπτά φθηνότερα, στα 10,50 ευρώ το κιλό, υπολογίζεται να είναι η τιμή του αρνιού, έναντι 9,50 ευρώ το κιλό πέρυσι. Χθες, η τιμή χονδρικής στην Κεντρική Αγορά της Αθήνα έφθασε έως τα 7,60 ευρώ ανά κιλό για τα κατσίκια και στα 7,30 για τα αρνιά.
Οι αυξημένες τιμές, λόγω των παραγόντων που προαναφέρθηκαν, φαίνεται να είναι η μία πλευρά του προβλήματος, καθώς φέτος ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία των τελευταίων δεκαετιών να υπάρξει και ζήτημα επάρκειας, τόσο αριθμητικό όσο και ποιοτικό.
Γνώστες της αγοράς επισημαίνουν ότι ο υφιστάμενος αριθμός των ελληνικών αμνοεριφίων αλλά και των εισαγωγών που έχουν υπολογισθεί αρκούν για να καλύψουν οριακά τις ανάγκες. Οπότε, στην περίπτωση που η αγορά λειτουργήσει «υποδειγματικά» δεν θα υπάρξει πρόβλημα, ή αν υπάρξει θα είναι αμελητέο.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι τι θα γίνει αν η αγορά δεν λειτουργήσει «υποδειγματικά», όπως συνέβη σε έναν μικρό βαθμό και το Πάσχα του 2013. Πέντε ημέρες πριν από το Πάσχα, οι ενδείξεις ότι η αγορά δεν θα λειτουργήσει «υποδειγματικά» είναι αρκετές.
Οι έσχατες προσπάθειες των κτηνοτρόφων για τη βελτίωση των τιμών παραγωγού, το μούδιασμα των χονδρεμπόρων που δεν έχουν αρκετές παραγγελίες, η άγνοια των παραδοσιακών κρεοπωλών για τη διαμόρφωση της κίνησης, η δικαιολογημένη προσμονή των καταναλωτών ότι θα κατορθώσουν να βρουν τελικά τον οβελία σε προσιτή τιμή στα σούπερ μάρκετ, αλλά και οι καιρικές συνθήκες αποτελούν παράγοντες που μπορούν να δημιουργήσουν σημαντικό πρόβλημα.
Ακόμη και χθες, Μεγάλη Δευτέρα, ελάχιστα ήταν τα συνοικιακά κρεοπωλεία τα οποία μπορούσαν να διαβεβαιώσουν με σαφήνεια στον καταναλωτή ποια θα είναι η τελική τιμή των αμνοεριφίων. Επόμενο είναι ο καταναλωτής, μη γνωρίζοντας την τιμή, να μην μπαίνει στη διαδικασία της παραγγελίας. Ακολούθως, ούτε ο κρεοπώλης μπορεί να υπολογίσει την αναμενόμενη ζήτηση ώστε να έχει ή να παραγγείλει επαρκείς ποσότητες αμνοεριφίων.
Η πεποίθηση ότι όλοι οι καταναλωτές μπορούν να προμηθευτούν φθηνό οβελία από τα σούπερ μάρκετ δεν είναι βάσιμη, καθώς τα αμνοερίφια δεν «στοκάρονται» στα ράφια των αλυσίδων του οργανωμένου λιανεμπορίου. Ρόλο στο σκηνικό «διεκδικεί» και ο καιρός, ο οποίος εκτιμάται ότι θα επιτρέψει την έξοδο των Αθηναίων. Σ’ αυτή την περίπτωση, η ζήτηση αναμένεται να είναι μεγαλύτερη.
Οι παραπάνω εστίες ανησυχίας έχουν επισημανθεί στις ηγεσίες των συναρμόδιων υπουργείων Οικονομίας και Παραγωγικής Ανασυγκρότησης που εποπτεύουν τους τομείς της αγοράς, ωστόσο έως και χθες δεν είχε ανακοινωθεί καμία πρωτοβουλία στην κατεύθυνση εξομάλυνσης της κατάστασης.
Μετά τις άκαρπες διαπραγματεύσεις στα παραδοσιακά παζάρια του Λαγκαδά και της Δράμας, η τιμή παραγωγού θα κριθεί στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις των εμπόρων με τους κτηνοτρόφους. Στο πλαίσιο αυτό, ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Κτηνοτρόφων (ΠΕΚ), Παναγιώτης Λειβαδίτης, καλεί τους κτηνοτρόφους «να μην διαπραγματευτούν την αξιοπρέπειά τους».
Ο στόχος των κτηνοτρόφων είναι η τιμή παραγωγού να μην πέσει κάτω από τα 6,5 – 7 ευρώ το κιλό. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κτηνοτροφικός κόσμος καλεί τους εμπόρους και τους κρεοπώλες να συμπιέσουν το περιθώριο κέρδους τους, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «σε όποια τιμή κι αν έχουμε πουλήσει εμείς οι κτηνοτρόφοι, ποτέ δεν είδαμε στην αγορά αμνοερίφιο στην τιμή κάτω των 10 ευρώ ανά κιλό».